Read More

Τα Κουλέντια

Τα Κουλέντια (σήμερα Ελληνικό), είναι ένα ήρεμο μικρό γραφικό χωριό, με υπέροχη θέα, κρυμμένο στη νοτιοανατολική γωνιά της Λακωνικής γης. Το χωριό βρίσκεται σκαρφαλωμένο στα εξακόσια μέτρα υψόμετρο .... κλιμακωτά....
Read More

Η Μονεμβάσια ή Μονεμβασία

Η Μονεμβάσια ή Μονεμβασία ή Μονεμβασιά ή Μονοβάσια, γνωστή στους Φράγκους ως Μαλβαζία, είναι μια μικρή ιστορική πόλη της ανατολικής Πελοποννήσου, της επαρχίας Επιδαύρου Λιμηράς, στο Νομό Λακωνίας.
Read More

Η προβλήτα της Αγίας Μαρίνας,

Η σιδηροδρομική γέφυρα (ή προβλήτα) της Αγίας Μαρίνας, αποτελεί το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του παραθαλάσσιου χωριού και ταυτόχρονα είναι ένα πολύ σημαντικό νεότερο Βιομηχανικό μνημείο, ηλικίας 130 ετών. Εκεί μάθαινα να κολυμπώ και δέθηκα με την θάλασσα...
Read More

Βλυχάδα Ρειχιάς: Η κρυμμένη παραλία που μαγεύει τους επισκέπτες

Κάποια μέρη που βλέπουμε, ακόμα και μέσα από μερικές φωτογραφίες, μας κάνουν να θέλουμε να τα επισκεφθούμε, γιατί απλά, φαίνεται πως είναι από αυτά που λέμε κρυμμένοι παράδεισοι.
Read More

5 χιλιόμετρa από την Σούρπη, συναντάμε τον οικισμό Νήες.

Είναι ένας παραθαλάσσιος οικισμός, με μοναδικές γωνιές, που όσοι τις έχουν απαθανατίσει με την φωτογραφική τους μηχανή, τις παρομοιάζουν με πίνακα ζωγραφικής.

Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2025

Η Αφροδίτη εδώ και τώρα... και Το Malleus Maleficarum

.Η Αφροδίτη εδώ και τώρα
            Η ιστορία μας μπορεί να αρχίζει το 1484 μ.Χ.: ήδη από την προηγούμενη χρονιά ο Μεγάλος Ιεροεξεταστής Θωμάς Τορκουεμάδα, μετά την έγκριση της καθολικής Ισαβέλλας, έχει αρχίσει να καίει στις πλατείες των Ισπανικών πόλεων Εβραίους, Τσιγγάνους και γυναίκες «που έχουν μέσα τους τον δάιμονα». Μόλις έναν χρόνο αργότερα, δύο Δομινικανοί ιερείς, ο Γιακομπ Σπένγκλερ και ο Χάινριχ Κρέμερ, δημοσιεύουν το σύγγραμμα Malleus Maleficarum, δηλαδή Το Σφυρί των Μαγισσών. Πρόκειται για μια συρραφή των μέχρι τότε διάσπαρτων δοξασιών της Ιερής Εξέτασης για το πώς να «εντοπίζει κανείς τον δαίμονα μέσα στο σώμα των γυναικών» και πώς να τον «συντρίβει»: με βασανιστήρια και φριχτό θανατο. Σε λίγους μήνες, αυτό το βιβλίο επικυρώνεται και με την Παπική Βούλα – αν έχει κάποια σημασία Πάπας ήταν ο Ιννοκέντιος Η΄ (ένας ακόμη «αθώος» δολοφόνος). Η νέα εποχή της Ιερής Εξέτασης ήταν πραγματικότητα.
           Το  Malleus Maleficarum ήταν ένα από τα πιο φονικά βιβλία της ιστορίας (μπορεί να μπει πλάι στην Αποκάλυψη και στις άλλες εσχατολογίες του τρόμου ή πλάι στο Mein Kampf): στους επόμενους τρεις αιώνες (όλο και πιο «εμπλουτισμένο») έγινε το βασικό εργαλείο με το οποίο οι «χριστιανοί» Ιεροεξεταστές καίγαν, ακρωτηριάζαν, παλουκώναν, πνίγαν και βασανίζαν τις γυναίκες που τους φαίνονταν πως ήταν «μάγισσες» - δηλαδή, εκείνες που ξυπνούσαν σεξουαλική λαχτάρα στους άντρες. Αρκούσε μια καταγγελία για μια γυναίκα (ας πούμε, πως μορφή της προκάλεσε ονείρωξη σε έναν γείτονα) για να οδηγηθεί στις φλόγες.  Αποτέλεσμα:: μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα, περισσότερες από ένα εκατομμύριο γυναίκες σε Ευρώπη και Αμερική θανατώθηκαν δημόσια – και ολόκληρος ο δυτικός κόσμος (και όχι μόνο αυτός) γαλουχήθηκε από τη «χριστιανική» τρομοκρατία και την ενοχοποίηση της επιθυμίας. Η φυσικότερη ανθρώπινη λειτουργία, το σεξουαλικό ένστικτο, έγινε με την Παπική Βούλα επιχείρημα θανάτου και τελετουργικού φόνου. Κι όλα αυτά στο «όνομα του Χριστού» - όπως άλλωστε έγινε και με τις Σταυροφορίες, όπως έγινε και με τις γενοκτονίες των Ινδιάνων από τους Ισπανοπορτογάλους κονκισταδόρες.
            Δεν υπήρξε στην ιστορία πιο λυσσαλέος πολέμιος του γυναικείου σώματος (δηλαδή της γυναικείας φύσης) από τον θεσμοθετημένο «χριστιανισμό» (εξάλλου και το Ισλάμ ξεκίνησε ως μια μεταγραφή του Χριστιανισμού στον κόσμο της ερήμου). Διόλου ανεξήγητο: οι θρησκείες πάντοτε εχθρεύονται το σώμα – αντιστρατεύονται την ανεξαρτησία του, τα πάθη του, τις αδυναμίες τους, τις ορμές του. Δεν είναι τυχαίο πως ο βασικός κανόνας των μονοθεϊστικών θρησκειών είναι η «αθάνατη ψυχή» που θα αποθεωθεί σε ένα μακρινό και ασαφές επέκεινα  - να ένα πρώτης τάξεως πρόσχημα για να σκλαβώσουμε το σώμα, να το κάψουμε στις φωτιές, να το κομματιάσουμε σε πολέμους για χάρη κάποιου μοναδικού «Κυρίου», να το αφανίσουμε σε κρεματόρια και σε πυρηνικά μανιτάρια. Άρα οτιδήποτε γεννά ηδονή στο σώμα πρέπει να δαιμονοποιηθεί, να γίνει «βρώμικο», «ρυπαρό», «αμαρτωλό». Οι γυναίκες ήταν τα πρώτα και διαχρονικά θύματα: ίσως γιατί οι γυναίκες, ακριβώς επειδή γεννούν ανθρώπους, έστεκαν μακρύτερα από τα κυρήγματα μίσους και τις φενάκες των θρησκειών. Η Παλαιά Διαθήκη φρόντισε να αποδώσει στην (έτσι κι αλλιώς παραπληρωματική) Εύα την απαρχή όλων των ανθρώπινων δεινών. Η συνέχεια μοιάζει αναμενόμενη: το προπατορικό αμάρτημα βαραίνει τους ανθρώπους και θα ερμηνεύει την φρίκη της ζωής τους, οι πόρνοι και οι μοιχοί θα πέσουν στην λίμνη της φωτιάς της Αποκάλυψης. Το σώμα της γυναίκας εξ αρχής λογαριάστηκε από την Εκκλησία ως  «δαιμονικό σκεύος»: οι φωτιές ήταν το φυσικό επακόλουθο. Οι πλείστοι όσοι θρησκευτικοί «μεταρρυθμιστές» διόλου δεν τις σταμάτησαν: ο Μαρτίνος Λούθηρος, παρά τις τόσες του αντιθέσεις με το Βατικανό, διακήρυσσε την ακλόνητη πίστη του στο κάψιμο των «μαγισσών» και των Εβραίων. Κι αν κάποιοι σήμερα προσπαθούν να μιλήσουν για «λάθη του παρελθόντος» τα οποία πέρασαν ανεπιστρεπτί, η πραγματικότητα τους διαψεύδει: και για τον Χριστιανισμό του σήμερα η γυναίκα εξακολουθεί να είναι εχθρός: το σώμα της δεν της ανήκει, η ηδονή της είναι αμαρτία, υποχρεούται «να φοβάται τον άντρα» - κι όταν έχει περίοδο δεν κάνει να μπαίνει στην εκκλησία, γιατί τάχα είναι «βρώμικη», «μιαρή».
           Ωστόσο η ιστορία μας δεν τελείωνει εδώ: η (απρόσμενη) απάντηση στο Malleus Maleficarum  αναδύεται σε μια εικόνα.
            Βρισκόμαστε και πάλι στο 1484, (δηλαδή την ίδια χρονιά που οι Σπένγκλερ και ο Κρέμερ κωδικοποιούν το μίσος των επερχόμενων αιώνων): ένας φλωρεντινός ζωγράφος ολοκληρώνει μια παραγγελία για το σπίτι ενός πλούσιου εμπόρου του καιρού του, του Λορέντζο ντι Πιερφραντζέσκο. Ο ζωγράφος ήταν ο Σάντρο Φιλιπέπι, γνωστότερος με το παρόνομα Μποτισέλι (ο ίδιος την μοναδική φορά που υπέγραψε εικόνα του, έγραψε το όνομά του με ελληνικά γράμματα: Αλέξανδρος) και ο πίνακας του ένας από τους διασημότερους της ιστορίας: Η γέννηση της Αφροδίτης – εδώ και διακόσια χρόνια είναι το απόλυτο έβλημα του Μουσείου Ουφίτσι. Όλοι έχουμε δει την εικόνα, είτε από κοντά είτε σε κάποια από τις αναρίθμητες αναπαραγωγές του - μα δύσκολα μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε πως ετούτη η θεσπέσια γυναίκα ζωγραφίστηκε την χρονιά που η Εκκλησία ξεκινούσε τον χειρότερο διωγμό εναντίων της γυναικείας σεξουαλικότητας και της γυναικείας φύσης. Και περισσότερο από σύμπτωση, ετούτη η εικόνα είναι μια διαρκής απάντηση: απάντηση στο θεσμοποιημένο μίσος, στον τελετουργικό θάνατο, στην πολιτική του τρόμου.
            Ο ζωγράφος που έφτιαξε ετούτο τον πίνακα φαίνεται πως καίγονταν  από κάτι πολύ μεγαλύτερο από την «Αλήθεια»: ο Σάντρο Μποτιτσέλι (την μοναδική φορά που υπέγραψε εικόνα του -ήταν η Μυστική Βάπτιση του 1500-, έγραψε το όνομα του με άψογα ελληνικα: Αλέξανδρος) κυριολεκτικά σπαράχτηκε από τις ίδιες του τις αντιφάσεις. Εκείνος που ζωγράφισε τις ωραιότερες γυναίκες της ανθρώπινης ζωγραφικής, κάποτε έγινε Ολοφυρόμενος, οπαδός της ηθικής δημοκρατίας του Τζιρολάμο Σαβοναρόλα που διακύρησσε πως η τέχνη και η ομορφιά είναι μορφές ανηθικότητας και αμαρτίας.  Δεκατρία χρόνια αργότερα από την Γέννηση της Αφροδίτης, ο Μποτιτσέλι δεν δίστασε να κάψει μερικές από τις ίδιες του τις εικόνες στην Καύση των Ματαιοτήτων που διέταξε ο φανατικός καλόγερος-κυβερνήτης της Φλωρεντίας την Αποκριά του 1497. Το τέλος εκείνου του κάποτε δοξασμένου Αλέξανδρου ήταν ένας ακόμη παραλογισμός: για μια δεκαετία κλείστηκε στο σπίτι του δίχως να ζωγραφίζει. Ο θρύλος λέει πως βρήκανε το πτώμα του από την μυρωδιά στο μοναχικό του δωμάτιο, τον Μάιο του 1510.
             Στέκομαι στις παράφορες αντιφάσεις του  Μποτιτσέλι γιατί πιστεύω πως ετούτη η Αφροδίτη που διαρκώς ξαναγεννιέται μπροστά στα μάτια μας είναι η πιο έμπρακτη απόδειξη για το ότι η τέχνη ελευθερώνει ενώ η θρησκεία σκλαβώνει. Θυμίζω τον παλιό μύθο: ο Κρόνος ευνουχίζει τον πατέρα του Ουρανό με το δρεπάνι, οι ματωμένοι όρχεις πέφτουν στη θάλασσα, από μια πράξη φριχτής βίας  αναδύεται η ομορφιά – ακριβώς για να ισορροπήσει ο ακατανόητος κόσμος. Είναι σκληροί οι παλιοι μύθοι: η σάρκα της Αφροδίτης προϋποθέτει την άρνηση του Ουρανού ως πατέρα-αφέντη, ο εξανθρωπισμός προϋποθέτει εξέγερση. Υπό την έννοια αυτή το δρεπάνι του Κρόνου είναι το κρίσιμο όργανο, αυτό που εκκινεί την ιστορία. Ο Μποτιτσέλι, ίσως συνειδητά, ίσως ασυνείδητα, βρέθηκε μπροστά σε κάτι πολύ μεγαλύτερο από μια άχρονη ευτοπία – βρέθηκε στην αρχή του ανθρωπινου χρόνου. Στα αναρίθμητα κείμενα και βιβλία που έχουν γραφτεί για την μαγική εικόνα του φλωρεντινού, γίνεται προσπάθεια να κωδικοποιηθούν μυστικά σύμβολα, ιδεολογικοί κώδικες και σήματα ενός κρυφού μυνήματος που εκπέμπεται παράλληλα με τα όσα βλέπουμε. Ωστόσο έχω την αίσθηση πως η Γέννηση της Αφροδίτης στέκει στον αντίποδα της κάθε κωδικοποίησης: ο πίνακας είναι ακαταλόγιστα ολοφανερός, ενδεχομένως τόσο φανερός που μοιάζει με ψεύτικος ή τόσο φανερός που μοιάζει με όνειρο. Πιθανώς γιατί  είναι η πρώτη εικόνα των χριστιανικών χρόνων όπου η σάρκα φανερώνεται μόνη της, ως αυτοσκοπός του βλέμματός μας, δίχως να συμπληρώνεται από την όποια αποστολή της (: την Αποστολή, με κεφαλαίο Α). Αλλιώς: είναι η πρώτη εικόνα των χριστιανικών χρόνων που συνειδητά δεν αναγγέλει (την ευτοπία της, την ομορφιά της, τον ολοκληρωτισμό της, το μέλλον), δεν επαπειλεί και δεν κηρύττει την (τρομερή) επερχόμενη αλήθεια: στέκει μπροστά μας δίχως ηθικό πρόσημο (για την ακρίβεια: πριν από τα ηθικά πρόσημα), τη ζούμε αυτονόητα, ως συνέχεια του πρωινού φωτός και της πράσινης θάλασσας, hic et nunc, εδώ και τώρα.
            Υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν πως η αντιθρησκευτική πρόταση που εκφράζει η Αναγέννηση (είτε αυτή έκφράζεται με τον Πλήθωνα, είτε με τον Μποτιτσέλι, είτε με τον Λεονάρντο, είτε με όποιον άλλο) δεν είναι τίποτε άλλο παρά το έργο λίγων «Πεφωτισμένων» που κατέχουν μια μυστική και απαγορευμένη ελευθέρια γνώση, την οποία και διαχέουν σε επιστήμη, φιλοσοφία και τέχνη, πάντοτε μετρημένα για να μην τους κάψουν οι φλόγες της Ιερής Εξέτασης. Δεν είναι ολότελα άτοπη αυτή η ερμηνεία – και αναμφίβολα είναι ιδιαίτερα γοητευτική καθώς γέννησε εδώ και χίλια χρόνια μια ατέλειωτη σειρά βιβλίων μυστικολογίας και συνωμοσιολαγνείας, τόσο πολλά που ο Έκο έγραψε ένα ολόκληρο μυθιστόρημα, το Εκρεμμές του Φουκό, για να αποδομήσει τον μύθο τους, δίχως να γίνει ιδιαίτερα κατανοητός ως προς τη στοχοθεσία του (ενώ αντίθετα ο Νταν Μπράουν, που απλώς έκανε ένα συμπίλημα των πιο κατανοητών εκδοχών ετούτης της τάσης, πέτυχε, παραδόξως, το παγκόσμιο «μπεστ σέλερ» – μα διαβάζοντάς τον σκέφτηκα, τι κρίμα να σπαταλά τόσες σελίδες για να μας ξαναπεί ποιος ήταν ο Ιωάννης στον Μυστικό Δείπνο του Λεονάρντο, δίχως προηγουμένος να αναρωτηθεί ποιος είναι αυτός που στέκεται στο κέντρο). Ωστόσο, αν παραδομένοι στη γοητεία της μυστικολογίας τη λογαριάσουμε ως τη μοναδική ιστορία κινδυνεύουμε να διολισθήσουμε σε μια εκ νέου αποδοχή της θρησκείας – καθώς θα αποδεχόμασταν πως η ανθρώπινη πορεία είναι ένα παρεπόμενη μιας (απόλυτης άρα και θεοποιημένης) μυστικής γνώσης, που θα ανέμενε να βγει στο φως για να σταθεί σε ένα μεγάλο βάθρο και να την προσκυνούν οι πιστοί της.
            Επιμένω να πιστεύω πως η ανθρώπινη ιστορία δεν είναι προαποφασιμσένη από πατέρες παντοκράτορες ή αρχαίους σοφούς, αλλά πως, τουλάχιστον στο πιο γόνιμο κομμάτι της, εξακολουθεί να φτιάχνεται από τους ανθρώπους που τη ζούνε.  Ο Φρόιντ θα μας έλεγε πως η ιστορία είναι πρώτα από όλα ένστικτα: ένστικτο για την επιβίωση, ένστικτο για την αυτοκαταστροφή, και ένστικτο για την σεξουαλική επαφή. Αλλιώς: είμαστε σώμα που ερεθίζεται και ονειρεύεται -και η θεωρία της «μυστικής αλήθειας» στην ουσία της αρνείται τοι ίδιο το σώμα μας. Για να υποστηρίξουμε δημόσια την σεξουλικότητα του θρύλου του Ναζωραίου με τη Μαγδαληνή, δεν χρειαζόμαστε έναν ακόμη «Κώδικα», κρυμμένο σε παρεκκλήσια και τάφους, μια μεγαλειώδη «απόδειξη» που θα γινεί η καινούρια «Μία Αλήθεια» - αρκεί να υπογραμμίσουμε πως στον δικό μας νου ένας τέτοιος μύθος δίχως τον έρωτα, τον πόθο και την ηδονή μοιάζει ανυπόφορα ακρωτηριασμένος. Οι ανθρώπινες λαχτάρες και η ανθρώπινη παραφορά είναι σημαντικότερα από τους κώδικες, τις εντολές και τις «μυστικές γνώσεις» που προϋποθέτουν καινούριες ή παράλληλες ιεραρχίες – και, το σπουδαιότερο, αυτές οι λαχτάρες είναι που μας ξεστρατίζουν, κάνοντας την σχετική διάρκεια του κόσμου, δικό μας χρόνο, χαμένο και ανεπανάληπτο. Αν ο Τζιότο ζωγράφισε έτσι όπως ζωγράφισε τα δάκρυα του Χριστού, της Μαγδαληνής, της Παναγίας και των στρατιωτών στο Παρεκλήσσι Σκροβένι,  ή το βαρύ (γεμάτο γάλα;) στήθος της Παναγίας εν Δόξη (σήμερα κι αυτή στο Ουφίτσι), νομίζω πως το έκανε γιατί από ένα σημείο και μετά, πέρα από απαγορευμένες και παραδεκτές γνώσεις, πίστεψε στα τρέμουλα και στις εκκρίσεις του σώματος περισσότερο από τους συντεταγμένους κανόνες που έχουν προδικάσει την ανθρώπινη πορεία μέχρι το τέλος της. Ο Λεονάρντο δεν είχε ανάγκη μια ολάκερη αδελφότητα για να κατανοήσει το ότι ο κόσμος αναπαράγει τον εαυτό του μέσα από τις θηλυκές καμπύλες και να γυρέψει ετούτες τις καμπύλες των αινιγμάτων του σε αμφισημίες που διαδέχονται η μία την άλλη ως προσωπικά στοιχήματα και όχι ως κωδικοποιημένη καθολική αλήθεια. Ο παράφορος Μποτιτσέλι προφανώς συνέλαβε την Αναδυόμενη Αφροδίτη έχοντας στο νου του την Ανάσταση του Χριστού· μα έξαφνα (κι ας προσεχτεί η λέξη: εξαφνα) ως κουζουλός έκανε το κρίσμο βήμα για το ξεστράτισμα: μην αντέχωντας το πλέγμα των κανόνων που λογάριαζαν την ομορφιά για αμαρτία ζωγράφισε μια σάρκα τόσο εκτυφλωτική που ακυρώνει όλα τα προαπαιτούμενα του καιρού του: τον χρόνο, την ηθική, την ουράνια αρχή.
            Πέρασαν πέντε αιώνες από τον Σπέγκλερ και τον Κρέμερ, μα το Σφυρί των Μαγισσών, σε πείσμα της τελεολογικής συναίνεσης των θεολόγων, δεν τέλειωσε. Αναλογιστείτε πόσοι διδάσκουν γύρω μας τα Malleus Maleficarum του καιρού μας, πόσοι πολεμούνε την σώμα, ενοχοποιούν τις επιθυμίες, ονομάζουν αμαρτία την ηδονή – πάντοτε σε αγαστή συνεργασία με όσους καίνε, βομβαρδίζουν, βασανίζουν, καταστρέφουν. Ναι, ο Φρόιντ θα μιλούσε για το ένστικτο της αυτοκταταστροφής - μα πάντοτε την ώρα που οι φασίστες θα συντρίβουν με τα σφυριά τους τις ανθρώπινες λαχτάρες, οι καρδιές των κουζουλών θα εξακολουθούν να πυρώνουν και τους ξεστρατίζουν. Κι έξαφνα μια θεσπέσια Αφροδίτη θα αναδύεται στον αφρό των κυμάτων, εδώ και τώρα – για να αποδιώξει με την θωριά της τον φόβο, για να μετατρέψει την απελπισία σε λαχτάρα και πεθυμιά.

Θανάσης Τριαρίδης:                Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Μακεδονία της Κυριακής στις 13-3-2005 και στις 20-3-2005. Περιλαμβάνεται στο βιβλίο Σημειώσεις για το τρεμάμενο σώμα που εκδόθηκε την άνοιξη του 2006 στη σειρά «Αντιρρήσεις» των εκδόσεων Τυπωθήτω.

Read More

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2025

Έκπτωτος άγγελος

Σε κάθε μυθολογία υπάρχει ένας αντάρτης· θεός ή ημίθεος στην αρχή, ύστερα μετονομάζεται σε δαίμονα – ίσως επειδή δεν καταφέρνει να επικρατήσει. Στην ινδική μυθολογία είναι ο Βρίτα, στην περσική ο Αριμάν, στην αιγυπτιακή ο Σηθ, στη σκανδιναβική ο Λόκι, στην ελληνική ο Προμηθέας. Όλοι τους συγκρούονται με κάποιον άλλον θεό από ζήλια ή εναντιώνονται στον άρχοντα των θεών, εποφθαλμιώντας την εξουσία του. Μόνον η ανταρσία του Προμηθέα έχει ανθρωπιστική βάση, εφόσον εκείνος αψήφησε τις βουλές του Διός (άρα, αμφισβήτησε την εξουσία του) για να δώσει στους ανθρώπους τη φωτιά, επιτρέποντάς τους έτσι να δημιουργήσουν πολιτισμό. Ίσως γι’ αυτό ο Προμηθέας δεν είχε την τύχη των άλλων μυθικών ανταρτών· όχι μόνο δεν ξεχάστηκε, αλλά έγινε το αρχέτυπο του επαναστάτη που αρνείται να υποταχτεί στις αυθαίρετες βουλές της εξουσίας (και βέβαια τιμωρείται· οι δε φύλακές του στην αισχύλεια πραγμάτευση του μύθου είναι – ακριβώς – το Κράτος και η Βία).
Ένας άλλος μυθικός αντάρτης που επεβίωσε ανά τους αιώνες ήταν ο περίφημος εκείνος άγγελος, ο αγαπημένος του θεού, που τυφλωμένος από την αλαζονεία του θέλησε να σφετεριστεί τη θεϊκή εξουσία. Φυσικά δεν ήταν δυνατό να μείνει ατιμώρητος· ο αρχάγγελος Μιχαήλ, υπερασπιστής της θεϊκής εξουσίας, τον νικά και τον γκρεμίζει από τον ουρανό στα σκοτεινά βασίλεια που θα είναι στο εξής η αιώνια κατοικία του.
Εφόσον εναντιώνεται στον εξ ορισμού πανάγαθο θεό, αυτός ο έκπτωτος άγγελος εκπροσωπεί την αρχή του κακού, δηλαδή δεν είναι άλλος από τον σατανά ή τον διάβολο. Μόνο που αυτή η ταύτιση έγινε μεταγενεστέρως από τους χριστιανούς Πατέρες, οι οποίοι, ερμηνεύοντας εσφαλμένα ένα χωρίο από τον Ησαΐα («πώς εξέπεσεν εκ του ουρανού ο εωσφόρος ο πρωί ανατέλλων; συνετρίβη εις την γην ο αποστέλλων προς πάντα τα έθνη»), θεώρησαν ότι το όνομα του εκπεσόντος αγγέλου ήταν Εωσφόρος.
Η παρερμηνεία δεν είναι χωρίς ενδιαφέρον. «Εωσφόρος» είναι ο «ο φορέας της αυγής» (ο Αυγερινός, ο πλανήτης Αφροδίτη που εμφανίζεται πάνω από τον ανατολικό ορίζοντα πριν από το ξημέρωμα), δηλαδή ο «φορέας του φωτός» – αλλά φορέας του φωτός ήταν, κατά μία έννοια, και ο Προμηθέας. Ενδιαφέρον έχει επίσης μια ταλμουδική παράδοση, σύμφωνα με την οποία η αμαρτία του Σατανά δεν απορρέει από τον ανταγωνισμό του προς τον θεό αλλά από το μίσος του για τον άνθρωπο, αφού ήταν ο μόνος άγγελος που αρνήθηκε να προσκυνήσει τον Αδάμ ως τον καινούριο βασιλιά της γης· παρ’ όλο που η ορθόδοξη διδασκαλία τοποθετεί τη δημιουργία του ανθρώπου μετά την ανταρσία του Εωσφόρου (και των αγγέλων), υπήρξαν χριστιανοί Πατέρες, όπως ο Ειρηναίος, που υποστήριξαν ότι οι άγγελοι επαναστάτησαν, επειδή ο θεός θα δημιουργούσε τον άνθρωπο. Είναι προφανές ότι σ’ αυτές τις αντιλήψεις ο Εωσφόρος προβάλλεται ως ένας «αντίστροφος» Προμηθέας.
Η γενεαλογία του εκπεσόντος αγγέλου είναι περίπλοκη, καθώς ενσωματώνει στοιχεία άλλων, ανατολικών κυρίως, μυθολογιών· η δε μορφή του, ιδίως μετά την ταύτισή του με τον διάβολο, συντίθεται από χαρακτηριστικά άλλων μυθικών μορφών, όπως ο Παν, ο Θορ ή ο κερασφόρος θεός του Βορρά. Η ιστορία του είναι εν πολλοίς προϊόν σφαλμάτων, παρερμηνειών και παρεξηγήσεων· και, όπως είπε κάποτε ο Samuel Butler, δεν μάθαμε ποτέ τη δική του εκδοχή για την υπόθεση, επειδή όλα τα σχετικά βιβλία γράφτηκαν από τον θεό. Ωστόσο, εντελώς αναπάντεχα, το κενό αυτό ανέλαβαν να καλύψουν οι ποιητές.
Οπωσδήποτε, η ανατροπή των νοοτροπικών δεδομένων αναφορικά με τον Εωσφόρο ξεκινά με τον Άγγλο ποιητή John Milton και το ποίημά του Paradise Lost (1667). Το θέμα του έργου είναι ο πειρασμός του Αδάμ και της Εύας και η έξωσή τους από τον Παράδεισο, αλλά η ιστορία ξεκινά με την περιγραφή των ενεργειών του Lucifer και των οπαδών του, που βρίσκονται στη φλεγόμενη Κόλαση μετά την ανταρσία τους. Σε αντίθεση με την παράδοση που τον ήθελε αποκρουστικό και τερατόμορφο, o Lucifer του Milton είναι εξόχως ελκυστικός: υπερήφανα υπέροχος, διατηρώντας ακόμη μέρος της αρχικής του λαμπρότητας, παρ’ όλα αυτά σκοτεινός, στο πρόσωπό του βαθιές ουλές, στα μάτια του σκληρότητα και πάθος.
Αν και η σύλληψη του Lucifer είναι ριζοσπαστική, εν τούτοις η ποιητική φαντασία του Milton δεν λειτουργεί εν κενώ. Από τον 16ο αι., φιλόσοφοι αλλά και θεολόγοι αρχίζουν να βλέπουν τον διάβολο με λιγότερο τρόμο και, μολονότι δεν αρνούνται την ύπαρξή του, τον υποβιβάζουν στην κατηγορία των αποτυχημένων. Ο Erasmus προχωρεί ακόμα περισσότερο, λέγοντας πως είναι προτιμότερο να θεωρούμε τον σατανά ως μια μεταφορά για τις ανήθικες τάσεις που ενοικούν σε κάθε άνθρωπο. Τον 17ο αι., πάλι, ενωρίτερα από τον Milton, ο Ben Jonson γράφει την κωμωδία The devil is an ass (1616), όπου ο διάβολος επισκέπτεται το Λονδίνο και δηλώνει πως η Κόλαση είναι δημοτικό σχολείο μπροστά σ’ αυτήν την πόλη.
Έχοντας απωλέσει μέρος των τρομερών του ιδιοτήτων, ο σατανάς θα παραμεριστεί εντελώς στα χρόνια του Διαφωτισμού· το τελευταίο χτύπημα θα προέλθει από έναν ποιητή που βρίσκεται ανάμεσα στον Διαφωτισμό και τον ρομαντισμό, τον Goethe. Ο Μεφιστοφελής του στον Faust είναι πράγματι ένας αποτυχημένος: ψεύτης και κατεργαράκος, δεν πια τη δύναμη ούτε να τρομάζει, καθώς εμφανισιακά δεν διαφέρει από έναν οποιονδήποτε αστό. Όταν εν τέλει ο Faust σώζεται και δεν καταλήγει στην Κόλαση, ο Μεφιστοφελής απομένει ν’ αναρωτιέται αν τελικά αξίζει τον κόπο να βάζει σε πειρασμό επιπόλαιους νεαρούς ακολούθους.
Το ξεθώριασμά της παλαιάς εικόνας του διαβόλου φαίνεται πως ήταν αναγκαίο, προκειμένου για την επανεμφάνισή του με άλλους όρους και σε άλλα συμφραζόμενα. Κι αν ο μιλτώνειος Lucifer δεν τάραξε όσο έπρεπε τους αναγνώστες του 17ου και του 18ου αι., όμως προσείλκυσε αμέσως το βλέμμα των ρομαντικών. Στο The Marriage of Heaven and Hell (1790-93), o William Blake υποστηρίζει ότι ο Milton (ως αληθινός ποιητής) ήταν με το μέρος του διαβόλου, χωρίς να το γνωρίζει. Ο Shelley, πάλι, θεωρεί ότι στο Paradise Lost, o Lucifer είναι ηθικώς ανώτερος από τον θεό, που παριστάνεται ως ένας αυθαίρετος και τυραννικός ηγεμόνας· βέβαια, παραδέχεται ότι το μεγαλείο του εκπεσόντος αγγέλου αμαυρώνεται από την αλαζονεία και την εκδικητικότητά του και δηλώνει ότι ο τύπος της υψηλότερης ηθικής και διανοητικής τελειότητας είναι ο Προμηθέας. Αλλά, ακριβώς η αλαζονεία, το πάθος και το υπέροχο σκοτεινό μεγαλείο είναι που γοητεύουν τον αιρετικότερο ποιητή του αγγλικού ρομαντισμού, τον Byron. Ο Lucifer και ο Προμηθέας είναι γι’ αυτόν τα αρχέτυπα του noble outlaw, του υπέροχου εγκληματία, του αμετανόητου επαναστάτη· και ο ήρωάς του, ο βυρωνικός ήρωας, αποτελεί τη λογοτεχνική ενσάρκωση αυτού του συνδυασμού. Ο βυρωνικός Lucifer, που εμφανίζεται στο ποίημα Cain (1821) έχει τη σκοτεινή γοητεία του μιλτώνειου προγόνου του. Στην τυφλή πίστη του Αδάμ και της Εύας, αντιπαραθέτει τον ορθολογισμό και τον σκεπτικισμό του, και δεν διστάζει να χαρακτηρίσει το θεό έναν ανήθικο, τυραννικό ηγεμόνα που φτιάχνει κόσμους και τους καταστρέφει, μόνο και μόνο για να διασκεδάσει την ανία του. Ο πόνος και τα μαρτύρια τον έχουν σημαδέψει, αλλά δεν έχουν λυγίσει το ανεξάρτητο πνεύμα του ούτε την αλαζονεία του – μια αλαζονεία όμως που απορρέει από την αντίθεσή του στην αυθαιρεσία και τη βία της θεϊκής εξουσίας και από την κατάκτηση της ελευθερίας του, έστω και με τίμημα την αιώνια κόλαση.
Ο αναθεωρητικός χαρακτήρας του ρομαντισμού ήταν εξ αρχής ευνοϊκός σε κάθε νέα ερμηνεία παλαιότερων μύθων και παραδόσεων. Ούτως ή άλλως, η μορφή του noble outlaw είχε ήδη διαγράψει μια πορεία στο γοτθικό δράμα, με κυριότερο εκπρόσωπο τον Karl Moor, τον πρωταγωνιστή στο Die Räuber (1781) του Schiller (και είναι ενδιαφέρον ότι ο Moor χαρακτηρίζεται «άγγελος και δαίμονας», σκοτεινός και λαμπρός συγχρόνως, και προκαλεί αυτό το μεικτό αίσθημα έλξης και τρόμου, παραπέμποντας έτσι στον μιλτώνειο Lucifer). Επιπλέον, στο έργο Jamben (1785) του Friedrich Leopold Stolberg, o Lucifer είχε παρουσιαστεί ως «φορέας του φωτός», στον οποίον η ανθρωπότητα χρωστούσε την αλήθεια και τη φώτιση (η σκιά του Προμηθέα είναι περισσότερο από ορατή). Το έδαφος λοιπόν ήταν ήδη έτοιμο· η επίδραση της βυρωνικής ποίησης (ιδίως μετά το θάνατο του Byron στα 1824) απλώς επιτάχυνε τις εξελίξεις. Όπως ήταν φυσικό, οι γάλλοι βυρωνόληπτοι ρομαντικοί δεν άργησαν να υιοθετήσουν τη νέα εκδοχή του Εωσφόρου. Καθώς όμως ο Shelley και ο Byron είχαν επιμείνει στα προμηθεϊκά χαρακτηριστικά του, οι γάλλοι ομόλογοί τους δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να οδηγήσουν την ιστορία στα έσχατα όριά της: έτσι, είτε αναπροσδιόρισαν την έννοια του κακού, υπογραμμίζοντας την αισθητική του διάσταση (όπως έκαναν ο Baudelaire και οι «καταραμένοι» ποιητές) είτε αποφάσισαν πως ο «προαιώνιος εχθρός» είχε περάσει αρκετούς αιώνες μαρτυρίου, ώστε να έχει πλέον δικαίωμα στη σωτηρία. Σε κάθε περίπτωση, δεν αποδίδουν την πτώση του σε φθόνο ή σε εξουσιαστικές φιλοδοξίες, αλλά στην επιθυμία του να σκέφτεται και ν’ αποφασίζει μόνος του, αντί να υπακούει σε άνωθεν εντολές.
Φυσικά, η ιστορία δεν σταμάτησε στη Γαλλία. Ο ιταλός ποιητής Giosuè Carducci, λ.χ., αναπαριστά τον Lucifer ως «τον αιώνιο εχθρό κάθε αυταρχισμού, τον σημαιοφόρο των μεγάλων μεταρρυθμιστών και των ανανεωτών σε κάθε εποχή» (Inno a Satana, 1863). O Αugust Strindberg, πάλι, στο έργο του Lucifer or God (1877) τον παρουσιάζει ως μια σύνθεση του Απόλλωνα, του Προμηθέα και του Χριστού και τον θεοποιεί, δαιμονοποιώντας τον θεό.
Ένα από τα έργα που αποτυπώνουν σαφέστερα το νέο συμβολισμό του εκπεσόντος αγγέλου είναι το Revolté des Anges (1914) του Anatole France. Η υπόθεσή του αναφέρεται στη δεύτερη επανάσταση των αγγέλων εναντίον του θεού. Έχοντας οργανώσει τις δυνάμεις τους, οι ηγέτες της εξέγερσης αναζητούν τον Lucifer για να του προσφέρουν την αρχηγία. Τον βρίσκουν καθισμένο δίπλα στα νερά του Γάγγη, όμως εκείνος αρνείται να τεθεί επικεφαλής. Ξέροντας ότι αν ανελάμβανε την εξουσία θα γινόταν πιο τυραννικός ηγεμόνας από τον θεό, προτιμά να παραμείνει ο έκπτωτος εξόριστος από τους ουρανούς, παρά να μεταβληθεί σ’ εκείνο που μισούσε.
Έτσι, είτε σώζεται είτε όχι, ο Εωσφόρος προβάλλει πλέον ως ο αιώνιος επαναστάτης εναντίον οποιασδήποτε τυραννίας – ακόμη κι εκείνης που θα επιχειρούσε να νομιμοποιηθεί στο όνομα του αγαθού.
Λίτσα Χατζοπούλου: Έκπτωτος άγγελος (μια μάλλον σκοτεινή ιστορία)
Δημοσιεύθηκε την 09/01/2012 από SF

Read More

Social Profiles

Twitter Facebook Google Plus LinkedIn RSS Feed Email

From November 2024

Flag Counter

Labels

biographies (14) fiction (1) Historical (97) Legend (9) My Memories (1) Poetry (4) Science (22) Sosial (13) Space (4) youtube (1)

Blog Archive

Blog Total View

OnLine Opinions..

Click to Open Click to Open Click to Open antinews

Αναγνώστες

BTemplates.com

Theme Download

Το DNA μας, είναι ένας ταξιδιώτης από μια παμπάλαια χώρα που ζει μέσα σε όλους μας. Όλοι είμαστε συνδεδεμένοι, μέσω των μητέρων μας, με μια χούφτα γυναίκες που έζησαν πριν από δεκάδες χιλιάδες χρόνια.

Copyright © Seafarer97 | Powered by Blogger
Design by Lizard Themes - Published By Gooyaabi Templates | Blogger Theme by Lasantha - PremiumBloggerTemplates.com