Read More

Τα Κουλέντια

Τα Κουλέντια (σήμερα Ελληνικό), είναι ένα ήρεμο μικρό γραφικό χωριό, με υπέροχη θέα, κρυμμένο στη νοτιοανατολική γωνιά της Λακωνικής γης. Το χωριό βρίσκεται σκαρφαλωμένο στα εξακόσια μέτρα υψόμετρο .... κλιμακωτά....
Read More

Η Μονεμβάσια ή Μονεμβασία

Η Μονεμβάσια ή Μονεμβασία ή Μονεμβασιά ή Μονοβάσια, γνωστή στους Φράγκους ως Μαλβαζία, είναι μια μικρή ιστορική πόλη της ανατολικής Πελοποννήσου, της επαρχίας Επιδαύρου Λιμηράς, στο Νομό Λακωνίας.
Read More

Η προβλήτα της Αγίας Μαρίνας,

Η σιδηροδρομική γέφυρα (ή προβλήτα) της Αγίας Μαρίνας, αποτελεί το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του παραθαλάσσιου χωριού και ταυτόχρονα είναι ένα πολύ σημαντικό νεότερο Βιομηχανικό μνημείο, ηλικίας 130 ετών. Εκεί μάθαινα να κολυμπώ και δέθηκα με την θάλασσα...
Read More

Βλυχάδα Ρειχιάς: Η κρυμμένη παραλία που μαγεύει τους επισκέπτες

Κάποια μέρη που βλέπουμε, ακόμα και μέσα από μερικές φωτογραφίες, μας κάνουν να θέλουμε να τα επισκεφθούμε, γιατί απλά, φαίνεται πως είναι από αυτά που λέμε κρυμμένοι παράδεισοι.
Read More

5 χιλιόμετρa από την Σούρπη, συναντάμε τον οικισμό Νήες.

Είναι ένας παραθαλάσσιος οικισμός, με μοναδικές γωνιές, που όσοι τις έχουν απαθανατίσει με την φωτογραφική τους μηχανή, τις παρομοιάζουν με πίνακα ζωγραφικής.

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011

Αρρενωπότητα

Ο Αλκιβιαδης θυμάται!Μπαχρέιν! Το πλοίο αγκυροβόλησε στον υπεράκτιο τερματικό σταθμό, που χειρίζεται την εξαγωγή αργού πετρελαίου και ο Αλκιβιάδης με τον Παυσανία ξεμπαρκάρησαν στο Βασίλειο του Μπαχρέιν μία μικρή αραβική μοναρχία της Μέσης Ανατολής που το όνομα στα αραβικά σημαίνει «Δύο θάλασσες». Στους Έλληνες της Ελληνιστικής περιόδου ήταν γνωστό ως Τύλος. Είναι μια νησιωτική χώρα, που αποτελείται από ένα επίπεδο και ξηρό αρχιπέλαγος στον Περσικό Κόλπο. Δεν άργησαν να βρεθούνε στο ξενοδοχείο στη Μανάμα τη πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη.
Περασμενα μεσάνυχτα και ο Αλκιβιαδης συνεχίζει να γαμάει το λατρεμένο μωρό του τον Παυσανία και ο πούτσος του να μην ανταποκρίνεται, τουλάχιστον έτσι όπως θα ήθελε. Κινείται απλά, μέσα στην κωλοτρυπίδα του Παυσανία σαν ναρκωμένος. Σαν να κάνει ένα είδος αγγαρείας.
Προσπαθεί, δοκιμάζει τις αντοχές του. Αλλάζει στάσεις, σκέφτεται εικόνες, από άντρες και γυναίκες που τον καυλώνουν και πάντα θα ήθελε να γαμήσει, αλλά τίποτα. Το θέλει, αλλά ο πούτσος του συνεχίζει να διαφωνεί κάθετα με τις διαθέσεις του. Κι όμως τα κάνει όλα σωστά. Τον γλείφει το μωρό του, το ρουφάει το φιλάει επιμένει, από πάνω, από κάτω από τα πλάγια, ο Παυσανίας του μουρμουρίζει πως γουστάρει άγριο σεξ και του έλεγε συνέχεια «σκίσε με αγορίνα μου, έτσι- έτσι να καυλώνω στην αγκαλιά σου» με βογγητά!
Μέτα από ολιγόωρη μάχη ο Αλκιβιαδης άνευ ουσιαστικού αποτελέσματος το αποφάσισε. Δεν πάει στο διάολο. Μόνο ένα πράγμα μένει για να συνεχιστεί η ερωτική τους νύχτα!
«Γάμησε με εσύ, μωρό μου..», ψιθυρίζει του Παυσανία.
«Είσαι σίγουρος;», τον ρωτάει.
«Σου είπα! Γάμησε με!», του λέει. Σχεδόν τον διατάζει σαν να είναι ο CEO της ναυτιλιακής εταιρείας.
Αλλάζουν θέσεις. Αισθάνεται ο Αλκιβιαδης τη βάλανο του πούτσου του Παυσανία να μπαίνει στην κωλοτρυπίδα του και αμέσως καταλαβαίνει πως αυτή τη διείσδυση χρειαζόταν για να αναζωογονηθεί. Ο πούτσος του Παυσανία γλιστρά, βυθίζεται μέσα στον κώλο του Αλκιβιάδη που νιώθει τον πούτσο του να σκληραίνει.
Σκύβει και ανοίγει τα πόδια του για να μπορέσει να δεχτεί την πίεση του κορμιού του Παυσανία πάνω του. Πιάνοντας τον πούτσο του συνειδητοποιεί ξαφνικά πόσο σκληρός γίνεται όταν τον γαμάει ο Παυσανίας και πόσο τον τιμωρεί με την αδιαφορία του όταν κι αυτός τον αγνοεί.
Ο Παυσανίας άρχισε να τον γαμάει με έξαψη, με κλειστά μάτια, σφυρίζοντας λέξεις που χανόντουσαν ανάμεσα στα βογκητά, και ο Αλκιβιαδης τον ένιωσε σα βιαστή του που ξεσπούσε στο παραδομένο θύμα του. Ο Αλκιβιάδης σκυμμένος, γονατισμένος, στα τέσσερα νιώθει τα δάχτυλά του Παυσανία να αγκαλιάσουν τον πούτσο του, να τον περιβάλλουν τρυφερά. Αισθάνεται τον οργασμό του να βρίσκεται στο ανώτερο σημείο. Είναι υγρός. Η κωλοτρυπίδα του σφίγγει τον πούτσο του Παυσανία.
Οι αναστεναγμοί που βγαίνουν από το στόμα του Παυσανία αφήνουν έκπληκτο τον Αλκιβιάδη με την έντασή τους. Δεν ξέρει αν είναι από την ευχαρίστηση ή από την υπερπροσπάθεια. Δεν ξέρει, αλλά δεν έχει και την πολυτέλεια να σκεφτεί. Είναι αργά. Τα υγρά που αναβλύζουν από τον πούτσο του πλημμυρίζουν τα δάχτυλά του Παυσανία και μουσκεύουν τα σεντόνια.
«Γάμησε με. Πιο σκληρά!», του ζητάει. Θέλω να μπεις βαθιά μέσα μου και να με σπρώξεις όσο δυνατά θέλεις.» του λέει με λάγνο βλέμμα. 
Ο Παυσανίας πιάνεται από τους ώμους του Αλκιβιάδη και ξεκινά να σπρώχνει πιο βαθιά τον πούτσο του μέσα του. Πιο βαθιά, πιο δυνατά. Σε κάθε σπρώξιμο ο Αλκιβιαδης γρυλίζει. Τον επιδοκιμάζει. Μ’ ένα γρύλισμα. Τον γαμάει τόσο άγρια, τόσο άγρια όσο ήθελε. Αρχίζει να φοβάται πως σιγά - σιγά θα αρχίσει να χάνει τον έλεγχο των σωματικών του λειτουργιών.
Η πούτσα του Παυσανία μπαινόβγαινε σαν έμβολο και κάθε φορά που έμπαινε, ο Αλκιβιάδης έσπρωχνε τη λεκάνη του δυνατά, ώστε να νιώθει το γαμήσι πιο έντονα. Παραληρούσε από τον ερεθισμό του. «Αχχχ» φώναζε, «τι γαμήσι είναι αυτό που μου κάνεις ρε μωρό μου!», «Χρόνια είχα να ευχαριστηθώ τέτοια καύλα ο πούστης.»
Η ηδονή, η καύλα, βασιλεύει στο κορμί του Αλκιβιάδη και αισθάνεται εξαπατημένος. Ο πούτσος του είναι έτοιμος να εκπυρσοκροτήσει σπέρμα και ο Παυσανίας καθυστερεί πολύ, τόσο πολύ. Πρέπει να τον παρακινήσει. Καμιά φορά η σιωπή δεν είναι καλή στο γαμήσι και ας υποστηρίζει το αντίθετο o Παυσανίας του. Πρέπει να τον παρακινήσει, να τον βγάλει από τη λήθη.
Κι αυτό κάνει. Του λέει να αυξήσει τον ρυθμό του, αισθάνεται την ανάσα του να ζεσταίνει τον αυχένα του, ακούει ανάμεσα στα βογγητά του την απάντησή του. Είναι σίγουρος πως η εκσπερμάτωση δεν θ’ αργήσει να έρθει. Το μάκρος και το πάχος του πούτσου του Παυσανία έχει διπλασιαστεί.
Ο Αλκιβιαδης έσπρωχνε τον κώλο του, φέρνοντάς τον πιο βαθιά μέσα του. Ταυτόχρονα ο Παυσανίας συνεχίζει να τον γαμάει αλύπητα, χωρίς έλεος χώνοντας όλο το παλούκι του μέσα του και η Αλκιβιαδης είχε χάσει τον κόσμο μίλαγε ασυνάρτητα. Ο Παυσανίας βογκούσε και του έλεγε ερωτόλογα, ενώ του ρούφαγε το αυτί και του έγλειφε το λαιμό μανιασμένος σαν άγριο ζώο. Τα αρχίδια του χτυπούσαν τα κωλομέρια του Αλκιβιάδη κάθε φορά που πάτωνε και του έστελνε τη καύλα στα ουράνια, τον αγκάλιασε και άρχισε να τον φιλάει με πάθος στον αυχένα καθώς τον γαμούσε ρυθμικά. 
«Δώστα μωρό μου! Έλα μωρό μου, γάμησε με πιο δυνατά μωρό μου, πιο δυνατά! Χύσε μωρό μου. Χύσε! Θέλω να αισθανθώ τα χύσια να με γεμίζουν. Θέλω να αισθανθώ τα χύσια σου να ξεχειλίζουν…», του λέει.
Η ανταπόκριση του Παυσανία είναι άμεση. Είναι έτοιμος, πρόθυμος να πυροβολήσει όσο πιο βαθιά μπορεί την κωλοτρυπίδα του Αλκιβιάδη με το σπέρμα του. Καθώς χύνει αισθάνεται τον ιδρώτα του. Σταγόνα - σταγόνα να τρέχει στη πλάτη του, στα πλευρά του Αλκιβιάδη.
Στιγμιαία θυμάται τον πατέρα του που συνέδεε τον ιδρώτα με την αρρενωπότητα. Και ο Παυσανίας του το αποδεικνύει  αυτό. Είναι και αυτός ένας ερωτικός άντρας που ιδρώνει μέχρι να καταφέρει αυτό που θέλει. Δίνει μάχες, προσπαθεί. Καταβεβλημένος από την προσπάθειά του καταρρέει πάνω στην πλάτη του Αλκιβιάδη. Γίνονται ένα με το κρεβάτι, βογκάνε, στενάζουν, φιλιούνται.
Read More

Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2011

Ενήλικες συναινούντες

..Όταν ένας άνδρας αρχίζει να νιώθει φυσιολογική τη φαντασίωση του, εξοικειώνεται όλο και περισσότερο με την ιδέα της πραγματοποίησής της. Mε ερεθίζει το συγκεκριμένο είδος φαντασίωσης που δεν είναι κάτι καινούργιο, όμως ποια είναι, τα όρια του φυσιολογικού; Όταν οι φαντασιώσεις μετατραπούν σε έντονες πράξεις; Κι όταν η σεξουαλική συνεύρεση φτάσει στο τέλος της, τι θα αφήσει πίσω της; Και πώς θα είναι η σχέση μετά; Η δύναμη του σεξ εκφράζεται πάντα με την αποδοχή και συμμετοχή των ερωτικών συντρόφων, οι οποίοι ως πρωταγωνιστές έχουν το δικαίωμα να παίξουν τον δικό τους ρόλο, φτάνοντας μέχρι εκεί που αυτοί ξέρουν. 
Παρότι το θέμα είναι πολύ παλιό, έχει ακόμη απαντήσεις, πράγμα που σημαίνει ότι γαργαλάει! Ενήλικες συναινούντες, μη πάσχοντες από ψυχιατρική νόσο, και κάνουν επί της κλίνης τους οτιδήποτε αρκεί να μην εμπίπτει στις διατάξεις των νόμων, το θεωρώ αποδεκτό. Κάποιο βαθμό κριτικής θα ασκήσω εις αυτούς που χρησιμοποιούν το σεξ για κοινωνική και επαγγελματικη άνοδο.
Στα καθ΄ ημάς! Πόσο πιο αθώος είναι άραγε ο αγρότης που ουδέποτε μοίχευσε, αλλά καλλιεργεί φράουλες με τεράστιες ποσότητες τοξικών; Ο κτηνοτρόφος που ταΐζει τα ζώα του με εγκληματικά φυράματα; Ο δάσκαλος η ο καθηγητής που δεν διδάσκει στο σχολείο, για να τα εισπράξει στα ιδιαίτερα; Απλώς έχουμε μάθει να δείχνουμε με το δάκτυλο τη σεξουαλική παρεκτροπή ως σπάνιο δέντρο, αγνοούντες το δάσος της διαφθοράς που μας περιβάλλει. Βασικός κανόνας λοιπόν αυτού του παιχνιδιού είναι η συναίνεση, με αυστηρή προϋπόθεση «τα εν οίκω μη εν δήμω»...
Ο Αλκιβιαδης θυμάται..
Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε που ο Παυσανίας και ο Αλκιβιάδης γνωρίστηκαν πρώτη φορά. Την εποχή εκείνη ήταν δυο νεαροί άνδρες! Αξιωματικοί της εμπορικής ναυτιλίας που η τύχη τα έφερε έτσι ώστε να βρεθούν στην ίδια ναυτιλιακή εταιρεία και με σύμβαση εργασίας στο ίδιο πλοίο. Η καθημερινή επαφή τους στον εργασιακό τους χώρο στο πλοίο είχε ως αποτέλεσμα πολύ σύντομα να γίνουν κολλητοί και η παρέα τους άρχισε να γίνεται όλο και συχνότερη. Πολύ γρήγορα έγιναν αχώριστοι φίλοι με όλα τα πλεονεκτήματα μεταξύ δύο καλών φίλων. Καθόλου δεν άργησαν να νιώθουν ότι έχουν καλή χημεία, κι έτσι η συμβίωση στο ίδιο πλοίο τους έδωσε χρόνο προσαρμογής προκειμένου να διαπιστώσουν ότι βάσει των χαρακτήρων τους ταιριάζουν. Του Παυσανία ο Αλκιβιάδης του βγάζει μια έντονη οικειότητα μια αίσθηση που ξεπερνά την απλή γνωριμία και φτάνει σε ένα επίπεδο βαθύτερης σύνδεσης και μια ανεξήγητη έλξη που νιώθει μέσα του. Κάτι που του προκαλεί ένα θετικό συναίσθημα. Νιώθει πως ταιριάζει καλά μαζί του. Δεν είναι σίγουρος γιατί, αλλά το νιώθει και όλο κάτι τέτοιες σκέψεις τον βασάνιζαν. Του κάνει κλικ, βρε παιδί μου και είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί να το δικαιολογήσει με λόγια, δεν μπορεί να το περιγράψει ακριβώς είναι κάτι έξω από τον συνειδητό του έλεγχο. Ο εγκέφαλός του αναγνωρίζει κάτι το γνώριμο στον Αλκιβιάδη και επιζητούσε να είναι συνέχεια μαζί του, δεν διαφωνούσε με ότι ήθελε να κάνουν και πάντα έδινε σε αυτόν την προτεραιότητα της επιλογής στη διασκέδαση του ελεύθερου χρόνου τους. Ο Παυσανίας όταν παρουσιαζόταν η ευκαιρία πείραζε επάνω στο χαβαλέ τον Αλκιβιάδη με χιούμορ που δεν υποδήλωνε μια ενοχλητική ειρωνεία, αλλά μια βαθιά και συχνά συγκαταβατική ανθρώπινη συμπάθεια που εξομάλυνε και λείαινε τα πειράγματα του. Από τα πιο χαρακτηριστικά που έκανε ήταν να τον λέει «καυλιάρη» και κάποιες φορές «πουτσαρά μου», αλλά αυτό δεν τον ενοχλούσε τον Αλκιβιάδη γιατί τα έπαιρνε πως του τα έλεγε για πλάκα. Επίσης αρκετά συχνά του έκανε ανώδυνες σεξουαλικές χειρονομίες πάνω στο πείραγμα. Ο Αλκιβιάδης το διασκέδαζε είναι η αλήθεια, δεν το έπαιρνε στα σοβαρά μιας δεν θεωρούσε πως υπήρχε κάτι πονηρό και ναι, μπορούσε απολύτως να είναι οικείος μαζί του ο φίλος του. Εν κατακλείδι η φιλική τους σχέση είχε θετικά χαρακτηριστικά συντροφικότητας που με ειλικρίνεια και χωρίς φόβο κρίσης μπορούσαν να υπάρχουν και διάφορα επίπεδα σωματικής οικειότητας και να νιώθουν απόλυτα άνετα ο ένας με τον άλλον. Άλλωστε κατά τη γνώμη του, ο Αλκιβιαδης θεωρούσε ότι μια φιλία χωρίς οικειότητα δεν είναι φιλία. Ψηλοί και οι δυο, ο Αλκιβιάδης γυμνασμένος με πλάτες φαρδιές, ο Παυσανίας πιο λεπτός αεράτος ο Αλκιβιάδης μελαχρινός ο Παυσανίας τον καιρό εκείνης της εποχής, είχε κοντά μαύρα κατσαρά μαλλιά, οβάλ λευκό πρόσωπο, μαύρα μάτια ανθρακίτης, χέρια περιποιημένα, συμμετρική περιφέρεια, ίσια πλάτη. Δεν ήταν στεγνός αλλά ούτε παχύς, φαρδύς με στέρνο ανοικτό. Είχε μια ελκυστικά αέρινη αίσθηση η όλη του παρουσία.. Δυο νεαροί όμορφοι άνδρες στα  είκοσι πέντε και είκοσι τρία χρόνια τους. Ο Παυσανίας από την πρώτη τους επαφή τον Αλκιβιάδη τον γούσταρε τρελά, και τον ερωτεύτηκε πλατωνικά, έχει όμως πρόβλημα πως να του ανοιχτεί που σημαίνει ότι πρέπει να κρατήσει τα συναισθήματά του για τον εαυτό του! Ανησυχεί ότι αν ανοιχτεί και του πει πόσο του αρέσει ότι θα προκαλέσει να τον αποφύγει. Υποθέτει ότι μπορεί να έχει καταλάβει ο Αλκιβιαδης ότι τον γουστάρει, αλλά μπορεί και να κάνει λάθος. Νιώθει να περπατάει σε τεντωμένο σχοινί γύρω από το θέμα. Το καταλαβαίνει πως χρειάζεται υπομονή και κατανόηση και να είναι πρώτα φίλος και να μην περιμένει πολλά, μεχρι να δει αν μπορεί να τον εμπιστεύεται. 
Ο Αλκιβιάδης ήταν δυο χρόνια μεγαλύτερος και είχε για την ηλικία του αρρενωπά χαρακτηριστικά συν ότι γυμναζόταν τακτικά και είχε ωραίο κορμί και του έδινε λαβές του Παυσανία να τον φαντασιώνεται, γιατί σε κάθε ευκαιρία είτε στη καμπίνα του είτε στη δική του καμπίνα στο πλοίο τον ελεύθερο χρόνο τους ο Αλκιβιάδης κυκλοφορούσε με τη βερμούδα του και ο Παυσανίας φυσικά δεν έχανε την ευκαιρία να παίρνει μάτι το σώμα του αλλά κυριότερα το φούσκωμα μέσα από τη βερμούδα, που του χτυπούσε συναγερμό στο μυαλό του! Έτσι το μυαλό του είχε αρχίσει να κάνει ασταμάτητα σενάρια κι υποθέσεις γεμάτα ιδέες, σαν άλλος Ανδρέας Εμπειρίκος που ήξερε να μετατρέπει τις φαντασιώσεις σε σπουδαία λογοτεχνία. Ο Παυσανίας αναπαράγει με τη σκέψη του σεξουαλικές φαντασιώσεις χωρίς να νιώθει ενοχικά που επιθυμεί την εξερεύνηση των σεξουαλικών του ορίων χωρίς περιορισμούς. Άλλο ήταν αυτό που σφοδρά επιθυμούσε! Ουδόλως επιθυμούσε τις νύχτες αϋπνίας όταν άρχιζε να νιώθει τα βλέφαρά του βαριά σαν σιδεριές να γράψει λογοτεχνικό κείμενο με τις φαντασιώσεις του, αλλά  να κάνει τις φαντασιώσεις του πραγματικότητα. Χωρίς ντροπές και ταμπού και χωρίς λογοκρισία οι εικόνες που φτιάχνει το μυαλό του ήταν αρκετές για να του προκαλέσουν σεξουαλική διέγερση και πολύ το επιθυμούσε τη σεξουαλική διέγερση αυτή να τη μοιραστεί με τον Αλκιβιάδη και να κάνουν πραγματικότητα τις φαντασιώσεις του. Να κάνουν πράξη τη φαντασίωση του και ο πούτσος του Αλκιβιάδη να του χαρίσει την απόλαυση που κρύβεται πίσω από τον σφιγκτήρα της κωλότρυπας του. Να τον ανακουφίσει από τη φαγούρα του, σ' αυτή τη γαμημένη τρύπα! Τα βραδυα στην καμπίνα του, τις ώρες τις μοναχικές του, έχανε το μυαλό του, μ' όλα αυτά που τα σκεφτόταν με κάθε λεπτομέρεια και βασάνιζε μανιωδώς την πούτσα του και την κωλότρυπα του. Ο σπόρος είχε πέσει και ο Αλκιβιάδης σαν εραστής του είχε γίνει εμμονή. Κάτι τo τόσο απαγορευμένο σ΄ ένα αυθαίρετο, ασαφές, κοινωνικό κατασκεύασμα το τι είναι η ηθική και τι ορθό η λάθος, η ομόφυλη επαφή τους, σκεφτόταν πως δε θα μπορούσε παρά να είναι υπέροχη. Να τον ο Αλκιβιάδης έχει στα τέσσερα και να τον σφυροκοπάει. Εκείνη την ώρα ένιωθε πως μέσα του, σαν να είχε ανάψει μία φωτιά. Θα επιδίωκε όμως κάτι; Απ' τη μια μεριά σκεφτόταν ότι είναι αδιανόητο κι απ' την άλλη το μυαλό μου κατάστρωνε ήδη σχέδιο για το πως θα τα ρίξει στον Αλκιβιάδη, για το πως θα μπορέσει να τον κάνει να το δει όπως κι αυτός σαν μια απαγορευμένη καύλα που θέλει να γευτεί.
Ο Αλκιβιάδης τον καιρό εκείνο ήταν ελεύθερος! Δεν υπήρχε κάτι μόνιμο στις σχέσεις του εκτός από κάτι περιστασιακές ερωτικές επαφές χωρίς δέσμευση. Στο πρώτο στάδιο της γνωριμίας τους λέγανε τα προσωπικά τους και για το τι θέλουν να κάνουν μόλις ξεμπαρκάρουν. Όταν ο Παυσανίας είχε ρωτήσει τον Αλκιβιάδη εάν υπάρχει κάποια μόνιμη σχέση εκείνος του είχε απαντήσει αφοπλιστικά.«Φιλαράκο οι μόνιμες σχέσεις παχαίνουν! Δεν θα πιστεύεις πόσα κιλά παίρνεις, οι γυναίκες είναι η «κακή επιρροή» στη σχέση.» Και ο Αλκιβιάδης γνωρίζοντας την τελευταία σχέση του Παυσανία τον είχε  ρωτήσει πως τα πηγαίνει με τη Δάφνη την κοπέλα του τι σκοπεύει και ποια είναι τα σχέδια του. Ο Παυσανίας του είπε ότι υπάρχει αλληλο-εκτίμηση και ένας σεβασμός αλλά η Δάφνη είναι πολύ πρόσφατη σχέση και ελπίζει πως θα έχει αίσια κατάληξη.
«Κάθε νόμισμα έχει προφανώς δύο όψεις, μπορεί οι σχέσεις να παχαίνουν αλλά τα καλά του σοβαρού και μακροχρόνιου δεσμού είναι πολλά. Αυτό δεν σε συμβουλεύει η μητέρα σου;» του λέει ο γελώντας καλόκαρδα ο Αλκιβιαδης.
Με μισόλογα του είχε εκμυστηρευτεί ότι είχε ένα δεσμό τρία χρόνια σχεδόν την αγαπούσε αλλά κάποια στιγμή έμαθε πως τον απάτησε. Η Ελβίρα μια μικροκαμωμένη ξανθιά κοπέλα ένα πλάσμα γλυκύτατο, ανήσυχο, που αντιμετώπιζε ακόμη και τα σοβαρά πράγματα με μια ελαφρότητα, και είχε πολλά παράπονα από την ερωτική τους σχέση. Σαν γειτόνοι είχαν ζήσει μαζί όλα τους τα χρόνια στο νησί μέχρι την αποφοίτηση απ' το τοπικό λύκειο. ήταν η πρώτη του κοπέλα με την οποία ολοκλήρωσε, είχαν μείνει μαζί περίπου τρία χρόνια και χώρισαν πολύ άσχημα. Μετακομίζοντας ο Παυσανίας στην Αθήνα και σαν φοιτητής στη σχολή Εμπορικού ναυτικού πολλές φορές αναρωτήθηκε τι ήταν εκείνο που τον κρατούσε σ’ αυτή τη σχέση. Όλα αυτά τα χρόνια των σπουδών του η σχέση τους πέρασε από πολλές δοκιμασίες. Την περίοδο της στρατιωτικής του θητείας η κοπέλα ουσιαστικά μπαινόβγαινε στη ζωή του, την είχε δει ελάχιστες φορές και αυτές φευγαλέα. Ταυτόχρονα μάθαινε ότι κάποιο διάστημα είχε μπει στη ζωή της παλιός συμμαθητής τους όταν ανακάλυψε ότι αυτό το φαινομενικά σεμνό κορίτσι που με το ζόρι την κατάφερνε να του κάνει καμιά πίπα και κώλο δεν έδινε, που του πουλούσε αγάπες και έρωτες, στην πραγματικότητα ξεσκιζόταν γενικώς και αδιακρίτως με άλλους, πίσω από την πλάτη του όταν μπαρκάρισε στο πρώτο του πλοίο. Ο Αλκιβιαδης είχε καταλάβει πως ο Παυσανίας δεν την είχε ξεπεράσει τελεσίδικα και απλά τον συμβούλεψε να αφήσει το παρελθόν πίσω του να αφοσιωθεί στην νέα του σχέση καθώς η κάθε σχέση είναι διαφορετική. Εκείνος του απάντησε απλά ένα «Ναι έχεις δίκιο» και άφησαν εκεί την κουβέντα..
Η λύση στην ακατανίκητη επιθυμία για σεξουαλική τους επαφή και συνεύρεση που προφανώς ο Παυσανίας διακαώς επιθυμούσε αλλά μια δειλία τον συγκρατούσε και δεν το τολμούσε να το ζητήσει δεν άργησε να έλθει. Η ερωτική ιστορία των δυο φίλων ξεκίνησε μετά από μια έξοδο τους στο φημισμένο λιμάνι του Cape Town της South Africa...
Οι δυο νεαροί μας φίλοι αποφάσισαν ότι ήταν η ώρα που έπρεπε να γυρίσουν στο πλοίο αφού είχαν απολαύσει ένα πλούσιο βραδινό γεύμα τελειώνοντας έτσι μια ευχάριστη εξόρμηση κατά τη διάρκεια της βραδιάς στο μοναδικό αυτό κοσμοπολίτικο λιμάνι της Νοτίου Αφρικής.
Το Κέιπ Τάουν είναι μία από τις παγκόσμιες πρωτεύουσες της υψηλής γαστρονομίας. Δεν είναι μόνο ο νυχτερινός ουρανός της Χώρας της Νότιας Αφρικής που είναι γεμάτος άστρα, είναι και τα εστιατόρια της πόλης που τα αστέρια Michelin δίνουν και παίρνουν, τοποθετώντας πόλη του Κέιπ Τάουν στην κορυφή της προτίμησης των καλοφαγάδων του κόσμου!  
Η κορυφαία και φημισμένη αστακό-μακαρονάδα του «Ακρωτηρίου» είναι ένα must για εκείνους που ψάχνουν την απόλυτη γεύση. Το άφθονο φρέσκο ψάρι, ο αστακός, αχινοί, και τα υπόλοιπα θαλασσινά, είναι καθημερινά στη διάθεσή σας. Επιλεγμένα εμφιαλωμένα κρασιά, συμπληρώνουν άριστα το μενού, είτε αυτό περιλαμβάνει ψάρι ή κρέας.
Τίποτα δεν προμήνυε αυτό που θα ακολουθούσε! Ήταν λίγο πριν τα μεσάνυχτα που το ταξί τους άφηνε πίσω τους την μεγάλη και στρογγυλή πλατεία που περιβάλει το Greenways Hotel στην Torquay Avenue, της πόλης του Ακρωτηρίου στη Νότιο Αφρική, όταν βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα τελείως απροσδόκητο επεισόδιο με εξελίξεις καταιγιστικές και τελείως απρόσμενες. 
Μια αναπάντεχη απόπειρα ληστείας τους είχε σαν συνέπεια την περιπετειώδη καταδίωξη τους, που παρά ολίγο έλειψε να καταλήξει σε τραγικό μακελειό.   
Όλα ξεκίνησαν στο σταυροδρόμι που δημιουργείται το αρχικό ύψος της Torquay Avenue. Ο οδηγός μιας μεγάλη παλαιάς αμερικάνικης Πλίμουθ τους έκλεισε το δρόμο δημιουργώντας μπλόκο στο ταξί που τους μετέφερε από το εστιατόριο στο πλοίο, με οδηγό του ταξί έναν Λιβανέζο που ήταν και ο  ιδιοκτήτης του. Στο παλιό αυτοκίνητο επέβαινε μια ομάδα από νέγρους που επιχειρούσαν να ακινητοποιήσουν το ταξί και να ληστέψουν τους νεαρούς επιβάτες του.
Για μεγάλη τους τύχη ο οδηγός του ταξί απόλυτα ψύχραιμος και νηφάλιος χωρίς να το καλοσκεφτεί ζύγισε με ψυχραιμία τα δεδομένα, δεν ακινητοποιήθηκε και με φιλότιμες προσπάθειες και συντονισμένες ενέργειες κατάφερε να διαφύγει από τον εγκλωβισμό των επίδοξων ληστών.
Ταυτόχρονα έβγαλε από το ντουλαπάκι του αυτοκινήτου και το εναπόθεσε στην άδεια θέση του συνοδηγού το τεράστιο μάγκνουμ 44 όπλο που κουβαλούσε μαζί του. Ακολούθησε καταδίωξη από τους επίδοξους ληστές μέχρι και την λεωφόρο heerengracht όπου και εγκατέλειψαν την προσπάθεια τους.
Οι δύο μας φίλοι με ορθάνοιχτα μάτια έμειναν να κοιτάζουν άλαλοι και αποσβολωμένοι τον οδηγό του ταξί, που η ψυχραιμία του τους έκανε να μοιάζουν με πανικόβλητες νοικοκυρές.
Μόνο όταν φτάσανε στο πλοίο και ξανάνιωσαν ασφαλείς, κατόρθωσαν να καλύψουν τον πανικό και το χτυποκάρδι τους, ν’ αρθρώσουν λόγο και να περιγράψουν τον ηρωισμό και το θάρρος του ταξιτζή τους.
Υπήρχε μεγάλο ποσοστό εγκληματικότητας στο Κέιπ Τάουν, σε ορισμένες περιοχές της πόλης οι κλεφτές, οι ληστές, οι πόρνες, οι λαθρέμποροι ναρκωτικών και οι κάθε λογής φυγόδικοι αποτελούσαν κράτος εν κρατεί. Το μεγαλύτερο ποσοστό της εγκληματικότητας αφορούσε το μαύρο πληθυσμό της πόλης που αυξάνονταν ραγδαία.
Ήταν η εποχή εκείνη που στη χώρα του απαρτχάιντ το να αφαιρέσεις ζωή νέγρου και μάλιστα επίδοξου ληστή ήταν αμελητέο αδίκημα.
Οι επιβάτες του ταξί  ήταν ο νεαρός μηχανικός του πλοίου ο Αλκιβιάδης παρέα με τον Παυσανία νεαρό δόκιμο μηχανικό με καταγωγή από ναυτική οικογένεια νησιού των Κυκλάδων που τελειώνοντας τη στρατιωτική του θητεία αρχικά αναζήτησε την επαγγελματική του τύχη στην στεριά χωρίς αποτέλεσμα ώστε τελικά να ακολουθήσει και αυτός την επαγγελματικη του τύχη στην θάλασσα.
«Τα καλά μας έρχονται με δυσκολία και μετά από αναζήτηση, ενώ τα κακά και χωρίς να τα αναζητήσουμε.» Του  έλεγε ο σοφός παππούς του Αλκιβιάδη.
Έτσι μέσα από αυτή την περιπέτεια και το σοκ, η δυνατή φιλία μεταξύ των δυο ανδρών, μετεξελίχθηκε σε μια όμορφη αλλά και δυνατή σχέση.  Ο ένας θα ανακαλύψει στον άλλο στοιχεία που του λείπουν.. Ο Παυσανίας είναι ένας ευγενικός νεαρός και γοητευτικός άνδρας με την κοσμοπολίτικη αύρα ενός καλλιτέχνη εν αντιθέσει με τον Αλκιβιάδη που σαν τον κότσυφα αγαπά την μοναξιά, συχνά παραδοσιακός, αλλά ευθύς κοινωνικός, και όταν αισθάνεται ότι ταιριάζει στην παρέα  είναι πάντα πρόθυμος και πάντα γεμάτος με καλές προθέσεις.
Και η φιλία τους που είχε ήδη ξεκινήσει από την πρώτη μέρα της γνωριμίας τους  άρχισε τώρα να μοιάζει με τα παλιά καλά βιβλία, που ο χρόνος έρχεται και τους προσδίδει πολύ μεγαλύτερη αξία.
Το σκηνικό έγινε τις επόμενες ώρες μετά την επιστροφή τους στο πλοίο! Ηταν μεσάνυχτα στην καμπίνα του Αλκιβιάδη μετά τη βραδινή βάρδια τους. Μετά τη βάρδια των οκτώ δώδεκα αφού απόλαυσαν ένα πολύ ελαφρύ γεύμα που ήταν εύκολο στην πέψη και δεν επιβάρυνε τον οργανισμό, τους ειδικά που ακολουθούσε ύπνος, ο Αλκιβιάδης πρότεινε στον Παυσανία αν ήθελε να τον επισκεφτεί στην καμπίνα του για ένα και μόνο ένα ποτό παρέα, απλά για να ηρεμήσουν από το τελευταίο άσχημο συμβάν και να χαλαρώσουν πριν κοιμηθούν. Φυσικά ο Παυσανίας δεν διστάζει καθόλου δεν άφησε την θεόσταλτη ευκαιρία να περάσει ανεκμετάλλευτη. «Έρχομαι τρέχοντας.» του λέει. 
Πήγε στην καμπίνα του έκανε ένα πολύ σύντομο ντους φόρεσε μια άνετη βερμούδα χωρίς εσώρουχο και δεν καθυστέρησε να βρεθεί στην άνετη καμπίνα του Αλκιβιάδη. Τον βρήκε και αυτόν μόλις είχε βγει από το μπάνιο του και φορούσε και αυτός μια χαλαρή καθημερινή βερμούδα. Ο Αλκιβιάδης είχε ήδη σερβίρει τα ποτά στο μικρο τραπέζι γραφείο, είχε βγάλει συνοδευτικά και ένα τετράγωνο μπολάκι από μελαμίνη με κομψή αίσθηση ξύλου, γεμάτο με ξηρούς Καρπούς κι αποξηραμένα Φρούτα. Τον κύριο φωτισμό της καμπίνας τον είχε κλείσει και είχε αναμμένη μια πλαφονιέρα τοίχου ώστε να διαχέεται ένας απαλός φωτισμός στο χώρο. 
Κάποια στιγμή επικρατούσε ησυχία και σιωπή είχαν πάψει να μιλάνε σα να ήταν μια συνειδητή επιλογή για να επικεντρωθεί ο καθείς στον εαυτό του και να παρατηρήσει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του, προσφέροντας τους ευκαιρία να αποσυνδεθούν από τον εξωτερικό κόσμο τους και να συνδεθούν με τον εσωτερικό τους εαυτό. Του Παυσανία η σιωπή ήταν ένα διάλειμμα που του πρόσφερε την ευκαιρία να εστιάσει τα μάτια του πάνω από το κορμί του Αλκιβιάδη κι η καρδιά του, αχ αυτή η καρδιά του χτύπαγε τόσο δυνατά που νόμιζε πως την άκουγε και ο Αλκιβιαδης.
Στο χαμηλό φως της καμπίνας, ο Αλκιβιάδης φάνταζε στα μάτια του ακόμα πιο άντρακλας, είχε αφήσει και μουσάκι από εκείνα που κάνουν γραμμή γύρω από το μάγουλο και καταλήγουν στο πιγούνι και γύρω από το πάνω χείλος που καλύπτονται με μερικών ημερών γένια. Όπως ήταν ακουμπισμένος και είχε απλωμένα τα πόδια του που σχεδόν έφταναν στον Παυσανία, το κορμί του φαινόταν ατελείωτο και απόλυτα αρσενικό. Αρρενωπός τα μπράτσα του είναι δυνατά, οι σμιλευμένοι ώμοι του, η αύρα του τον ερεθίζει. Είναι τόσο όμορφος και γλυκός όταν χαμογελάει και φανερώνει την φωτεινή λωρίδα της οδοντοστοιχίας του που έκανε μια γοητευτική αντίθεση με το μελαχρινό του δέρμα, όταν τα μάγουλά του ρυτίδωναν από το τέντωμα των ροδαλών χειλιών του που του Παυσανία του έβγαινε αυθόρμητη η διάθεση να του πει: «Αλκιβιάδη σ’αγαπώ, είμαι ερωτευμένος μαζί σου, Αλκιβιάδη θέλω να σου δοθώ και να σου προσφερθώ ολόκληρος μωρό μου, αγάπη μου»
Σκέφτηκε την μικρή διαφορά ηλικίας που είχαν, μόλις δύο χρόνια μεγαλύτερος του ήταν, αλλά στα μάτια του εκείνη την ώρα φαινόταν σαν ένα ώριμο αρσενικό, που θα μπορούσε να τον κάνει να πετάξει στον έβδομο ουρανό από καύλα! Κοιτάζοντας τον από πάνω μέχρι κάτω, ήδη είχε αρχίσει να τους φαντασιώνεται οι δυο τους σε ερωτικές περιπτύξεις. Ο Παυσανίας με μαεστρία αναζητεί να οδηγήσει την κουβέντα στα ενδιαφέροντα του, και ως γνωστό όλο και κάποια φήμη θα υπάρχει στον ναυτικό περίγυρο τους που θα αναφέρεται σε ιστορία που θα οδηγήσει για μια ακόμα φορά την κουβέντα σε σεξουαλικά λημέρια. Φήμες, και κουτσομπολιά που φαινομενικά αυθόρμητα διατρέχουν το σινάφι τους, και τα κουτσομπολιά που εξαπλώνονται από στόμα σε στόμα ανάμεσα τους. Του διηγείται τα κουτσομπολιά που κυκλοφορούσαν στο νησί τους με τη σύζυγο του ναυτικού που περιχαρής τον πληροφόρησε ότι είναι στο μήνα της να γεννήσει ενώ αυτός λείπει δέκα μήνες στη θάλασσα.
Ο Αλκιβιάδης πότε τον κοιτούσε φευγαλέα, ποτέ κοιτούσε τον ωκεανό από το φινιστρίνι στον καθρέπτη του πλοίου και ποτέ το ποτήρι του, μέχρι που διέκοψε τις διηγήσεις του Παυσανία!
«Ο Αθηναίος ρήτορας Αισχίνης, ήδη από τον 4ο π.Χ αιώνα κάνει λόγο για τις φήμες  και τα κουτσομπολιά που φαινομενικά αυθόρμητα διατρέχουν την πόλη και αφορούν θέματα του ιδιωτικού βίου, συνήθως δημιουργούνται από τους πονηρούς και τους αχώνευτους. Και η αγράμματη και σοφή γιαγιά μου με συμβούλευε. «Ο διάβολος σε κάνει να νυστάζεις όταν ακούς λόγο πνευματικό, όχι όμως όταν ακούς κουτσομπολιά! Ποτέ κανείς δεν βγήκε κερδισμένος, ακούγοντας κουτσομπολιά και φήμες…» του λέει.
Του Παυσανία η ευγενική αρρενωπότητα του Αλκιβιάδη που δεν βασιζόταν σε στερεότυπα όπως η βία ή η κυριαρχία αλλά αντίθετα είχε διαπιστώσει πως ο χαρακτήρας του ενσωμάτωνε χαρακτηριστικά όπως ο σεβασμός, η ενσυναίσθηση και η ευγένεια ήταν η κυρίαρχη αιτία για να αποκτήσουν διαπροσωπικές σχέσεις. Όταν για πρώτη φορά τα μάτια τους συναντήθηκαν, μια σπίθα γεννήθηκε μέσα του. Και το βλέμμα του Παυσανία πολύ σύντομα ξεστράτισε και καρφώθηκε στην περιοχή του βουβώνα του  Αλκιβιάδη με τα «προικισμένα» από την φύση εργαλεία του Αλκιβιάδη και αυτό που το βλέμμα θωρούσε δεν άργησε να καρφωθεί και στο μυαλό του πως πολύ το ήθελε αυτό το πολύτιμο εργαλείο να καρφωθεί και στο κωλαράκι του.
Είχαν περάσει κοντά έξι χρόνια (έφηβος δέκα-οκτάχρονος) από εκείνη τη μαγική του πρώτη φορά και ο Παυσανίας είχε αρχίσει σιγά-σιγά να αποδέχεται αυτή την πλευρά του εαυτού του και να ξετσουτσουνίζει όταν έχει να κάνει μ' ένα ξεχωριστό πρόσωπο, με χαρακτηριστικά που το κάνουν να ξεχωρίζει! Οι γυναίκες εξακολουθούσαν να του αρέσουν και ζούσε μια πολύ κανονική του ζωή ως άντρας, αλλά δεν έχανε την ευκαιρία να μεταμορφώνεται σε ένα πρόστυχο ανδράκι και να συνευρίσκεται με κάποιον ψωλαρά που του άρεσε ιδιαίτερα όταν υπήρχε αυστηρή εχεμύθεια. Έτσι και τώρα ένιωθε και πάλι έτοιμος για άλλη μια φορά εκεί στο πλοίο, να νιώσει και να προσφέρει ηδονή.
Ο Παυσανίας πίστευε πως ο Αλκιβιάδης είχε ήδη αντιληφθεί την ερωτική έλξη που προκαλούσε στο φίλο του αλλά δεν έκανε κάποια κίνηση να τον ενθαρρύνει, στην προσπάθεια του Παυσανία να βρει λύση τις μύχιες επιθυμίες του. Και ο ίδιος δεν ξέρει γιατί, δεν είχε το απαιτούμενο θάρρος, να πάρει την πρωτοβουλία! Αναζητούσε τρόπους να απελευθερωθεί από τα δεσμά των σκέψεών του. Μα ο έρωτας ως φυσικό φαινόμενο δεν μπορούσε ούτε να ζυγιστεί ούτε να μετριαστεί. Η έλλειψη αποφασιστικότητας, λίμναζε μέσα του τον άρπαζε και τον τραβούσε μια από εδώ και μια από εκεί. Ήταν ένα ερώτημα που χρειαζόταν οδηγίες για το πώς να εκφράσει για το τι ακριβώς ήθελε.  Κάποια στιγμή του άνοιξε την καρδιά του και τον πληροφόρησε πως η παλιά του σχέση του στέλνει συνέχεια γράμματα και φορτικά επιζητεί την επανασύνδεση τους μα αυτός έχει αποφασίσει ότι η σχέση του έχει τελειώσει, προ πολλού. Νιώθει απλώς ότι έχει φύγει οριστικά από αυτή τη σχέση, αυτό αποτελεί από μόνο του λόγο ότι έχει τελειώσει και δεν χρειάζεται να της το πει. Απλώς και αυτή το ξέρει. 
Πέρασαν και πάλι κάποιες στιγμές αμήχανης σιωπής χωρίς να έχουν κάτι να πουν, ενώ στο μεταξύ στο μυαλό του Παυσανία οργίαζαν οι φαντασιώσεις! Η ώρα περνούσε και όλο και περισσότερο σκεφτόταν ερωτικές περιπτύξεις με το Αλκιβιάδη. Τις φαντασιώσεις του τις διέκοψε απότομα ο Αλκιβιαδης, όταν σύρθηκε δίπλα του τον κοιταξε βαθιά μέσα στα μάτια και ο Παυσανίας έβλεπε ένα αρσενικό να τον κοιτάει και αυτό τον ερέθιζε ερωτικά και ένιωσε λες και το δάπεδο κάτω από τα πόδια του είναι κινούμενη άμμος και το άγχος του να φτάνει από την κορυφή του κεφαλιού του στις άκρες των ποδιών του. Άκουσε τον Αλκιβιάδη να γελάει, και όλα έγιναν γρήγορα. Ξαφνικά τον ρωτάει τι σκέφτεται! Ο Παυσανίας ήπιε μια γουλιά ουίσκι του χαμογέλασε κι είπε το κλασικό «διάφορα». Και τότε ήταν που τον πλησίασε ακόμα πιο πολύ. Άπλωσε το χέρι του πήρε το ποτήρι με το ποτό από τα χέρια του και το άφησε στο τραπεζάκι. Τον πλησίασε τώρα ακόμα πιο κοντά τόσο όσο που οι ματιές τους καίγανε και ξαφνικά φθάνει η στιγμή.  Αυτή η τοσοδούλα στιγμή που του χαμογελά και στο ερωτικό του βλέμμα ανταμώνουν, οι βροχές και οι λιακάδες που παλεύουν μέσα του. 
«Σε σκέφτομαι συνέχεια. Είναι μαρτύριο. Να σε΄έχω τόσο κοντά μου και να μη μπορώ να σε αγγίξω ερωτικά!»
«Παυσανία, από πότε το νιώθεις αυτό;» ρώτησε ο Αλκιβιάδης προσπαθώντας να διατηρήσει την ψυχραιμία του. 
Θυμάσαι που βγήκαμε από τη πισίνα του πλοίου και πήγαμε για ντους. Τελείωσα το ντους και  ήλθα στην καμπίνα σου και σε βρήκα γυμνό; Μόλις είχες βγει και εσύ από το ντους; Νομίζω από τότε. Αλλά το σπίρτο που έβαλε τη φωτιά και η φωτιά έγινε μια πελώρια φλόγα ήταν στο ταξί στην περιπετειώδη επιστροφή μας στο πλοίο από την πόλη του Κέιπ Τάουν. Θυμάμαι που στο φόβο μου με κράτησες στην αγκαλιά σου. Από κείνη την ώρα λαχταρώ όσο τίποτε να σφίξεις στην αγκαλιά σου το κορμί μου και να σβέσεις επάνω του τους πόθους μου! Ξέρεις πόσο καιρό έκανα για να αποδεχθώ μέσα μου αυτό το γεγονός;». 
«Δηλαδή τώρα μιλάς σοβαρά;» τον ρώτησε. 
«Ναι σοβαρά» βόγκηξε περισσότερο, παρά μίλησε ο Παυσανίας. «Μου αρέσεις γενικά ως άνθρωπος, είμαι ερωτευμένος μαζί σου και θέλω να μου κάνεις ό,τι κάνει ένας άντρας στην γκόμενα του» και έβαλε το χέρι του μέσα από το εσώρουχο και έπιασε τον πούτσο του Αλκιβιάδη άρχισε να ξεροκαταπίνει και να τον κοιτά με κρυφή λαχτάρα. 
«Παυσανία εσύ δεν είσαι γκόμενα». 
«Το ξέρω. Σου είπα ότι αυτό με ερεθίζει διπλά. Να με βάλεις κάτω και να με κάνεις γκόμενα σου στο σεξ δεν σημαίνει ότι είμαι γκόμενα, άντρας είμαι φυσικά και άντρας θα παραμείνω. Μόνο στο κρεβάτι θα είμαι η γκόμενα σου». 
«Παυσανία, ακούς τι λες; Είναι δυνατόν να σε ευχαριστεί στο κρεβάτι αυτό που ευχαριστεί μια γκόμενα;». 
«Γιατί όχι; Με όσες γκόμενες είχες σχέση όποτε τις γαμούσες για πρώτη φορά από την κωλοτρυπίδα, σου το ζητούσαν μετά συνέχεια.  Έτσι δεν μου λες στις γκόμενο-ιστορίες σου; Ειδικά τη Κλέλια, θυμάσαι που μου έλεγες ότι πριν τη γαμήσεις από πίσω σου έκανε την δύσκολη, στο τέλος την κατάφερες να δοκιμάσει και μετά η ίδια άφησε το μουνί της σε δεύτερη μοίρα και κάθε φορά που το κάνατε σου ζητούσε να της τον βάζεις από πίσω. Αν λοιπόν αυτό αρέσει τόσο πολύ στις γυναίκες γιατί να μην αρέσει και στους άντρες; Ο πρωκτός είναι ίδιος και για τα δύο φύλα».
Ο Αλκιβιαδης ομολογεί ότι μπροστά σ' ένα τόσο απλό αλλά ταυτόχρονα απόλυτα αφοπλιστικό, επιχείρημα  καθιστά πρόδηλη την αδυναμία του ν' αντιτάξει στερεότυπα επιχειρήματα απέναντι στον Παυσανία. Και η αναμενόμενη εξέλιξη των γεγονότων ήταν φυσικό και αναμενόμενο να ξεκινήσει μια επαφή που δύσκολα μπορούσε μέχρι τότε να συμμετάσχει ο Αλκιβιαδης. Τις πρώτες στιγμές που του τον έπαιζε ο Παυσανίας ένιωσε λίγο άβολα, αλλά αφού ο Παυσανίας το συνέχισε χωρίς παύση το ξεπέρασε και όχι μόνο το ξεπέρασε αλλά του άρεσε ιδιαίτερα. Έγειρε προς τα πίσω, ο Παυσανίας του τον έβγαλε όλο έξω από το εσώρουχο του και  συνέχισε να του τον παίζει πιο έντονα και του προκάλεσε μια οδυνηρή έκρηξη αισθήσεων. Το πέος του έγινε ακόμα πιο σκληρό και έπιασε τον Παυσανία να χαμογελάει με ικανοποίηση. «Βλέπεις; Δεν είναι τίποτε τρομερό! Ξέρεις να γίνεσαι τρυφερός όταν πρέπει» του λέει ο Παυσανίας. Η καύλα του Αλκιβιάδη ήταν ήδη ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του, είχε μπει σε τέτοια διαδικασία πλέον που δεν έλεγε όχι και με μια αποφασιστική κίνηση γεμάτη αυτοπεποίθηση που πρόσθετε πολύ στο σεξ απίλ του κατέβασε τη βερμούδα μαζί με το μποξεράκι του, τα έβγαλε και τα πέταξε στον καναπέ.
Το θέαμα που αντίκρισε ο Παυσανίας του έκοψε την ανάσα. Το πέος του, όρθιο, ντούρο, σκληρό και πραγματικά μεγάλο έφτανε στο ύψος του αφαλού, τραντάχτηκε από το βγάλσιμο του εσωρούχου, δονήθηκε παλμικά πάνω κάτω μερικές φορές κι ύστερα σταθεροποιήθηκε στην περήφανη θέση του σαν σημαία σε έπαρση αποκαλύπτοντας δύο υπέροχα κρεμαστούς όρχεις στο μέγεθος μεγάλων καρυδιών. Ο Αλκιβιαδης ήταν πραγματικά προικισμένος. Του το είπε: «Αλκιβιάδη έχεις πραγματικά πολύ προικισμένα προσόντα. Αγορίνα μου τι εργαλείο είναι αυτό. Θησαυρό κρύβουν τα ρούχα σου!» Το παρατηρεί με θαυμασμό και με κάποια ευχάριστη έκπληξη ο Παυσανίας.»
«Δηλαδή τι το ιδιαίτερο έχει και είναι θησαυρός;» τον ρωτάει ο Αλκιβιάδης  
«Τι έχει; Όπως το φαντάστηκα! Όχι μόνο πανέμορφος, αλλά και προικισμένος! Τον έχεις μεγάλο αγόρι μου!» μονολόγησε.
«Εντάξει, μην υπερβάλλεις.»
«Δεν υπερβάλλω! Εσύ μάλλον είσαι χαμηλών τόνων και μετριόφρων, αλλά το κανόνι σου μανάρι μου δεν κρύβεται! Από που το κληρονόμησες;»
«Είναι μια πολύ παλιά ιστορία που λέγεται στην οικογένεια μας! Αφορά έναν Σαρακηνό γαμβρό από την Αβησσυνία!» 
«Δηλαδή;»
«Αιωρείται από γενιά σε γενιά μια ομιχλώδης πληροφορία ότι πριν από πάρα πολλά χρόνια κάποια γυναίκα της οικογένειας παντρεύτηκε έναν άνδρα από την Αβησσυνία σύμφωνα με τον τότε βυζαντινό θεσμό του «Σαρακηνού γαμβρού». Ο θεσμός αυτός ήταν μια διαδικασία πολιτογράφησης (naturalization) και αφομοίωσης των μουσουλμάνων Αράβων που ήταν διατεθειμένοι ν΄απαρνηθούν τη θρησκεία τους, να βαπτιστούν χριστιανοί και να ζήσουν στη Ρωμανία.  
«Μάλιστα Σαρακηνός γαμβρός. Έτσι εξηγείται τούτο το κοντάρι.»
Στη συνέχεια ο Παυσανίας βρέθηκε γονατιστός στο μαλακό χαλί τη καμπίνας του πλοίου να του παίζει τον πούτσο και να του χαϊδεύει τα δυο μεγάλα αρχίδια του κρεμόντουσαν μπροστά του. Το πρόσωπό του είχε πλησιάσει τον πούτσο τόσο κοντά που του έρχονταν η μυρουδιά της καύλας του Αλκιβιάδη.  
«Πρόσεχε να μη βάλεις δόντια» τον συμβούλεψε ο Αλκιβιαδης και πιάνοντας με τα δυο του χέρια το κεφάλι του Παυσανία και το έσπρωξε προς το μέρος του πέους ωθώντας παράλληλα κι εκείνο με μια κίνηση των γοφών του μέσα στο στόμα του. Έβαλε μέσα στο στόμα μου μόνο το κεφαλάκι και μου είπε να το σταθεροποιήσω κρατώντας το υπόλοιπο στέλεχος από την βάση. Ο Παυσανίας άρχισε να πιπιλάει, να ρουφάει να θηλάζει και να τυλίγει με την γλώσσα του το κεφαλάκι του πέους του, κάτι που ένιωσε ότι τον ευχαριστούσε τον Αλκιβιάδη γιατί στ’ αυτιά του έφτασαν δυο τρία βογκητά αναμφίβολης ηδονής! «Τα πας πολύ καλά μωρό μου» τραύλισε. Οι όρχεις του κουνιόντουσαν αιωρούμενοι πέρα δώθε κι άρχισαν να χτυπούν το σαγόνι του. Ουσιαστικά του γαμούσε το στόμα. Ο Παυσανίας τον ένιωθε καυτό να λιώνει μέσα του όσο τα σάλια του και αισθανόταν μέχρι και τους παλμούς των φλεβών του ενώ ο Αλκιβιαδης με τα πόδια σταθερά και καρφωμένα στο πάτωμα αναστέναζε, βογκούσε φιλήδονα και μερικές φορές ψιθύριζε «σε λατρεύω»  ή «με τρελαίνεις» να λέει ανάμεσα στα βογκητά του,
«Μανάρι μου εσύ! Θέλεις να πέσουμε στο κρεβάτι και να μου τον ακουμπήσεις λίγο στον κώλο μου ίσα - ίσα να νιώσω την καύλα του στην τρύπα μου να σε ξαλαφρώσω και σένα και να χύσω και εγώ;»
Ο Αλκιβιάδης τον κοίταξε πάνω κάτω, ανήσυχος και αναποφάσιστος. Όχι ότι δεν το περίμενε ότι εκεί οδηγούσε η οικειότητα τους αλλά πάντα υπάρχει ένα αλλά όταν φτάνεις στο μη παρέκει και πρέπει να αποφασίσεις.
«Δε θες να...» Δεν συνέχισε ο Παυσανίας! Έμεινε με βλέμμα γεμάτο απορία. 
Ήταν μια δύσκολη στιγμή για το Αλκιβιάδη. «Κοίτα Παυσανία, η αλήθεια είναι.»
«Ναι…» Τον διέκοψε ο Παυσανίας κοιτώντας τον παθιασμένα και σχεδόν πεινασμένα.
«Η αλήθεια είναι ότι προβληματίζομαι!»
«Δηλαδή;»
«Λέω ότι δυσκολεύομαι να πάρω την απόφαση !.»
Ο Παυσανίας νιώθει απογοήτευση, πως διαψεύδονται οι προσδοκίες του, του είχε δημιουργηθεί η αίσθηση  ότι η άρνηση δεν ήταν αυτό που περίμενε.
«Παυσανία! Είσαι ωραίο παλικάρι. Γνωρίζω ότι έχεις μια σχέση με κοπέλα και μάλιστα σοβαρή. Προβληματίζομαι λοιπόν τι είναι αυτό που θέλουμε να κάνουμε εμείς οι δυο. Αυτή η θηλυκή σου πλευρά δεν έχει καμία σχέση με θηλυπρέπεια ή τα παρόμοια, δε ξέρω αν με καταλαβαίνεις τι λέω. Σου αρέσουν και οι άντρες εκτός από τις γυναίκες;» Τον ρωτάει μπαίνοντας στην ουσία του προβληματισμού του.
«Και τα δύο. Κυρίως οι γυναίκες, απλά πού και πού τη βρίσκω να πηδιέμαι με άντρες.» Του απαντάει και ένα χαμόγελο ειλικρινείας φωτίζει το πρόσωπο του Παυσανία.
«Μια χαρά. Με τους άνδρες σου αρέσει να πηδιέσαι ή τα κάνεις όλα;» Τον ρωτάει και ένα βλέμμα απορίας κυριαρχούσε στο πρόσωπο του που έγινε χαμόγελο κατανόησης. 
«Βασικά με τους άνδρες μου αρέσει ο παθητικός ρόλος.» Του λέει κομπιάζοντας ελαφρά γιατί ξέρει ότι δεν λέει όλη την αλήθεια. «Εσένα τι σου αρέσει;» Συνέχισε.
«Να γαμάω μουνιά και γυναικείους κώλους. Απλά όταν υπηρετούσα στο στρατό είχα γαμήσει δυο τρεις φορές ένα συνάδελφο υποδεκανέα όταν βρισκόμασταν στο φυλάκιο για σκοπιά, αλλά δεν ενθουσιάστηκα. Αγγαρεία και χάρη του έκανα που τον γαμούσα. Γι αυτό νιώθω λίγο περίεργα, και πραγματικά δεν έχω ιδέα τι θέλω να κάνω αυτή τη στιγμή! Δε μπορώ να καταλάβω ακόμα αν μου αρέσει αλλά κατά βάθος και το θέλω και σε θέλω και αφού έχουμε φτάσει μέχρι εδώ θα το συνεχίσουμε μαζί μέχρι το τέλος.» Σκέφτεται: Ο φιλαράκος μου είναι αμφιφυλόφιλος και σίγουρα έχει ξανακάνει σεξ και με άνδρες. Γιατί όχι και μαζί μου;  
« Άσε εμένα να σου δείξω τι πραγματικά θελει αυτό το καυλί που κρατάω στα χέρια μου.» Το καυλί του ήταν σε πλήρη στύση και ο Παυσανίας του το βασάνιζε με τα χάδια του.
Ο Αλκιβιάδης σκέφτηκε για λίγο τη γιαγιά του που του  έλεγε, «Το πέος σε στύση, δεν έχει συνείδηση, αγόρι μου». Ήταν δύσκολη στιγμή! Αυτά κι άλλα σκεφτόταν και του 'τανε δύσκολο πολύ να τ’ αποφύγει και τελικά συμφώνησε να του τον ακουμπήσει. Ξαφνικά άκουσαν έντονο ασυνήθιστο θόρυβο στο διάδρομο του πλοίου και φοβήθηκαν! Του Αλκιβιάδη του κόπηκαν οι καύλες. Ο Παυσανίας τον κοιτάει στα μάτια κλειδώνει την πόρτα και πιάνοντας τον απ’ το χέρι τον τραβάει μαζί του ψύχραιμα στο κρεβάτι. Έτσι μέσα στο προστατευμένο χώρο, ο Παυσανίας απλώνει το χέρι του και βάζοντας το στην μέση του Αλκιβιάδη τον τραβάει ελαφρά και τον κολλάει πάνω του και τον γλωσσοφιλάει με πάθος. Η γλώσσα του βίαια μπαίνει στο στόμα του μιας και όταν ακούμπησε τα χείλια του με του Αλκιβιάδης αυτός τα άνοιξε και χώνεται μέσα του. Το δε χέρι του, από την μέση του έχει κατέβει πάλι στον πούτσο του Αλκιβιάδη που του έγινε και πάλι σκληρός. 
Ο Παυσανίας χωρίς να χάσει χρόνο κατέβασε και έβγαλε το εσώρουχο του, γύρισε την πλάτη του έσκυψε και έπεσε με τα γόνατα επάνω στο στρώμα του κρεβατιού. Στήθηκε στα τέσσερα όσο καλύτερα μπορούσε, ανοιχτά τα πόδια και με πολύ σπάσιμο της μέσης, του άρεσε αυτή η στάση, πάντα το σκεφτόταν να είναι στα τέσσερα, τον άντρα πίσω του να ετοιμάζεται, να κάνει τις μικρές εκείνες κινήσεις που κάνει για να βολευτεί ακριβώς πίσω του, έτοιμος για την μεγαλειώδη είσοδο κι αυτός με το πρώτο σπρώξιμο να πιάσει σφιχτά τα σεντόνια, δαγκώνοντας το μαξιλάρι για να μην ακουστούν οι κραυγές του. 
Αναμμένος, σχεδόν έτοιμος, έπιασε σφιχτά με τα δυο χέρια τις άκρες της μαξιλάρας, περίμενε να ακούσει κάτι πίσω του, ένα σύρσιμο που θα σήμαινε ότι τον πλησιάζει. Αν και όλα έγιναν πολύ γρήγορα, πρόλαβε και είδε το καυλί του Αλκιβιάδη σε πλήρη στύση, του φάνηκε σαν ένα μικρό τέρας, έτοιμο να τον κατασπαράξει, η θέα και μόνο τον έκανε να σφίξει τα χέρια στη μαξιλάρα, όπως φαντασιωνόταν ότι θα γινόταν την ώρα που θα έσπρωχνε αυτό το τέρας μέσα στην τρύπα του, κάτι το οποίο τον φόβιζε αλλά τον καύλωνε κιόλας, τόσο που δεν υπολόγιζε κανένα πόνο που θα περνούσε.
Γύρεψε και έφερε πάλι τον πούτσο του Αλκιβιάδη στο στόμα του για να τον σαλιώσει καλά. Τα υγρά του πούτσου και τα σάλια του μεταφέρθηκαν και άλειψαν την τρύπα του, και ο Αλκιβιάδης καταλάβαινε ότι η καύλα του Παυσανία ήταν μεγάλη και ανυπομονούσε να πάρει τον πούτσο μέσα του. Πριν ολοκληρώσει τη σκέψη του, του το ζήτησε ο Παυσανίας και ο Αλκιβιάδης ανέβηκε στο κρεβάτι τον πλησίασε πιο κοντά εκεί που περίμενε ο Παυσανίας να νιώσει να τον ακουμπάει η ψωλή όπως και έγινε, με το που ακούμπησε ο πούτσος στη τρύπα του, ασυναίσθητα έσφιξε τα μάτια, τα χέρια του γαντζώθηκαν από την μαξιλάρα και η τρύπα του συσπάστηκε. Ο Αλκιβιάδης τον χτύπησε μερικά μπατσάκια πάνω στη μέση και του είπε να μην σφίγγεται, και αυτός χαλάρωσε διστακτικά, Τον ξανά ακούμπησε στη τρύπα και αυτή τη φορά άρχισε να σπρώχνει τη ψωλή του μέσα του, επιτέλους ο Παυσανίας ένιωθε τον πούτσο να τον ανοίγει. Τον πήγαινε σιγά - σιγά χωρίς να τον βγάζει από τον κώλο του μεχρι που άρχισε να χαλαρώνει ο σφιγκτήρας και να τον συνηθίζει.  Κάποια στιγμή ο Παυσανίας του ζήτησε να μπει πιο βαθιά, άλλο που δεν ήθελε ο Αλκιβιάδης όταν ένιωσε την τρύπα του κώλου να χαλαρώνει και έφτασε σε ένα σημείο που την ανάγκασε την τρύπα να καταπιεί μονομιάς και  τα υπόλοιπα εκατοστά του σωλήνα που είχε για πούτσο,  μπήγοντας μέχρι την ρίζα, τόσο βαθιά που ο Παυσανίας ένιωσε το ταλαντευόμενο σακουλάκι με τα αρχίδια του να χαϊδεύει το περίνεο του. Βόγκηξε επιβεβαιώνοντας και στην πράξη το πόσο προικισμένος ήταν από την φύση ο Αλκιβιαδης, προσπαθούσε όμως να κάνει κουράγιο γιατί δεν ήθελε να απογοητεύσει το γαμιά του, αν και σίγουρα τα βογκητά του καύλωναν ακόμη περισσότερο το γαμιά του. Ο Αλκιβιαδης θέλησε να τον ανακουφίσει κι έτσι άφησε μέσα του ακίνητο το όργανό του, βυθισμένο σαν παλούκι στον κώλο του. Ο πόνος σταδιακά υποχωρούσε κι έδινε σιγά σιγά την θέση του σε μια γλυκιά κι ανεπανάληπτη αίσθηση πληρότητας. Είχε αρχίσει πια να νιώθει το μακρινάρι σαν αναπόσπαστο μέλος του σώματός του, σαν δικό του όργανο κι όχι σαν εξωτερικό εισβολέα. Έχοντας βυθισμένη και ακίνητη μέσα στον κώλο του Παυσανία την πούτσα του ο Αλκιβιάδης ξάπλωσε μαλακά-μαλακά και τρυφερά πάνω του! «Σ’ ευχαριστώ» του ψιθυρίζει στο αυτί. 
«Εγώ σ’ευχαριστώ γλυκέ μου» απαντάει ο Παυσανίας. Η λεκάνη του Αλκιβιάδη άρχισε να ανεβοκατεβαίνει ρυθμικά για να βγάζει και για να ξαναβάζει στη τρύπα τον προικισμένο πούτσο του. Ο Παυσανίας άκουγε την βαριά του ανάσα, η εκπνοή του χάιδευε το πρόσωπό, άκουγε τον απαλό θόρυβο που έκανε το σακουλάκι με τα αρχίδια του κάθε φορά που χτυπούσε στην σούφρα του, άκουγε τον υγρό ήχο του πούτσου που γλιστρούσε στα τοιχώματα του κωλάντερου, άκουγε το επαναλαμβανόμενο τρίξιμο από τις σούστες του στρώματος και τους σουμιέδες καθώς τραντάζονταν συγχρονισμένα όσο τον γαμούσε κι αισθανόταν συνάμα το δέρμα του Αλκιβιάδη να τρίβεται πάνω του  νιώθοντας τους  δυνατούς και γυμνασμένους μυς του να συσπώνται δίνοντας στο γαμήσι τον ήσυχο, τρυφερό, απαλό και ρομαντικό ρυθμό τους. Κουνιόνταν απαλά, στον ρυθμό που η λεκάνη του έδινε με τις ωθήσεις της κι αισθανόταν κάθε χιλιοστό του σκληρού του πούτσου που έμπαινε βαθιά, στην πιο απόκρυφη περιοχή του σώματός του για να εξαπολύσει από εκεί αλλεπάλληλα κύματα δονήσεων και ηδονής που πλημμύριζαν το συγκλονισμένο και κυριευμένο κορμί του Παυσανία. Άκουγε τώρα τα αγκομαχητά του Αλκιβιάδη να πυκνώνουν, δυο τρεις κόμποι ιδρώτα έσταξαν από το πρόσωπό του στο δικό του,
«Είσαι μια γαμημένη απόλαυση» του ψιθύρισε ο Αλκιβιάδης και η αρχική ρομαντική, τρυφερή και απαλή εισαγωγή έδινε σταδιακά την θέση της σε μια ολοένα και πιο έντονη, ολοένα και πιο άγρια σεξουαλική εκτόνωση του. Το πέος του βυθιζόταν τώρα μέσα του με μεγαλύτερη ορμή, με κινήσεις σαφώς επιθετικότερες, με πρόθεση κυριαρχίας. Ο γαμιάς ήξερε να δείχνει καλά ποιος ήταν το αφεντικό. Τα φιλιά του είχαν πια αγριέψει, λίγο διέφεραν από δαγκώματα. Τώρα στηριζόταν στους αγκώνες του και σε μια επίδειξη δεξιοτεχνίας χάιδευε με τα δάχτυλά του τις σκληρυμένες του ρώγες ή χούφτωνε φιλήδονα ολόκληρα τα στήθη του σαν να ήταν γυναικείοι μαστοί χωρίς φυσικά να παραμελεί στο ελάχιστο τις βαθιές και δυνατές διεισδύσεις του. Σύντομα το μόνο που ακουγόταν εκτός από τα αγκομαχητά του  και τα βογκητά του Παυσανία ήταν το γρήγορο  και διαπεραστικό τρίξιμο των σουμιέδων καθώς το τράνταγμα που προξενούσαν οι δονήσεις του μεγάλωνε και μεγάλωνε, σε βαθμό που έκανε την σκληρή και άκαμπτη πούτσα του να μοιάζει με αληθινό κομπρεσέρ. Ο Παυσανίας ως αποδέκτης των τρανταγμάτων τιναζόταν ολόκληρος κάθε φορά που το πέος του ξανακαρφωνόταν μέσα στον κώλο του και βλέποντας όλη αυτήν την κορύφωση της σεξουαλικής επίθεσης του Αλκιβιάδη κατάλαβε πως έπρεπε κι αυτός με κάποιο  τρόπο να γίνει δεκτικότερος στην ολοκληρωτική κυριαρχία του, μια κυριαρχία που χάριζε και στους δυο ανυπέρβλητη ηδονή, απόλαυση και ικανοποίηση.
«Σου αρέσει;…Καυλιάρικο πουτανάκι μου» τον ρωτάει ο Αλκιβιάδης.
«Τρελαίνομαι, γαμιόλη άνδρα.» Του λέει παραδομένος και τούρλωσε τον κώλο του περισσότερο και άφησε ένα «Μμμμ!..»
 Ο Αλκιβιάδης πάλι τον δάγκωνε ελαφρά και του πιπιλούσε τα αφτί του ψιθυρίζοντας του βωμολοχίες, κι ο Παυσανίας τον αποκαλούσε:
«Γαμιά μου. Άντρα μου! Πουτσαρά μου! Μου την ξέσκισες την τρύπα, ρε Αλκιβιάδη» ψιθύρισε ανάμεσα στα βογκητά του τα αναστενάρικα.
«Μόνο στην ξέσκισα μανάρι μου; Πηγάδι στην έκανα!» λέει ο Αλκιβιαδης και συνέχισε κανονικά το γαμήσι σε πιο νορμάλ ρυθμούς. Ο ιδρώτας έπεφτε από το πρόσωπό του πάνω στου Παυσανία κόμποι κόμποι κι ανακατεύονταν με τον δικό του ιδρώτα.  «Μωράκι μου» είπε ο Αλκιβιαδης συνεχίζοντας ακάθεκτος την δουλειά του «μ’αρέσει πολύ που είσαι το πουτανάκι μου». 
«Κι εμένα μ’αρέσει μωρό μου! Μη σταματάς να με γαμάς και έχω αρχίσει να χύνω. Θα λερώσω το σεντόνι!» του αποκρίθηκε ο Παυσανίας για να λάβει υπό μορφή απαντήσεως το πιο δυνατό κάρφωμα του πούτσου μέσα στο κωλάντερο
«Χύσε πουστάκι μου! Χύσε μωρό μου. Χύσε ξεκωλιάρικο πουτανάκι μου. Μη φωνάζεις όμως! Ουε κι αλίμονο και μας ακούσουν!»»
Σε κάθε κάρφωμα του Αλκιβιάδη, γουλιές σπέρματος πετάγονταν από την ψωλή του Παυσανία. Ο οργασμός του δεν ήταν ολοκληρωμένος, ήταν συνεχής, αλλά όχι ολοκληρωμένος. Ήθελε τόσο πολύ να μαλακιστεί αλλά δεν μπορούσε να φτάσει το καυλί του. Μούγκριζε σαν τρελός. Οι οργασμοί του ήταν πρωτόγνωροι. Του άρεσε. Του άρεσε αυτός ο ψημένος νεαρός άνδρας, ο πούτσος του, ο τρόπος που τον πηδούσε. Άλλοτε βίαια, κι άλλοτε ερωτικά και τρυφερά.
«Με εμπνέεις, δεν έχω ξαναγαμήσει ποτέ έτσι, με όλο μου το είναι». 
«Έλα, με κάνεις και κοκκινίζω» του είπε ο Παυσανίας και με τα χέρια του γράπωσε τους γλουτούς του Αλκιβιάδη που δεν είχαν πάψει ν’ανεβοκατεβαίνουν ακούραστα. 
«Θα χύσω» του λέει ο Αλκιβιαδης «θέλω να χύσω μέσα σου, να αφήσω το γενετικό μου υλικό, το σπέρμα μου, τους χυμούς μου σφραγίδα ιδιοκτησίας μέσα σου.»  Μετά έχουμε καιρό να σε χύσω και αλλού να σε λούσω κυριολεκτικά, δε θα αφήσω σημείο σου ανέπαφο από τα χύσια μου. Μόλις είπε αυτά συνεχίζοντας τις βυθίσεις του πούτσου του μέσα στο σπήλαιο του Παυσανία έβγαλε ένα μεγάλο κι ασυγκράτητο βογκητό φωνάζοντας «σε χύνω καύλα μου» και ο Παυσανίας ένιωθε εκεί χαμηλά, μέσα στην σάρκινη  δίοδο της τρύπας του που τόσο ηρωικά είχε αντέξει σε αυτήν την πρωτόφαντη επίθεση ο πούτσος του να πάλλεται και σε μια μόνο στιγμή την τρύπα του να πλημμυρίζει από μια μεγάλη ποσότητα παχύρρευστου υλικού που εκτινάχτηκε από τον πίδακα του ευχάριστου εισβολέα μια εκτίναξη που ένιωσαν τα τοιχώματα του εντέρου του και γέμισε κάθε ελάχιστο κενό μεταξύ των τοιχωμάτων του.
Συνέχισε για λίγο ακόμη να βάζει και να βγάζει στην τρυπούλα του τον πούτσο του κάνοντας το σπέρμα του να αφρίσει μέσα του και αφήνοντας μερικές σταγόνες να κυλήσουν από την τρύπα του στο περίνεο και να φτάσουν μέχρι το σακουλάκι με τα αρχίδια του, κι όταν ο Αλκιβιάδης έβγαλε επί τέλους οριστικά το χαλαρωμένο καυλί του του από την κωλοτρυπίδα του, η οποία το αποχωρίστηκε σχεδόν με οδύνη, ο Παυσανίας έσφιγγε με δύναμη τα πόδια του για να μη χάσει ούτε μια σταγόνα από το υγρό που με τόσο κόπο του είχε αποσπάσει κι ο Αλκιβιάδης τον χάιδευε και του έλεγε ένα σωρό ερωτόλογα είχε κουραστεί τόσο πολύ για να τον ικανοποιήσει. Ο Παυσανίας γύρισε και κούρνιασε στην αγκαλιά του Αλκιβιάδη κι αν ήταν τυχερός μπορεί να του τον ξανά-έβαζε πάλι. Όμως από εδώ και πέρα για τα δυο φιλαράκια αρχίζει μια άλλη ιστορία, η ιστορία μιας ερωτικής σχέσης γεμάτης πάθος και πόθο.
Ο Παυσανίας  σηκώθηκε ντύθηκε έδωσε ένα ρουφηχτό φιλί στον Αλκιβιάδη και αναχώρησε για την καμπίνα του και στο μπάνιο του για να ξεπλυθεί. Ήταν καιρός για ύπνο και για τους δυο.
Είχε δεν είχε περάσει μια ώρα από το σμίξιμο τους και ο Αλκιβιάδης ήδη ταξίδευε στη χώρα του Μορφέα όταν νιώθει ξάφνου κάτι να τον ξυπνάει, είναι ακόμα σκοτάδι και η καμπίνα του φωτίζεται με αχνό φως από ένα πορτατίφ σε μια γωνία. Βλέπει δίπλα στο κρεβάτι τον φίλο του τον Παυσανία ημίγυμνο να τον κοιτάζει σιωπηλός και το χέρι του βρισκόταν κάτω από το σεντόνι και ανάμεσα στα πόδια του  Αλκιβιάδη χαϊδεύοντας τον πούτσο του με το χέρι του που είχε αρχίσει να τον μαλακίζει πολύ αργά, και με το άλλο χέρι του χούφτωνε τα αρχίδια. Ο Αλκιβιάδης όταν συνειδητοποίησε τι συμβαίνει έβγαλε έναν βαθύ αναστεναγμό οριζοντίωσε το κορμί του ανάσκελα , βάζοντας τα χέρια του πίσω από το κεφάλι, έκλεισε τα μάτια του και απολάμβανε την μαλακία. 
«Δεν κοιμήθηκες;» Ρωτάει νυσταγμένος τον Παυσανία
 «Όχι γαμιά μου δεν μπορώ να κοιμηθώ καθώς σκεφτόμουν να μου σκίζεις την τρυπούλα μου!  Σε θέλω, σε θέλω πάλι! Κρατήθηκα μια ώρα στο δωμάτιο για να μη μαλακιστώ. Δεν άντεξα ήρθα να με γαμήσεις πάλι.» του ψιθυρίζει .
Ο Αλκιβιαδης προσωρινά έχει παγώσει και τον κοιτάει αμίλητος νομίζοντας ότι του κάνει πλάκα.
Ο Παυσανίας όμως έχει αποφασίσει να του γαμήσει τον εγκέφαλο και να τον τρελάνει. Στοχεύει πρώτα στο μυαλό του και μετά στο κρεβάτι δείχνοντάς του πως ο κώλος του έχει το πάνω χέρι, τον έλεγχο στη σχέση τους με την ικανότητα του να διεγείρει τη σεξουαλικότητα και τα συναισθήματα του Αλκιβιάδη. Τον έπαιζε γιατί ήξερε ότι εκείνη την ώρα ήταν δικός του, ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε.
«Αγαπούλα μου κάνε μου το χατίρι και πήδηξε με πάλι να ηρεμήσω. Η κωλότρυπα μου βασανίζεται για χάρη σου»
«Μαλάκα τι λες; Σοβαρέψου και μαζέψου το πρωί έχουμε βάρδια και μετά overtime!»
«Δεν έχω μιλήσει πιο σοβαρά»
Όταν πλέον από τα χάδια άρχισε ο πούτσος του Αλκιβιάδη να ορθώνεται κατάλαβε πως άλλος έχει τελικά τα χαρτιά και ο Παυσανίας το καμάρωνε. «Όμορφο εργαλείο, σκληρό και καυτό, ίσιο και όρθιο, ικανό να μου χαρίσει την καύλα που θέλω.»
Άρχισε να τον μαλακίζει αργά ενώ αισθανόταν στο χέρι του τις φλέβες του που φούσκωναν και πάλλονταν με κάθε τρομπάρισμα που έκανε. Μάζευε με τα δάκτυλα του τα προσπερματικά υγρά που είχαν τρέξει από την ουρήθρα του και άρχιζε να χαϊδεύει το πουτσοκέφαλο γύρω γύρω υγραίνοντας το. Δεν ήταν αρκετά για να το μουσκέψουν ολόκληρο οπότε το αφήνει για λίγο και φέρνει το χέρι του στο στόμα του. Μυρίζει την βαρβατίλα στα δάκτυλα μου, τον καυλώνει πάντα αυτή η μυρωδιά. Φτύνει μία γερή δόση σάλιου και του πιάνει πάλι το πουτσοκέφαλο τυλίγοντας τα δάχτυλα γύρω του και σφίγγοντας πολύ δυνατά την γροθιά του. Αρχίζει να ανεβοκατεβάζει το χέρι του σιγά σιγά. Ξέρει ότι η κίνηση αυτή δίνει την αίσθηση σα να γαμάς κώλο. Τον ακούει τον Αλκιβιάδη που βγάζει έναν βαθύ στεναγμό, πιο πολύ σαν μουγκρητό, ξαπλώνει περισσότερο στο μαξιλάρι του και γυρνάει το κορμί του ελαφρά προς το μέρος του Παυσανία.
Όπως ασχολιόταν απαλά και κυκλικά να χαϊδεύει τον πούτσο του Αλκιβιάδη κάποια στιγμή τον ρωτάει ο Παυσανίας. «Θέλεις να χύσεις τραβώντας μαλακία ή θα προτιμούσες να σου πάρω το πούτσο στο στόμα;» 
Καμία απάντηση από τον Αλκιβιάδη.
Περίμενε να του πει να τον πάρει στο στόμα, αλλά ο Αλκιβιάδης δεν έλεγε τίποτα, εκτός από τις κλασσικές κινήσεις πλέον του σώματος που δείχνει ότι καυλώνει και μερικές ανάσες που του ξέφευγαν, ακόμα και όταν ρώτησε και πάλι δεν είπε τίποτα.…
«Θέλεις να στον πάρω στο στόμα;» Ούτε καν τα μάτια του δεν άνοιξε ο Αλκιβιάδης. Όσο κι αν ήθελε ο Παυσανίας να δει πόσο θα αντέξει να μην του ζητάει να του πάρει επιτέλους τσιμπούκι, αυτός που δεν άντεξε ήταν ο Παυσανίας! Κόλλησε τα χείλη του στο πουτσοκέφαλο και έπαιξε με τη γλώσσα πάνω στην τρυπούλα για να καταλάβει επιτέλους τη γεύση του γαμιά του και να του δείξει ότι τον ήθελε πολύ. Έσπρωξε το βλέμμα προς τα πάνω και τον είδε να έχει ακόμη τα μάτια κλειστά και με χείλη μισάνοιχτα να προσπαθεί να συγκεντρωθεί στην αναπνοή του για να μην τελειώσει γρήγορα. Με μικρές κινήσεις του κεφαλιού, κρατώντας τον πούτσο του από τη βάση και με πολύ σάλιο, κατάφερε να φτάσει τα χείλη του ως τις πουτσότριχες και να φέρει τον Αλκιβιάδη στον ουρανό. Σάλια δικά του και υγρά από την καύλα που έβγαζε το πουτσοκέφαλο συνεχώς, έκαναν το τσιμπούκι του πιο εύκολο, ενώ τα αρχίδια του Αλκιβιάδη άρχιζαν να μαζεύονται. Κράτησε τον πούτσο μέσα στο στόμα και τον ανεβοκατέβαζε μια μικρή διαδρομή, ίσα για να του γαμάει το στόμα, όταν άκουσε τον πρώτο αναστεναγμό και ταυτόχρονα άρχισε ο Αλκιβιάδης να κουνάει τη λεκάνη του, προσπαθώντας να χώσει πιο βαθιά το πούτσο του, χωρίς όμως να πάρει τα χέρια του πίσω από το κεφάλι εξακολουθούσε να έχει τα μάτια κλειστά! Σε κάνα λεπτό άνοιξε τα μάτια, και του ζήτησε του Παυσανία να ανέβει στο κρεβάτι.
Ο Παυσανίας συνέχισε να κρατάει με το ένα χέρι τον πούτσο, έσκυψε και κόλλησε τα χείλια του στου Αλκιβιάδη, προσπαθώντας ταυτόχρονα να βάλει τη γλώσσα στο στόμα του, να ανταλλάξουν γλωσσόφιλα. Όσο ο Παυσανίας συνέχιζε να φιλάει σιγά και απαλά το πρόσωπο του Αλκιβιάδη, φτάνοντας στο αυτί, του ψιθύριζε διάφορα, για το πόσο του άρεσε ο πούτσος του, για το σώμα του και για το προηγούμενο γαμήσι που τον είχε ξετρελάνει. Ο Αλκιβιάδης έκανε χώρο έπιασε το χέρι του Παυσανία και τον οδήγησε να ανέβει στο κρεβάτι, χωρίς ο Παυσανίας να σταματήσει να τον φιλάει στο λαιμό στις θηλές και να του ψιθυρίζει την καύλα του στο αυτί, ενώ συνέχιζε να του παίζει τον πούτσο. Αυτή τη φορά άκουγε την ανάσα του Αλκιβιάδη, βαριά με μικρά κοφτά βογκητά και ένιωθε τις δονήσεις του σώματος του καθώς έπαιζε τον σκληρό του πούτσο. Ανεβαίνει γυμνός στο κρεβάτι ξαπλώνει διπλά του. Ο Αλκιβιάδης γύρισε τον αγκαλιάζει έχωσε τη γλώσσα του στο στόμα του Παυσανία και αναζήτησε τη δικιά του. Τον φιλούσε ενώ τα χέρια του χάιδευαν τα κωλομέρια του και τα δάκτυλα του αναζητούσαν τη σούφρα του χωρίς να σταματήσει να τον φιλάει, και να του τσιμπάει ελαφρά τις ρώγες του είπε: «Ρε καργιόλη! Με ξεσήκωσες πάλι.»
Ένα ρίγος διαπέρασε το κορμί του Παυσανία ενώ ένοιωσε τον πούτσο του να τινάζεται από την καύλα και τότε του ζητάει του Αλκιβιάδη να ανέβει πάνω του να τον γαμήσει ιεροαποστολικά.. Όπως το κορμί του Αλκιβιάδη ήταν πάνω στου Παυσανία, τώρα ο πούτσος του ακουμπούσε στο δικό του. Άρχισε να τρίβετε πάνω μου και του ψιθύρισε στ’ αυτί πόσο τον έχει καυλώσει και πάλι.
Με το που βρέθηκε ο Αλκιβιάδης από πάνω ο Παυσανίας τυλίγει τα πόδια του στην πλάτη του και τον τραβάει επάνω του.
«Γάμα με, ξέσκισε με.» 
Ο Αλκιβιαδης τον κοίταξε στα μάτια, έβαλε τα πόδια του στους ώμους του, έπιασε τον πούτσο του και τον οδήγησε στην τρυπούλα του. Ο Παυσανίας ένιωσε το κεφάλι του πούτσου  να ακουμπά στη σχισμή του. Ο Αλκιβιάδης σπρώχνοντας την λεκάνη φέρνει το πουτσοκέφαλο στην τρύπα του Παυσανία και άρχισε κάποιες κυκλικές κινήσεις που δεν κράτησαν πάνω από πέντε δευτερόλεπτα, και μετά, παρασυρμένος από κάποιο πρωτόγνωρο τρυφερό αίσθημα για τον φίλο του προχώρησε με μια ανεξήγητη τρυφερότητα και υπομονή και έσπρωχνε με ελεγχόμενες κινήσεις το πουτσοκέφαλο μέσα στην κωλότρυπα.  Πόσο ανώδυνα υπέροχο και ηδονικό ήταν αυτό το πρώτο γλίστρημα του πούτσου του μέσα στον κώλο του Παυσανία! Όχι πως δεν τον ένιωθε, αν τον ένιωθε λέει. Ο Αλκιβιαδης έμεινε για λίγο, καμιά εικοσαριά δευτερόλεπτα ακίνητος σε αυτό το σημείο, λες και το θηρίο του μύριζε το μέρος και του έδινε χώρο να προσαρμοστεί σε αυτό που θα ακολουθούσε. Ο Παυσανίας δεν ξέρει για πόσο κράτησε,  αλλά ξαφνικά ο Αλκιβιάδης έδωσε μια δυνατή σπρωξιά και βρέθηκε βαθιά μέσα στον κώλο του Παυσανία και άρχισε να ανεβοκατεβάζει το σώμα του μπαίνοντας μέσα του και βαθιά, να τραβιέται πίσω χωρίς να βγαίνει όλος έξω και ξανά μέσα. Τον γαμούσε κρατώντας τον από τους ώμους και ο μόνος ήχος που ακουγόταν ήταν το τρίξιμο του κρεβατιού αλλά και ο ήχος απ' τα αρχίδια του Αλκιβιάδη στο κώλο του Παυσανία
Ο Παυσανίας νιώθει το εργαλείο να μπαίνει και να βγαίνει μέσα του και συντονίζεται στο μέσα-έξω του εμβόλου. Ο Αλκιβιάδης άρχισε να τον γαμάει απαλά στοργικά και τότε όλα μετατράπηκαν σε απόλυτη ηδονή.
«Σου αρέσει καύλα μου όπως σε γαμάω;»
«Πολύ άντρα μου, ξέσκισε με, θέλω όσο πιο άγρια μπορείς.»
«Ότι θέλει το πουστράκι μου.. Δεν του χαλάω χατήρι! » και άρχισε να τον γαμάει γρήγορα και δυνατά.
«Ξέσκισε με γαμιά μου, πιο δυνατά, αχ… τι καύλα είναι αυτή άντρα μου, ναι, γάμησε με μην σταματάς, ναι»
Ο Αλκιβιαδης άπλωσε το χέρι του και ξεκίνησε να τον μαλακίζει, σφίγγοντας τον κορμό του πούτσου του και προκαλώντας τον να χύσει.
«Έλα, μωρό μου! Έλα ρίχτα πάνω μας, χύσε, μ' αρέσει να σε δω να χύνεις, έχεις δουλέψει την τρύπα σου, με πήρες ασάλιωτο και είσαι σκληρό αντράκι χωρίς να διαμαρτυρηθείς, τα αρχίδια σου είναι πρησμένα, ο πούτσος σου καίει και στάζει, έλα καύλα μου, χύσε, χύσε Παυσανία μου, χύσε Μωρό μου, έρχομαι κι εγώ...»
Ξαφνικά σε μια δυνατή σπρωξιά του Αλκιβιάδη, η πούτσα του μπήκε ακόμη πιο βαθιά, και λες και πάτησε κάποια σκανδάλη, ο πούτσος του Παυσανία που ήταν σε πλήρη στύση, άρχισε να χύνει με απανωτούς σπασμούς, απίστευτη ποσότητα! Το χύσιμο του συνοδεύτηκε από μικρές ψιλές κραυγούλες για να μην ακουστούν στον διάδρομο του πλοίου..
«Αχ, αχ, αχ Αλκιβιάδη μου! Χύνω Αλκιβιάδη μου, χύνω...» και πέταξε τα χύσια του μέχρι το στήθος του, ενώ ο Αλκιβιάδης όπως έσφιγγε τα κωλομέρια του από την καύλα, του έδωσε το τελειωτικό χτύπημα. 
«Χύνω καύλα μου! Χύνω και εγώ!»…
«Χύσε με μωρό μου, χύσε με, τα θέλω όλα μέσα μου.»
«Όπου θες.  Όπου σ’ αρέσει καύλα μου;»
Και τότε έχυσε κι ο Αλκιβιαδης, για πολλή ώρα με σπασμούς. Ο Παυσανίας ένιωσε το ζεστό σπέρμα να του πλημμυρίζει τα σωθικά. Ακόμη και μετά που είχε τελειώσει ο Αλκιβιαδης έμεινε μέσα στον κώλο του για ένα δυο λεπτά και η πούτσα του σπαρταρούσε, ενώ με ο χέρι του χάιδευε τα βυζιά του Παυσανία..
Ο Αλκιβιαδης ξάπλωσε πάνω του και άρχισαν τα γλωσσόφιλα μέχρι που ξαναβρήκαν την αναπνοή τους αγκαλιά. Δε μιλούσε κανείς αλλά ήταν η ζέστη στα σώματά τους που τους έφερνε πιο κοντά. Χαλάρωναν, όταν ο Αλκιβιαδης κοιτάζει το ρολόι ξυπνητήρι στο κομοδίνο γυρίζει κοιτάει τον Παυσανία και απλώνει το χέρι του. Τον χαϊδεύει στα μάγουλα και αυτός γίνεται αλοιφή. Μπορεί να τον κάνει ότι θέλει τώρα. «Μάλλον το έχει καταλάβει και το κάνει επίτηδες.» σκέφτηκε ο Παυσανίας.
«Λοιπόν πως νιώθεις μαζί μου;» τον ρωτάει.
«Κατάλαβα ότι είσαι πολύ τρυφερός άνδρας και ψάχνεις να κάνεις κάτι παραπάνω για να ανανεώσεις το κρεββάτι σου. Μου αρέσει πολύ αυτό γιατί θέλω και εγώ να κάνω πράγματα μαζί σου που έχω δει και τα θέλω αλλά και άλλα που δεν τα ξέρω. Σκέφτομαι πόσο τυχερός είμαι που σε συνάντησα!
«Παυσανία, πρέπει να φύγεις, έχει πάει τέσσερις και μισή σε λίγες ώρες θα σηκωθούμε. Ο Παυσανίας τον έσφιξε για λίγο πάνω του και σηκώθηκε από το κρεβάτι .
«Ήταν το καλύτερο γαμήσι μωρό μου, θέλω πολλά τέτοια από σένα.» και του έδωσε ένα ρουφηχτό φιλί στο στόμα.
«Θα έχεις πολλά τέτοια πολλά βράδια ακόμα, μεχρι να ξεμπαρκάρουμε και έχει ο Θεός για μετά!» 
«Αύριο τα μεσάνυχτα πάλι;» τον ρώτησε τσαχπίνικα.
«Αύριο...Ναι »
............................Το επόμενο μεσονύχτι..
Ξεκίνησαν για τη βραδινή βάρδια των οκτώ-δώδεκα παρέα όταν βρέθηκαν οι δυο τους μέσα στο θάλαμο του ασανσέρ του πλοίου. 
«Τι λες, να σε περιμένω στην καμπίνα μου μετά τη βάρδια;» τον ρωτάει ο Αλκιβιάδης.
«Το ρωτάς! Μετράω τις ώρες να έλθουν τα μεσάνυχτα.»
Ο Αλκιβιάδης ανασηκώθηκε στις μύτες των παπουτσιών του και φίλησε απαλά σα χάδι τον αυχένα του  Παυσανία. «Με ιδιαίτερη αγάπη και τρυφερότητα ένα πολύ μικρο ορεκτικό για προθέρμανση!» του ψιθυρίζει. Το φιλί αυτό είναι μια αισθησιακή και ερωτική χειρονομία, που συχνά συνδέεται με το προανάκρουσμα του σεξουαλικού παιχνιδιού. Είναι μια πρόκληση και ένας τρόπος να διεγείρει τον σύντροφό του, δημιουργώντας ένταση και προσμονή.
Ο Παυσανίας στο φιλί αυτό νιώθει ένα είδος ευχαρίστησης, απόλαυσης που του προκαλεί ανατριχίλα που του αυξάνει την ένταση και την προσμονή. Απλώνει το χέρι και του χαϊδεύει τον πούτσο του Αλκιβιάδη πάνω από την φόρμα εργασίας. «Να τη χάσω τέτοια ευκαιρία; Απόψε όταν τελειώσει η βάρδια μας θα τον ξεζουμίσω τον Λεβέντη μας. Θα τον ρουφήξω ως το μεδούλι του.» Του δηλώνει ναζιάρικα ο Παυσανίας.
.....Μεσανυχτα και η βάρδια των οκτώ-δώδεκα έχει παραδώσει επιστασία σε ένα σύστημα συνεχούς λειτουργίας τριών εναλλασσόμενων ομάδων εργασίας  που εργάζονται σκληρά και ο ελεύθερος χρόνος τους είναι εξαιρετικά πολύτιμος! (Σήμερα τα  πλοία είναι αυτοματοποιημένα! Είναι εξοπλισμένα με πιο εξελιγμένα συστήματα αυτοματισμού σε σχέση με τα συμβατικά πλοία και έχουν, βελτιώνει τη συνολική ευημερία στα πληρώματα.) 
.....Έκλεισε η πόρτα της καμπίνας πίσω τους, την κλείδωσαν. Ο Παυσανίας χωρίς να χάσει χρόνο αρπάζει από τη μέση τον Αλκιβιάδη τον κοιτάει, του χαμογελάει τον κολλάει στον μπουλμέ της καμπίνας και αρχίζει να τον φιλάει τόσο παθιασμένα που δεν μπορεί να πάρει ανάσα.Τα χέρια του πάνε στο φερμουάρ της φόρμας του. «Πρέπει να το βγάλουμε αυτό» του λέει και συνεχίζει να τον φιλάει καθώς προσπαθούν να βγάλουν τα ρούχα τους. Ο Αλκιβιαδης ανάμεσα στα φιλιά και γλειψίματα σήκωσε το βλέμμα του, γεμάτο λάγνα πονηριά και του είπε του Παυσανία: «Βλέπω ότι ανυπομονείς». 
«Μπα» απάντησε ο Παυσανίας και έδειξε το διόλου ευκαταφρόνητου μεγέθους φούσκωμα στο μπροστινό μέρος της φόρμας του Αλκιβιάδη, στο σημείο που ενώνονται τα σκέλη. «Μάλλον αυτός ανυπομονεί».
Ο Αλκιβιάδης γέλασε κι ύστερα τον ξανάσφιξε στην αγκαλιά του κι άρχισε να τον φιλά στα μάγουλα και στον λαιμό. «Είναι να μην ανυπομονεί με τέτοια ηδονική κωλάρα που έχει να αντιμετωπίσει απόψε;»  είπε. «Βλέπω τα πάνε καλά αυτοί οι δυο, έχουν γνωριστεί και έγιναν καλοί φίλοι». Ήταν σειρά του Παυσανία να γελάσει. Μέχρι να φτάσουν στο κρεβάτι έχουν μείνει με τα εσώρουχά τους. Ο Αλκιβιαδης αρπάζει τους καρπούς του  Παυσανία και τους κολλάει πάνω στο μπουλμέ του «καθρέπτη». Είναι απρόσμενο και του Παυσανία του ξεφεύγει μια πνιχτή κραυγή.
«Μην κουνηθείς», του λέει και πιέζει τα χείλη του στο λαιμό του και τον φιλάει αργά-αργά κατεβαίνοντας πιο χαμηλά στις θηλές του. 
«Ω Θεέ μου!» μουρμουρίζει μέσα από τα δόντια του ο Παυσανίας 
Το στόμα του αρχίζει να ταξιδεύει και πάλι προς τα πάνω ενώ του σφίγγει τα χέρια ενώ ο Παυσανίας προσπαθει να ελευθερωθεί
Ο Αλκιβιάδης ανασηκώνει προειδοποιητικά το φρύδι του. «Είπα… μην κουνηθείς».
Ο Παυσανίας προσπαθει να μη χαμογελάσει, αλλά είναι δύσκολο. Όταν τον ελευθερώνει το στόμα του Παυσανία περιπλανιέται σε όλο του το κορμί του Αλκιβιάδη. Του κατεβάζει αργά το εσώρουχό του μέχρι τους αστραγάλους και ο Αλκιβιαδης το κλοτσάει στο πάτωμα.
Δεν ένιωθαν καθόλου κουρασμένοι. Ένιωθαν τις φτερούγες τους αλαφροίσκιωτες, γερές και έτοιμες να τους πετάξουν σε νέες εμπειρίες να ρουφήξουν το «τώρα» με την ανεμελιά των νεανικών τους χρόνων. Και αν απόψε αυτό που κάνουν αν δεν είναι νιότη, τότε τι είναι; Δυο νέοι που αναζητούν να ρουφήξουν το μεδούλι τους, να ξεζουμίσουν τις στιγμές τους, να γίνουν χείμαρρος και να σαρώσουν τα ταμπού!  
 Ο Παυσανίας γονάτισε, το στόμα του σκαρφαλώνει στον μηρό του Αλκιβιάδη μέχρι που επικεντρώθηκε στον πούτσο του, τον γράπωσε με τα δυο του χέρια και άρχισε να τον παίζει ελαφρά.
Ο Αλκιβιαδης έπεσε στο κρεβάτι ενώ ο Παυσανίας συνέχισε να του χαϊδεύει τον πούτσο. Μόλις ο πούτσος σηκώθηκε και άρχισε να σκληραίνει αρκετά τον πήρε στο στόμα του και ξεκίνησε να πιπιλάει το πουτσοκέφαλο. Τον ένοιωσε να μεγαλώνει περισσότερο και μετά από λίγο κρατούσε στο χέρι του ένα μεγάλο καυλί, αρκετά χοντρό, με δύο μεγάλα αρχίδια από κάτω και πλούσιο τραχύ μαύρο τρίχωμα τριγύρω στο όσχεο. 
«Ρε Αλκιβιάδη πώς τα λένε αυτά τα σκυλάκια που έχουν μαλλί πουτσότριχα όπως εσύ;»
«Κανίς.»
«Α γεια σου.» και συνέχισε να τον περιποιείται με τη γλώσσα μου. Σε λίγα λεπτά, αφού η συνήθης μυρωδιά υποχώρησε, ο Παυσανίας απολάμβανε την αίσθηση από τον καυτό παλλόμενο πούτσο που μπαινόβγαινε στο στόμα του. Προσπαθούσε να του προσφέρει την καλύτερη ηδονή που μπορούσε βάζοντας όλη του την τεχνική. Τον άκουσε να αναστενάζει βαθιά.
«Τι στόμα είναι αυτό μανάρι μου, πώς γλείφεις έτσι;» Του λέει ο Αλκιβιαδης. Ο Παυσανίας συνέχισε για λίγο ακόμα να τον γεύεται γλείφοντας με ένταση αυτή την υπέροχη πούτσα. 
«Γύρνα λίγο να σε βλέπω Μωρό μου» του λέει ο Αλκιβιαδης και ο Παυσανίας χωρίς να βγάλει το καυλί του από το στόμα του ξαπλώνει  στο πλάι του. Ο Αλκιβιαδης πιάνει το καυλί του Παυσανία και αρχίζει να τον μαλακίζει. «Ωραίο εργαλείο έχεις μωρό μου, η Δάφνη θα το χαίρεται όταν την παλουκώνεις.» Χουφτώνει τα αρχίδια του Παυσανία και τα σφίγγει για λίγο ενώ μετά τα δάκτυλα του κατεβαίνουν από κάτω και εξερευνούν την τρύπα του.
«Έλα από κάτω να σε περιποιηθώ κι εγώ μωρό μου.»
Ο Παυσανίας γυρίζει το κορμί του και βρίσκονται και οι δύο σε στάση εξήντα ενιά αλλά στο πλάι. Ξεκινώντας δειλά διερευνητικά ο Αλκιβιαδης αρχίζει να του γλύφει την πούτσα του Παυσανία και να την βάζει διστακτικά στο στόμα του. Το έκανε σχετικά απλώς καλά, όχι όπως θα ήθελε ακριβώς ο Παυσανίας αλλά ακόμη και αυτή η ενέργεια του φίλου του τον διέγειρε αρκετά. Σε κάποια φάση ο Αλκιβιαδης χουφτώνει τον κώλο του Παυσανία και με μία σπρωξιά τον ανεβάζει επάνω του σε κανονικό εξήντα ενιά πλέον.Με τα δάκτυλα του, όπως τον έχει γραπώσει απ' τα μπούτια τα τραβάει ανοίγοντας τα και έχει σε πλήρη θέα την κωλοτρυπίδα του. Έτσι όπως είναι τεντωμένη ο Παυσανίας νιώθει την ανάσα του Αλκιβιάδη. Ανατριχιάζει.
«Η κωλοτρυπίδα σου είναι τρέλα.» του λέει. Έβγαλε την γλώσσα του και έσυρε την άκρη της σε μερικές αναγνωριστικές κινήσεις γύρω από τον δακτύλιο της τρύπας του χωρίς να αγγίξει ακόμη καθόλου την τρύπα καθ’ εαυτήν. Η υγρή επιφάνειά της πάνω στην σάρκα του τον τράνταξε σύγκορμο. Ξαφνικά έδωσε στην τρυπούλα του ένα τόσο πολύ ρουφηχτό φιλί, λες και ήταν στόμα, ένα φιλί παθιασμένο που τον έκανε να τρέμει ολόκληρος και να πάλλεται από κύματα ηδονής καθώς μέσα του ευχόταν να είχε μια γλώσσα εκεί πίσω για να μπορούσε να ανταποδώσει το φιλί αυτό όπως του άξιζε.. Η γλώσσα του βυθιζόταν μέσα στο κέντρο της  τρύπας του Παυσανία που, σφιχτή καθώς ήταν προσπαθούσε να ανοίξει μόνο με την πίεση της γλώσσας αν και να υποδεχθεί το υγρό αυτό κομμάτι της υγρής σάρκας του Αλκιβιάδη μέσα της. 
Ο Αλκιβιάδης κολλάει τα χείλια του επάνω κωλότρυπα του Παυσανία που συνεχίζει  να νιώθει την γλώσσα σαν απαλό πινέλο, ίδιο από μετάξι να υγραίνει την τρύπα του. Ένα ηδονικό ρίγος τον διατρέχει ενώ οι τρίχες από το πέντε ημερών αξύριστο πρόσωπο του Αλκιβιάδη τσιμπάνε τα κωλομάγουλα του και τον αναστατώνουν. Σε λίγα λεπτά η σούφρα του Παυσανία έχει χαλαρώσει τόσο πολύ που η γλώσσα του Αλκιβιάδη  μπαινοβγαίνει ελεύθερα. Ο Παυσανίας έχει σταματήσει να τον τσιμπουκώνει, κάθεται και απολαμβάνει την αίσθηση από το γλειφοκώλι του φίλου του. Αυτό ο Αλκιβιάδης ήξερε πώς να το κάνει και το έκανε πολύ καλά. Η γλώσσα του όχι μόνο μπαινόβγαινε στην τρύπα του αλλά έκανε και μία κυκλική κίνηση γύρω από τα τοιχώματα του σφιγκτήρα του που τον κυριολεκτικά τον κατέκλυζαν ηλεκτρικοί παλμοί. Τα αρχίδια του είχαν γίνει μούσκεμα από το σάλιο που έτρεχε πιω του και η πούτσα του κόντευε να εκραγεί από την καύλα. Ομολογούσε ότι δε τον είχαν γαμήσει ποτέ τόσο καλά με τη γλώσσα, τον είχαν γλείψει και δυο τρεις άλλοι στο παρελθόν, όμως το έκαναν βιαστικά ίσα ίσα για να τον υγράνουν και μετά να του χώσουν την ψωλή τους, οπότε σήμερα αυτή η αίσθηση ήταν πρωτόγνωρη για τον Παυσανία. Είχε κλείσει τα μάτια και απολάμβανε αυτή την αίσθηση βογκώντας άπω ευχαρίστηση όταν κάποια στιγμή τον ένιωσε τον πούτσο του Αλκιβιάδη να χώνεται μέσα του.
«Αυτό δεν είναι που θέλεις καύλα μου;!»
«Μμ...Ναι! Θέλω να καυλώνεις εξαιτίας μου! Τέλειο είναι, πώς με γαμάς έτσι;» του λέει.
«Η τρυπούλα σου είναι σκέτη καύλα μωρό» Με τον πούτσο στο κώλο του ο Παυσανίας άρχισε να μουγκρίζει. «Τι καύλες είναι αυτές που έχω σήμερα.» μουρμούρισε ξέπνοος. Ένοιωσε ένα γλυκό πόνο στα ερεθισμένα αρχίδια του. Τόση ώρα του ήταν σηκωμένος και δεν έχυσε. 
Πάλι με μία απότομη κίνηση ο Αλκιβιάδης τον γυρίζει, και τον ξαπλώνει στο κρεβάτι, σηκώνεται και πέφτει επάνω του. Ο Παυσανίας δε μπορούσε να καταλάβει πού την έβρισκε τόση δύναμη ο Αλκιβιάδης. Τον αγκαλιάζει και όπως είναι πρόσωπο με πρόσωπο αρχίζει να πιπιλάει και να δαγκώνει τις ρώγες του ενώ τα καυλιά τους μπλέκονται μαζί. Ξεκινάει να κινεί το κορμί του πάνω κάτω σαν να τον γαμάει, το σάλιο από τα μουσκεμένα αρχίδια του και η υγρές από το τσιμπούκι ψωλές τους είναι το τέλειο λιπαντικό. Η θέση αυτή, όπως έχει εγκλωβίσει τα καυλιά τους μαζί και η τριβή που νιώθουν στέλνει κύματα ηδονής στα κορμιά τους. Ο Παυσανίας χαλάρωσε και χαμήλωσε για λίγο τα πόδια του κρατώντας τα όμως ανοιχτά καθώς ο Αλκιβιαδης ξάπλωνε ανάμεσα τους. Ένιωθε την σκλήρυνση του πούτσου του του πάνω στο δικό του πούτσο, κι έτσι ανάμεσα στα πόδια του είχε τώρα δύο πούτσους και τέσσερις όρχεις! Ποιος την χάρη του! Τα χέρια του Αλκιβιάδη αγκάλιαζαν τον σβέρκο του και ανασήκωναν ελαφρά το κεφάλι του ενώ του Παυσανία χάιδευαν την πλάτη του και επιχειρούσαν πότε πότε να γεμίσουν τις παλάμες τους με τον σφιχτό όγκο των γλουτών του Αλκιβιάδη.. 
«Δείξε μου πόσο πολύ με θέλεις πουτανάκι μου» του λέει ξεφυσώντας.
Ο Παυσανίας σηκώνει τα πόδια του και τα δένει γύρω από την μέση του Αλκιβιάδη εγκλωβίζοντας τον επάνω του σα γκόμενα. Η πίεση από το βάρος στο καυλί του όπως τρίβονται είναι τόσο μεγάλη που αρχίζει να ζαλίζεται. Έχουν γίνει και οι δύο μούσκεμα στον ιδρώτα και με κάθε κίνηση ακούγεται ο ήχος από τα κορμιά τους όπως χτυπιούνται επάνω τους.
«Είμαι σκρόφα, πουτάνα και τσούλα του γαμιά μου» ξεστομίζει ο Παυσανίας εξ αιτίας του ανομολόγητου πόθου του. Το αισθανόταν το γούσταρε και ασυναίσθητα αρχίζει να κουνιέται και αυτός ανασηκώνοντας την λεκάνη του προς το μέρος του Αλκιβιάδη κάθε φορά, σα να γαμιούνται κανονικά. Πηδιόντουσταν πλέον σαν ζευγάρι, θηλυκό και αρσενικό. Το πρόσωπο του Αλκιβιάδη είναι ακριβώς μπροστά στου Παυσανία, κοιτάζονται με ένταση και έτσι όπως έχουν έρθει κοντά ανοίγουν τα χείλια τους και αρχίζουν να φιλιούνται.
Για τον Αλκιβιάδη από το προηγούμενο βράδυ είναι μια καινούργια εμπειρια να φιλάει άλλον άνδρα στο στόμα, αλλά τώρα που έγινε η αρχή με τον φίλο του τον Παυσανία όχι απλώς δεν τον ένοιαζε αλλά είχε ήδη αρχίσει να του αρέσουν τα γλωσσόφιλα τους. Μόλις ο Παυσανίας νιώθει να του ανταποδίδει το φιλί και την γλώσσα του ο Αλκιβιάδης χώνεται στην αγκαλιά του δεν αντέχει άλλο, τον αγκαλιάζει σφικτά και αρχίζει να χύνει βογκώντας και σπαρταρώντας από την έξαψη. Ο Αλκιβιάδης τον κρατάει σφικτά στα χέρια του ρουφώντας τα χείλια του σε ένα ατελείωτο γλωσσόφιλο όση ώρα που ο Παυσανίας τινάζεται αδειάζοντας τα αρχίδια του. Νιώθει το σπέρμα του να έχει πλημμυρίσει τις κοιλιές τους και φτάνει σχεδόν μέχρι το λαιμό του. Είναι πλέον μούσκεμα από τον ιδρώτα και τα χύσια. Ο Αλκιβιαδης σταματάει, σηκώνεται λίγο και τον κοιτάει με χαμόγελο.
«Μπράβο σου μωρό μου, έλιωσες από την καύλα. Τώρα Μωρό μου, φοβάμαι ότι οι αβρότητες σταματούν κάπου εδώ, φαντάζομαι ότι το καταλαβαίνεις, έτσι δεν είναι; Θα προσπαθήσω να είμαι όσο πιο ανώδυνος γίνεται, θα ζοριστείς λίγο, για γαμήσι μιλάμε, δεν θα παίξουμε τις κουμπάρες. Όλα θα πάνε καλά, θα τα καταφέρουμε, θα περάσεις πιο όμορφα κι από μένα, στο υπόσχομαι! Αρκεί να μου δείξεις εμπιστοσύνη»
Ο Παυσανίας προσπαθει να βρει την ανάσα του και να απαντήσει αλλά μόνο του χαμογελάει. Φυσικά και του έδειχνε εμπιστοσύνη! Τι άλλο του έδειχνε δηλαδή όταν άνοιγε τις ποδάρες του κι έστηνε την κωλότρυπα μου φάτσα κάρτα στην μούρη του για να την κάνει ό,τι γουστάρει; 
Ο Αλκιβιαδης σηκώνεται όρθιος, στη συνέχεια βοηθάει τον Παυσανία να κατέβει και αυτός από το από το κρεβάτι, και με τα πόδια να πατούν στο πάτωμα του ζητάει τον υπόλοιπο κορμό του να βρίσκεται με το στήθος στο στρώμα του κρεβατιού..
«Στήσου καλά αγορίνα μου και σκέψου αυτό που ζητάει το μυαλό σου. Το μυαλό είναι το πιο δυνατό σεξουαλικό όργανο και αυτό είναι που χρειάζεσαι να γαμηθείς σωστά. Ετοιμάσου να περάσεις από την σφαίρα της φαντασίας στην σφαίρα της πράξης. Εμπιστεύσου το γαμιά σου και μην προβάλεις αντίσταση και θα σου αρέσει όταν νιώσεις την πούτσα μου που θα ξεκινήσει να στον ανοίγει και να στριμώχνεται μέσα σου. Νιώσε ελεύθερος, κλείσε τα μάτια και άσε έμενα να σε γαμήσω όπως ξέρω, με τον δικό του τρόπο. Θα κάνουν πάρτι απόψε ο πούτσος μου με το κωλαράκι σου παρέα.».
Ο Παυσανίας αφενός δεν είχε δύναμη να του αντισταθεί, αφετέρου όχι πως δεν το θέλει κιόλας μετά από τέτοια ηδονή που του χάρισε. Είχε παραδοθεί στις ορέξεις του και του άρεσε τόσο που καύλωνε πάλι μόνο στην σκέψη του τι άλλο θα του έκανε ο Αλκιβιάδης που τον πιάνει από τα μπούτια και τον στήνει καλύτερα τουρλώνοντας τον κώλο του.
«Σου αρέσει γλύκα;»
Πραγματικά η ηδονή που ένιωθε ο Παυσανίας τον είχε παραλύσει, οι αντιστάσεις του είχαν εκμηδενιστεί. Ηταν πλέον ένα υποχείριο στις ορέξεις του Αλκιβιάδη αφήνοντας τον εαυτό του στα χέρια του. «Πολύ κατόρθωσε να ψελλίσει.»
«Μμμ... Αυτού ο κώλος είναι φτιαγμένος για γαμήσι Μωρό ου και θα στον γαμήσω πάλι εγώ απόψε!» είπε. «Πάρε βαθιά ανάσα και ετοιμάσου να γευθείς και πάλι την ψωλάρα μου.»
Τον αισθάνεται που σκύβει πίσω του, τα χέρια του πιέζουν κάτω την μέση του κάνοντας τον κώλο του να σηκωθεί ακόμα πιο ψηλά. Έριξε ένα γερό φτύσιμο στην σούφρα του, έβαλε δάχτυλο και σιγά σιγά άρχισε να λιπαίνει την τρύπα του. Έφτυσε στα δάχτυλά του και τα βύθιζε μέσα μου. Όλο και πιο βαθιά, όλο και πιο δυνατά. Ο Παυσανίας απλά βογκούσε αδημονώντας να του χώσει επιτέλους το τελευταίο και μακρύτερο απ όλα τα δάχτυλά του. Τον πούτσο του!
Νιώθει την άκρη από το πουτσοκέφαλο στη σούφρα του. Κλείνει τα μάτια και κρατάει την αναπνοή μου, ανασήκωσε τον κώλο του περισσότερο και άφησε ένα «Μμμμ!» 
«Η τρύπα σου είναι πεινασμένη Μωρό μου, αλλά θα την ταΐσω καλά τώρα», του λέει ο Αλκιβιαδης χαϊδεύοντας του τα μαλλιά ενώ  στη συνέχεια, του  γράπωσε με τα δυο του χέρια τα κωλομάγουλα του και τα άνοιξε. Ακούμπησε τον πουτσοκέφαλο του στην τρύπα του και. έμεινε εκεί ακίνητος.Ο Παυσανίας δεν καταλάβαινε τι είχε συμβεί. Τα δευτερόλεπτα περνούσαν, και πάνω που ήταν έτοιμος να ρωτήσει τι είχε συμβεί, ο Αλκιβιαδης τον πρόλαβε.
«Έτοιμος Μωρό μου;»
«Ε;... Ναι,ναι! Νιώθω ότι είμαι έτοιμος να εκραγώ».
«Κρατήσου καύλα μου έχουμε πολύ δρόμο ακόμα.»
Ο Αλκιβιάδης που είχε ακουμπήσει το κεφάλι του πούτσου του στη ροδαλή ροδέλα άρχισε να σπρώχνει προς τα μέσα χαϊδεύοντας τα κωλομάγουλα του Παυσανία και φτύνοντας συνέχεια εκεί που ο πούτσος χωνόταν στην κωλοτρυπίδα.
«Βλέπω το κωλαράκι σου μωρό μου να μου ρουφάει αχόρταγα τον πούτσο.»
Ένα μακρόσυρτο, καυλιάρικο «μαλάκα...» βγαίνει από το στόμα του Παυσανία κάτι σαν κραυγούλα πόνου ανακατεμένη με ηδονή και απόλαυση. Δεν πονάει όμως, περισσότερο τον ξάφνιασε η αίσθηση από το τέντωμα των σωθικών του που δυσκολεύτηκαν να προσαρμοστούν στο μέγεθος της ψωλάρας του Αλκιβιάδη. Μπορεί να τον είχε λιπάνει, μπορεί να με τον είχε ανοίξει κάπως με τα δάχτυλά του, μπορεί να τον είχε γαμήσει πριν λίγη ώρα, αλλά ο κώλος είναι κώλος, και δεν είναι λάστιχο! Ο Παυσανίας πόνεσε λίγο και ασυναίσθητα προσπάθησε να τραβηχτεί. 
Ο Αλκιβιαδης ήταν προετοιμασμένος. Είχε γραπώσει δυνατά τους ώμους του, αποτρέποντας τον να ξεφύγει, ενώ ταυτόχρονα τον έσπρωξε πάνω στο στρώμα και τον πλάκωσε με το βάρος του. Στην κυριολεξία κάρφωσε τον πούτσο του στο κώλο του και έμεινε εκεί ακίνητος καταπνίγοντας με την δύναμη του τις σπασμωδικές κινήσεις του.
Ένιωθε τις τρίχες από τα αρχίδια του που ακούμπησαν στα δικά του και κατάλαβε ότι του τον είχε καρφώσει μέχρι το τέρμα. Βολεύτηκε για λίγο έτσι, ακίνητος.  Ο Αλκιβιάδης  άρπαξε γερά γερά τα καπούλια του και άρχισε να τον οργώνει κανονικά. Αυτή η πρωτόγνωρη απόλαυση τον ξένιζε αλλά δεν με ένοιαζε πια καθόλου. Τον έβγαζε σιγά σιγά σχεδόν ολόκληρο και μετά να του τον έχωνε μέχρι το τέρμα. Σε κάθε κάρφωμα τα έντερα μου πιέζονταν και νόμιζε ότι θέλει να κατουρήσει. Στάλες ιδρώτα άρχισαν να κυλάνε στο μέτωπο του από το τέντωμα και από το μισοκαυλωμένο πουλί του έτρεχε μια μικρή ποσότητα κάτουρου όποτε τον παλούκωνε.
«Μην κάθεσαι ακίνητος καύλα μου. Σφίξε την σούφρα σου. Δείξε μου πόσο γουστάρεις να σε γαμάω»…
Τον Παυσανία τον καύλωναν τα λόγια του Αλκιβιάδη. Για να τον ευχαριστήσει άρχισε να σφίγγει τα κωλομέρια του γύρω από το καυλί του αιχμαλωτίζοντας το κάθε φορά που το τράβαγε έξω και να χαλαρώνει όταν του τον ξανάχωνε.
«Έτσι μπράβο μωρό μου. Τρέλανε την ψωλή μου μανάρι μου.»
Συνέχισε με αυτόν το ρυθμό για κάνα πεντάλεπτο και ο κώλος του πλέον είχε πάρει φωτιά από το συνεχόμενο τρίψιμο στο κωλάντερο του και το σφίξιμο. Η σούφρα του ήταν τέρμα τεντωμένη από την πούτσα που ένοιωθε ότι φούσκωνε διαρκώς, νόμιζε ότι θα του την έσκιζε.
Δεν ξέρει πόση ώρα κράτησε το ξεκώλιασμα της ζωής του. Νομίζει πως για κάποιο χρονικό διάστημα είχα εκτοξευθεί σε κάποια άλλη διάσταση, ίσως λόγω τον ενδορφινών που είχαν κατακλείσει για άλλη μια φορά το σώμα του. Ο Αλκιβιάδης είχε επιταχύνει κατά πολύ τον ρυθμό του ενώ έβγαζε κοφτές κραυγές καύλας κοντά στο αυτί του.
Ένιωθε τον ιδρώτα του Αλκιβιάδη να στάζει πάνω στα καπούλια του και άκουγε τις κοφτές του ανάσες. Το δωμάτιο είχε γεμίσει από τα χτυπήματα που ακούγονταν κάθε φορά που έσκαγε με ορμή το κορμί του πάνω του. Αφήνει τα μπούτια του και του πιάνει τα χέρια. Τα τραβάει προς τα πίσω στρίβοντας τα και τον ανασηκώνει από το στρώμα. Συνεχίζει το σφυροκόπημα και το όργωμα του κώλου του. Έτσι όπως τον κρατάει στον αέρα μπορεί να ελέγχει πλήρως το γαμήσι και κάθε φορά που του τον έχωνε τον τράβαγε επάνω του ενισχύοντας την δύναμη που η ψωλάρα του χωνόταν μέσα του.
«Είσαι πολύ καύλα Μωρό μου! Αχ θα σε παντρευτώ και γυναίκα μου θα σε κάνω και κάθε μέρα θα σε γαμάω από εδώ και πέρα.»
Τα λόγια του Αλκιβιάδη τον έφτιαχναν συνέχεια και το καυλί του Παυσανία δεν έλεγε να πέσει και η τρύπα του είχε πάρει φωτιά. Γύρισε όσο μπορούσε στο πλάι και τον κοίταξε.
«Αχ, ναι πουτσαρά μου. Σα μάνικα είναι η ψωλάρα σου. Τρελαίνομαι να με σκίζεις γαμιά μου»…φώναξε μέσα στο παραμιλητό της καύλας του και του τούρλωσε τον κώλο του όσο πιο ναζιάρικα μπορούσε.
«Ναι ξεκωλιάρη μου, κουνήσου να με καυλώσεις κι άλλο με την κωλάρα σου. Σ’ αρέσει που οργώνω τα καπούλια σου;;»
«Ναι, καίγομαι η πουτάνα. Γάμα με παιδαρά μου! Ξέσκισέ με! Γουστάρω να με γαμάς! Τι μου κάνεις με την ψωλάρα σου ρε παλιόπουστα;»
Ο Παυσανίας καταλάβαινε ότι ο Αλκιβιάδης έφτανε στην ολοκλήρωση, το πρόσωπο του είχε παραμορφωθεί από το σφίξιμο και την καύλα αλλά κι αυτός ένιωθε ότι ήταν έτοιμος να εκραγεί.
«Έτσι σε θέλω καύλα, να λύσσας για την πούτσα μου.». 
Ο Αλκιβιάδης έβγαλε μια κραυγή και έπεσε ολόκληρος επάνω του και τον συνθλίβει στο κρεβάτι. Έχωσε τα δόντια του στον ώμο του δαγκώνοντας τον άγρια ενώ η πούτσα του καρφωμένη στο τέρμα του πάτου του άρχισε να τινάζεται γεμίζοντας το κωλάντερο μου με καυτό ψωλόχυμα. Χώνει το κεφάλι του στο στρώμα μουγκρίζοντας από την καύλα ο Παυσανίας και με την πρώτη ριπή σπέρματος που νιώθει μέσα του να αρχίζει να χύνει και αυτός με τη σούφρα του να συστέλλεται σπασμωδικά γύρω από το καυλί του Αλκιβιάδη προσπαθώντας να ρουφήξει με τον κώλο του και την τελευταία σταγόνα από το νέκταρ που τον πότιζε.
Έμεινε έτσι καρφωμένος μέσα του μέχρι που άδειασαν εντελώς τα αρχίδια του στο κωλάντερο του Παυσανία κρατώντας τον σφικτά στην αγκαλιά του με μια τρυφερή προστατευτικότητα! Δεν μπορούσε να μην νιώσει τρυφερότητα για αυτό το πλάσμα που πριν μια ημέρα τον κοιτούσε σχεδόν ικετεύοντας τον να σμίξουν ερωτικά. Μάλιστα, ο Αλκιβιαδης ίσως να δίνει την εντύπωση του «ψυχρού» τυπικού και αυθεντικού αρσενικού. Πίσω όμως από αυτή τη «βιτρίνα» κρύβεται ένας ρομαντικός, τρυφερός κι εύθραυστος χαρακτήρας όπως έλεγαν όσοι τον γνώριζαν πολύ καλά. 
Χαϊδεύει τις ωμοπλάτες του Παυσανία με τρυφερότητα. «Ρε κωλόπαιδο το ξέρεις ότι σ΄ αγαπάω»
Ο Παυσανίας δεν μίλησε! Η παραδοχή του Αλκιβιάδη πως τον αγαπάει του δημιουργεί θετικά συναισθήματα, μόνο γουργούριζε σα μικρό γατάκι νιώθοντας μια ευχαρίστηση, μια χαλάρωση, που τον γέμισε η ικανοποίηση μιας ανάγκης του. 
Τον ξεκαβάλησε γυρίζοντας στο πλάι και μόλις το πουτσοκέφαλο του βγήκε από τη σούφρα του σαν φελλός, ένα ποτάμι χύσια άρχισε να τρέχει στα μπούτια του μουσκεύοντας τα πάντα. Ο Παυσανίας γυρίζει και τον κοιτάει συνοδεία με ένα ερωτικό βλέμμα, βάζει το χέρι του και χουφτώνει την θεϊκή ψωλάρα του Αλκιβιάδη.
«Δεν ξέρω τι λες ότι είσαι σκληρό αντράκι αλλά μ΄ αυτόν εδώ τον κύριο περάσαμε τόσο όμορφα απόψε Στην αρχή λίγο πιο δειλά, μα στη συνέχεια πιο τολμηρά, πιο ανοιχτά, κάναμε τα πιο όμορφα πράγματα. Σου είπα για τα όνειρά μου, για τον τρόπο που βλέπω τη ζωή και τους ανθρώπους. Μπέρδευα τα λόγια μου και πάσχιζα να βρω λέξεις να σου εξηγήσω τι έχω στο κεφάλι μου. Και μαζί μ’ αυτά, κι άλλα πολλά που δεν τα χωράνε οι λέξεις. Και να ξέρεις η αγάπη δεν έχει φύλο.»
Του χαμογελάει ο Αλκιβιάδης. «Ο εγκέφαλος είναι το πιο ισχυρό σεξουαλικό όργανο Μωρό μου, και εσύ Παυσανία μου έχεις γαμήσει το μυαλό τελικά..» 
Ο Αλκιβιαδης σηκώθηκε και μπήκε στο ντους, ήταν με κλειστά μάτια ξεπλένοντας τις σαπουνάδες όταν  άκουσε τον Παυσανία να μπαίνει μαζί του μέσα στο ντους. Τω νερό έτρεχε πάνω τους, έπλεναν ο ένας τον άλλο. Ο Παυσανίας του χάιδευε συνέχεια τ' αρχίδια και τον πούτσο ο οποίος δεν είχε πέσει εντελώς και τώρα ήταν πάλι όρθιος. Γονάτισε και τον πήρε στο στόμα, του έκανε το  καλύτερο τσιμπούκι που μπορούσε και το έκανε πολύ καλά. «Μωρό μου» του είπε στο τέλος και τον βοήθησε να σηκωθεί όρθιος, «είσαι το κάτι άλλο! Τι τσιμπούκι ήταν αυτό! Τύφλα να έχει το γαμήσι με την καλύτερη γκόμενα που είχα ως τώρα πριν από σένα!». «Την Κλέλια εννοείς;». Αντί για απάντηση τον αγκάλιασε σφιχτά, η πρόσφυση των σωμάτων τους, στήθος με στήθος, κοιλιά με κοιλιά τον Παυσανία τον εκτόξευσε στα ουράνια. Του έδωσε ένα βίαιο κι επιθετικό φιλί, σαρώνοντας με την ορμητική του γλώσσα το στόμα εκείνο που μέχρι πριν λίγο υποδεχόταν μέσα του το απόλυτο σύμβολο του ανδρισμού του ενώ με τα χέρια του χούφτωνε τους γλουτούς του πάνω πράγμα που τριπλασίαζε ή και τετραπλασίαζε την πρωτόφαντη έξαψη που τον είχε κυριεύσει τον Παυσανία. 
«Σου άρεσε στ’ αλήθεια Αλκιβιάδη μου;» ρώτησε με ένα ύφος ανασφάλειας.
«Πλάκα κάνεις καμάρι μου; Ο πούτσος μου ήδη σε λατρεύει!».
Τελείωσαν το ντους και σκούπισε ο ένας τον άλλο τα βρεγμένα σώματα τους με χάδια και φιλιά παθιασμένα!  Ο Παυσανίας ντύθηκε φίλησε τον Αλκιβιάδη πεταχτά στα χείλια που μύριζαν σαπούνι και αναχώρησε για την καμπίνα του, με μια ευδαιμονική ευεξία, που πηγάζει από την ερωτική τους σχέση, η οποία του επιφέρει ευχαρίστηση και σεξουαλική ικανοποίηση που με το πέρασμά του χρόνου αυξάνεται, όσο βαθαίνει ο συναισθηματικός δεσμός μεταξύ τους. Μια σχέση που σαν βασικό θεμέλιο έχει τον έρωτα, το σεξ, τον πόθο και την επιθυμία συνεύρεσης με τον Αλκιβιάδη τον άνθρωπο που έχει επιλέξει. 
........................Καλοκαίρι και μόλις έχει μπει ο Αύγουστος όταν το  πλοίο βρέθηκε σε Ολλανδικό λιμένα.  Ηταν στο Ρότερνταμ το πλοίο και αφού ολοκλήρωσε την εκφόρτωση εισήλθε στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη του Verolme yard, located in Rotterdam's Botlek harbor, ξεκινώντας να πραγματοποιήσει την επιθεώρηση πενταετίας (special survey), που περιλαμβάνει εκτεταμένες επισκευές και ελέγχους κατά τη διάρκεια του δεξαμενισμού. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το πλοίο να παραμείνει εκτός ναύλων για μερικές εβδομάδες, σύμφωνα με το πρόγραμμα δεξαμενισμού του. Έχουν ήδη διανύσει την πρώτη εβδομάδα που στο πλοίο κατέφθασε η Δάφνη επίσημη πλέον σύντροφος του Παυσανία που πρόκειται να την παντρευτεί.
Η Δάφνη ήταν μια νεαρή φινετσάτη γυναίκα είκοσι-δυο χρονών την εποχή εκείνη. Η Δάφνη στην εφηβεία της υπήρξε μια τυπική έφηβη των ανατολικών προαστίων, που  φοιτούσε σε ιδιωτικό κολέγιο και ζούσε σχετικά άνετα τη ζωή της όταν, γνώρισε τυχαία τον Παυσανία και οι ισορροπίες στη ζωή της μπαίνουν σε νέες γραμμές. Ο έρωτάς της για το νεαρό ναυτικό θα της φέρει τα πάνω-κάτω και θα τη βγάλει εκτός της συνηθισμένης τροχιάς της ζωή της. Είναι σημαντικό που άκουσε την καρδιά της, αλλά είναι και λογικό να αναρωτιέται για την επιλογή του συντρόφου της, καθώς η επιλογή συντρόφου είναι μια σύνθετη διαδικασία που περιλαμβάνει πολλά κριτήρια, όπως η συναισθηματική ωριμότητα, η επικοινωνία, η ειλικρίνεια, ο σεβασμός και η συμβατότητα.
Ο Αλκιβιάδης ενέδωσε στο ασφυκτικό πρέσσινγκ και στα παρακάλια του Παυσανία και πήγαν παρέα στο αεροδρόμιο Schiphol του Amsterdam‎‎ να την καλωσορίσουν. 
«Σε θέλω έτσι και αλλιώς για κουμπάρο μας.» του λέει
«Το κορίτσι το ρώτησες αν με εγκρίνει;» τον ρωτάει.
«Όταν σε γνωρίσει είμαι σίγουρος πως θα δώσει την έγκριση της..» 
Δια χειραψίας και χαμογελαστός χαιρέτισε ο  Αλκιβιάδης την Δάφνη αφού περίμενε υπομονετικά και πήρε σειρά μετά το θερμό εναγκαλισμό της με τον Παυσανία. Ο Αλκιβιαδης να της βαστά το χέρι και να την κοιτά όχι μέσα στα μάτια της μα, πίσω απ’ αυτά. 
«Πάει καιρός που γνωριστήκαμε χωρίς να συναντηθούμε. Καιρός ήταν να γνωριστούμε και να τα πούμε και εκ του σύνεγγυς. Κοπέλα μου όμορφη, αυτά τα μεγάλα γκρίζα-γαλάζια μάτια σου θα μπορούσα να τα κοιτάζω όλη μέρα!,» Της λέει ο Αλκιβιαδης στην πρώτη τους γνωριμία και την σκέφτεται μια απόλυτη ροκ σταρ στην κρεβατοκάμαρα.
Η Δάφνη έκανε ένα βήμα πίσω κι ελευθερώθηκε του χαμογέλασε αυτάρεσκα στου ανέμου το καλοκαιρινό παιχνίδισμα και τα μάτια της τα στεφάνωναν οι χρυσές ακίδες του πρώιμου καλοκαιριού.! «Σε ευχαριστώ συχνά μου κάνουν κομπλιμέντα για το χρώμα τους αλλά εσείς το κάνατε με τόσο ποιητική και ρομαντική έκφραση.»
«Η αλήθεια είναι ότι δεν περίμενα να δεχτείς με τέτοιο ωραίο χαμόγελο το κομπλιμέντο μου! που αναρωτιόμουν και ήλπιζα να μη φάω ξύλο. Το «θα μπορούσα» υποδηλώνει μια φαντασίωση μου, ενώ το «όλη μέρα» ενισχύει την ένταση του θαυμασμού μου.» 
«Νιώθω πως με μαχαίρι τις λέξεις κόβεις αργά-αργά και αγνοείς όλο μου το armor και κάνεις damage να ξέρεις.» Του λέει η Δάφνη με το κελαρυστό της γέλιο που είναι διαυγές, καθαρό και ηχεί ευχάριστα στ' αυτιά του».
«Μακάρι να μπορούσα να πω ότι οι προθέσεις μου δεν ήταν θανατηφόρες, αλλά δεν ντρέπομαι να δηλώσω ένοχος! Δεν το ξεχνώ πως είσαι έτοιμη για λαμπρό αρραβώνα, με τον φίλο μου. Συγγνώμη που σε κοιτάζω, αλλά θα μπορούσα να δώσω μερικές προτάσεις για πολύτιμους λίθους στο δακτυλίδι του αρραβώνα σας που θα ταιριάζουν με το χρώμα των ματιών σου.»
«Λοιπόν, δεν είμαστε ακόμη αρραβωνιασμένοι, αλλά πρόσφατες συζητήσεις με το άλλο μου μισό τον φίλο σου με κάνουν να σκέφτομαι σχέδια δαχτυλιδιών. Μου αρέσει πολύ η ιδέα ενός πολύτιμου λίθου με χρώμα, αλλά υπάρχουν τόσα πολλά χρώματα που μου αρέσουν που είναι δύσκολο να περιοριστώ. Η πρόσφατη ιδέα μου είναι να πάρω ένα κόσμημα που να ταιριάζει κάπως με τα μάτια μου, οπότε θα ήταν ωραίο να έχω ένα συντονισμένο κόσμημα.»
Οι επόμενες ήμερες κύλησαν σε ένα φυσιολογικό ρυθμό όπως αυτόν που απαιτούσαν οι επισκευές ενός μεγάλου δεξαμενόπλοιου. Ο Αλκιβιάδης λόγω ειδικότητος ήταν συνήθως υπερβολικά απασχολημένος! Δουλεύει συνεχώς και βασικά νιώθει πως η δουλειά του παρέχει μια υπέροχη ισορροπία μεταξύ εργασίας και ζωής και έχει χρόνο κάποιες στιγμές για υποστηρίξει και την προσωπική του ζωή εκτός εργασίας. Τον Παυσανία τον έβλεπε τακτικά στους χώρους εργασίας άλλα την Δάφνη ελάχιστα και συνήθως τις ώρες του γεύματος στην τραπεζαρία των αξιωματικών. Την ρώτησε πως αισθάνεται τις ώρες της μοναξιά της στην καμπίνα του πλοίου αναμένοντας τον καλό της.
«Δυσκολεύομαι να συμφιλιώσω τα συναισθήματά μου, καθώς ο Παυσανίας είναι σε χειρότερη κατάσταση και τον νιώθω αγχωμένο, που δουλεύει συνεχώς και νιώθει πως δεν έχει τον απαιτούμενο χρόνο για μένα. Αρχίζω να νιώθω λίγο μοναξιά, αλλά μισώ να νιώθω έτσι, γιατί είμαι εδώ μαζί του τα βράδια και τα Σαββατοκύριακα για να περάσουμε χρόνο μαζί και τρώμε και το δείπνο μαζί.
Κάθε φορά που νιώθω  σε αυτή την κατάσταση, σκέφτομαι και εσένα, γιατί τελικά νιώθω ότι εσύ δουλεύεις τακτικά πάνω από δέκα δώδεκα ώρες την ημέρα κατά τη διάρκεια των επισκευών.
«Εξαρτάται δεν είναι πάντα το ίδιο και αυτή δεν θα είναι μια μόνιμη κατάσταση άλλα μια προσωρινή ανισορροπία. Εν κατακλείδι αυτός είναι ο τύπος απασχόλησης που θα απαιτεί πάντα η καριέρα μας, και τότε θα πρέπει να ρωτήσει ο καθένας τον εαυτό του αν μπορεί να ζήσει με αυτό και πρέπει να βρει τρόπους να κρατηθεί όρθιος και με ισορροπία.»
«Από ότι μου είχε εκμυστηρευτεί ο Παυσανίας δεν έχει περάσει και πολύς καιρός που είχες μια ενδιαφέρουσα σχέση με μια κοπέλα που εργαζόταν στον ιατρικό κλάδο. Θα ήθελα να μου μιλήσεις γι΄ αυτή τη σχέση σου. Τι συνέβει και χωρίσατε;»
«Μάλλον ερωτεύτηκε άλλον; Να βρέθηκε ένας τύπος διαφορετικός από μένα που να της πήρε τα μυαλά;. Ο σοφός παππους μου, μου έλεγε! Με την ψυχή της γυναίκας μη προσπαθείς να βρεις άκρη. Ούτε αυτές δεν βρίσκουν! Αν δεν μπορείς να το αντέξεις απομακρύνεσαι, η κάνεις ότι οι περισσότεροι, δεν δένεσαι. Βέβαια εάν εσύ την έχεις δαγκώσει την λαμαρίνα, τότε, με τις υγείες σου, θα σου περάσει.
«Και για ν’ απαντήσω και σοβαρά και στην ερώτηση σου! Η σχέση μας έληξε άδοξα, ήξερα ότι ήταν ένα θέμα που συσσωρευόταν καιρό, ότι είχε κουραστεί από το να λείπω και ήθελε να είμαι μαζί της, ένιωθε μόνη και είχε κουραστεί να νιώθει έτσι και μου ζήτησε να τα παρατήσω  και να μείνω στη στεριά. Ήταν σαν να μου αφαιρούσε τη χαρά και το θεώρησα εντελώς μάταιο να περιμένω πως η σχέση μας θα οδηγούσε στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα! Επιπλέον, δεν ήθελα να διακινδυνεύσω τη δουλειά μου που την αγαπάω. Και οι δύο αποφασίσαμε ότι ήταν καλύτερο να τελειώσει αυτή η σχέση. Τέλος πάντων. Τον πρώτο καιρό στα γενέθλια της, μου έστειλε μήνυμα λέγοντας ότι από όλους όσους θα της ευχόταν χρόνια πολλά, περίμενε ένα από εμένα. Το σκεφτόμουν, μιας και χωρίσαμε φιλικά, αλλά σκέφτηκα ότι το να της στείλω μήνυμα δεν θα βοηθούσε καθόλου, οπότε απλά αποφάσισα να μην το κάνω.»
«Δεν αναρωτήθηκες αν προσπαθούσε να τα ξαναφτιάξει μαζί σου;» 
«Από ότι κατάλαβα αιφνιδιάστηκε από τον χωρισμό και γιατί δεν μπορούσαμε να τα καταφέρουμε, οπότε ξέρω ήδη ότι είναι πρόθυμη να τα ξαναφτιάξουμε, αλλά αυτό πλέον δεν είναι επιλογή μου, ακόμα περισσότερο, που δεν κράτησε η φλόγα για εκείνη αναμμένη! Πώς θα πηγαίναμε ένα βήμα παραπέρα τη σχέση; Δεν τρελαινόμουν, δεν περίμενα διαρκώς την επόμενη συνάντηση μας, δεν μετρούσα τις ώρες για να ενωθούμε μαζί της; Την καταλάβαινα! Αναζητούσε αυτό το αίσθημα της ασφάλειας αυτό το μικρό λιθαράκι στον θεμέλιο λίθο της σχέσης μας που λέγεται εμπιστοσύνη! Καλώς ή κακώς, πίστευα ότι δεν νιώθαμε και οι δυο μας ασφαλείς μέσα σε αυτή τη σχέση! Ακροβατούσαμε σε ρευστά θεμέλια και αργά ή γρήγορα θα οδηγούσε στην έξοδο. Νιώθω λίγο άσχημα για όλο αυτό, αλλά έπρεπε να τελειώσει. Υποθέτω ότι ο λόγος που μοιράστηκα την εμπειρία μου είναι για να ξέρεις ότι μπορώ να σε καταλάβω. Είναι μια δύσκολη συζήτηση γιατί η δουλειά μας είναι σημαντική, αλλά, το ίδιο και ο ποιοτικός χρόνος στα ζευγάρια. Η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής είναι σημαντική.»
Υποθέτω ότι ο λόγος που μοιράστηκα την εμπειρία μου είναι για να ξέρεις ότι μπορώ να σε καταλάβω. Είναι μια δύσκολη συζήτηση γιατί η δουλειά μας είναι σημαντική, αλλά, το ίδιο και ο ποιοτικός χρόνος στα ζευγάρια. Η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής είναι σημαντική.»
«Ευχαριστώ που άνοιξες την καρδιά σου! Είναι ένα τόσο δύσκολο σημείο όπου μπορείς να δεις κάποιον να κάνει τόσα πολλά και να είναι συνεχώς κουρασμένος, στρεσαρισμένος από τη δουλειά του και μετά απλά νιώθεις ανόητη που θέλεις να περάσεις περισσότερο χρόνο μαζί, ενώ η ζωή είναι μάλλον μια χαρά για σένα! Εκτιμώ αυτά που μοιράστηκες μαζί μου και πως με καταλαβαίνεις πως νιώθω!
Σαββάτο σήμερα και ο Παυσανίας με παρότρυνε να σου ζητήσω να βγεις μαζί μας το βράδυ, έκλεισε τραπέζι σ΄ ένα εστιατόριο στη συνοικία «Commercial Street» και στο το restaurant Willem van Gogh, νομίζω ότι το ξέρεις.»
«Πως το νομίζεις ότι το ξέρω;» εκφράζει την αμφιβολία του ο Αλκιβιαδης ώστε να αποσπάσει την πηγή της γνώσης της.»
«Κυκλοφορούν διάφορα, ακόμη και στο σαλόνι που συχνάζουν οι γυναίκες των αξιωματικών.»
«Κουβέντες του αέρα είναι, άλλες με μέλι, άλλες με δηλητήριο. Ιστορίες των ναυτικών που διαδραματίζονται σε πολυσύχναστα ή μελαγχολικά μπαρ, όπου ζωές μεθούν και θάνατοι ανασταίνονται, ή δαίμονες πνίγονται και άγγελοι γεννιούνται.» 
«Συμφωνώ για το κουβέντες του αέρα, αλλά νομίζω ότι ακόμα και έτσι δεν χαλάει πολύτιμες φιλίες για μένα. Οι άνθρωποι που σε αγαπούν, σε καταλαβαίνουν.»
«Είναι ωραίο να ξέρεις ότι οι φίλοι σε σκέφτονται και να νιώθεις ότι είσαι πραγματικά μέρος της παρέας μερικές φορές. Δέχομαι με μεγάλη μου ευχαρίστηση την πρόσκληση και ελπίζω ότι δεν θα με βρείτε πολύ βαρετό.»
«Αν Ανησυχείς ότι είσαι ένας βαρετός άνθρωπος στηρίξου επάνω μου και θα είμαι η κλινική ψυχολόγος σου να ξεπεράσεις την πλήξη σου.»
«Ίσως το δεύτερο χειρότερο έγκλημα στον κόσμο είναι η πλήξη. Το πρώτο είναι να είσαι βαρετός! Γι' αυτό για να το ξεπεράσω, αυτά τα μεγάλα γκρίζα-γαλάζια μάτια σου που θα μπορούσα να τα κοιτάζω όλη μέρα, θα συμπληρώσω και όλο το Σαββατόβραδο!» Της λέει ο Αλκιβιαδης «Οπότε το λύσαμε το πρόβλημα.» συμπληρώνει τη φράση του.
«Θα το λύσουμε, αφού πρώτα πιούμε ένα ποτηράκι ζενέβα, εσύ το κερνάς και εγώ κλινική ψυχολόγος σου.»
«Μην τα πετάς τα λόγια σου σαν τ’ άχερο στ’ αλώνι μου ’κάνεις πέτρα την καρδιά κι η κάμα σου στομώνει.»
«Και μετά μου λες βαρετός; Υπάρχει πραγματικά αυτή η έννοια για σένα;»
...Η Δάφνη πλημμυρισμένη από συγκίνηση, μ' ένα συναίσθημα βαρύ και ακαθόριστο της προκαλούσε το γεγονός πως οι επισκευές του πλοίου αποπερατώθηκαν και ο χρόνος παραμονής της στο λιμένα του Ρότερνταμ για εκείνη έφτασε στο τέλος του. Φανερά στενοχωρημένη με δάκρυα στα μάτια αποχαιρέτησε τον καλό της στην αναχώρηση που φεύγει για ένα ακόμη ταξίδι. Είχε φορέσει τα πιο καλά της ρούχα, και με τα δάκρυα στα μάτια της του λέει όλες τις ευχές. Και ο Παυσανίας ακούει τις ευχές της σαν ένα τραγούδι τόσο όμορφο. «Ένα πελώριο σ' αγαπώ και να προσέχεις!» από το στόμα της Δάφνης του που του άγγιξε την καρδιά! «Περιμένω πως και πως τη στιγμή που θα γυρίσω και θα στεφανωθούμε! Αντίο!» 
Όταν το λευκό μαντίλι τ’ αποχαιρετισμού βάραινε απ’ τα δάκρυα, το μεγάλο γκαζάδικο τραβούσε προς το πέλαγος. Τότε, γύρισε στεγνά τα μάτια της επάνω και τον είδε πίσω από τα ρέλια της γέφυρας να την κοιτάει και να τη χαιρετάει ανεμίζοντας τα χέρια του. «Αντήχησαν στ’ αφτιά της τα σ' αγαπώ του». Ένα χαμόγελο έσπασε την πικρή σφραγίδα των χειλιών της, και βρήκε διέξοδο ο ξαλαφρωτικός αναστεναγμός. Στο ξεπροβόδισμα της για κάλο ταξίδι η ψυχή του Παυσανία ξαστέρωσε, τέντωσε το κεφάλι του, να την βλέπει καλύτερα και όσο το πλοίο απομακρυνόταν ολοένα η φιγούρα της πάει και λιγοστεύει λες και βυθιζόταν στο έδαφος.
«Καλέ μου φίλε, σιγά σιγά θα συνηθίσεις τη νοσταλγία που φέρνει του ναυτικού η αναχώρηση από τα αγαπημένα του πρόσωπα.» τον παρηγορεί ο Αλκιβιάδης που είχε σταθεί για λίγο δίπλα του κουνώντας και εκείνος το χέρι του ανταποδίδοντας το χαιρετισμό της Δάφνης.
Ο Παυσανίας έμεινε μέχρι αργά καθώς η μέρα πλησιάζει στο τέλος της στην κουπαστή του πλοίου, παρακολουθώντας τον ήλιο σ΄ ένα εντυπωσιακό ηλιοβασίλεμα στο δυτικό ορίζοντα που έδιωχνε την αραιή ομίχλη, η όποια ως εκείνη τη στιγμή ήταν απλωμένη πάνω από τα νερά του καναλιού. Αυτό το σημείο του προσφέρει ένα γαλήνιο μέρος παρακολουθώντας τον ήλιο να βυθίζεται κάτω από τον ορίζοντα. «Οι σκέψεις του ταξιδεύουν» είναι απορροφημένος σε βαθιές σκέψεις, ανάμικτες με φαντασιώσεις και δεν είναι παρών στην πραγματικότητα. Η προσοχή του δεν είναι επικεντρωμένη στο εδώ και τώρα, αλλά σε κάτι άλλο, σε μελλοντικά γεγονότα και σ' ένα φανταστικό σενάριο. Το φανταστικό ταξίδι του, έχει συνοδοιπόρο την αγάπη του για τη Δάφνη και εκφράζει μια απόπειρα να μετατρέψει το όνειρο του σε πραγματικότητα και να αφήσει εκτός ονείρου τη μορφή μιας προσωπικότητας που έρχεται στην επιφάνεια σε συγκαλυμμένη μορφή. Να συγκρατήσει τις ορμές του και να καταπιέσει τις παρορμήσεις του που αναζητούν διέξοδο να απελευθερωθούν με κάποιο τρόπο.
Της ήμερες που πέρασε στην αγκαλιά της Δάφνης ήταν μια φλογισμένη άνοιξη, και είχε ρίξει στην πιο απόκρυφη γωνιά της καρδιάς του σαν ένα παράξενο όνειρο τις πρόσφατα ανθισμένες επιθυμίες του που είχαν ριζώσει μέσα του για τον Αλκιβιάδη, και αυτή η φλογισμένη άνοιξη, που η Δάφνη ξύπνησε στην καρδιά του μεμιάς του φάνταζε σαν κήπος, χρόνια φυτεμένος και φροντισμένος από χέρια έμπειρου κηπουρού.
Με τις ήμερες να διαβαίνουν στο πλοίο επικρατούσε η σιγή! Μα Αλίμονο του φαινόταν τόσο εκπληκτικό που η μορφή της Δάφνης ξεθώριαζε όσο οι μέρες περνούσαν και έγινε μια χαραμάδα στη σιωπή του. Ξεθώριασε όπως η τέντα από τον ήλιο στο μπαλκόνι του σπιτιού τους, και όσο κι ο κάθε άλλος, απατηλός, αντικατοπτρισμός, όσο ο ίσκιος του, είτε μακραίνοντας προς τη δύση του όταν ο ήλιος, πρόσχαρος, γεννιέται, είτε στρογγυλεύοντας γύρω του, όταν ο ήλιος, γαληνεμένος βασιλιάς της μέρας, μεσουρανεί, είτε απλώνοντας στην ανατολή, το δειλινό την ώρα που ο ήλιος θλιβερός πεθαίνει. Την ένιωθε μια σχέση δίχως το ανάλογο έντονο πάθος σαν να είναι μια συννεφιασμένη μέρα μες στο καλοκαίρι.
Στον αντίποδα, το πάθος του για να έχει σύντροφο τον Αλκιβιάδη εκδηλώνεται μέσα του με έντονη επιθυμία και έλξη που διαπερνά ολόκληρο το σώμα του και  ξεχειλίζει στο κορμί του! Από τη στιγμή που ο Αλκιβιαδης τον έχει αποδεχτεί γι’ αυτό ακριβώς που είναι και υπάρχει μια αμοιβαία εμπιστοσύνη το συναίσθημα του βαθαίνει και το πάθος του δεν είναι απλά ένα συναίσθημα, αλλά ένα ρεύμα που διαπερνά το σώμα του, γεμίζοντας το και εκφράζοντας τον εαυτό του με κάθε κύτταρο. Του αρκεί να ακουμπήσει το κεφάλι του στον ώμο του Αλκιβιάδη και αυτός να του κρατήσει το χέρι του ενώ μέσα του πυροδοτούνται συναισθήματα που τον διαπερνά η ένταση τους. Και ενώ η ένωση τους απειλεί να τον κατακάψει αυτός την αποζητά μαζί του, γιατί η καρδιά του σκιρτά παρασέρνοντας τον σε κάτι που το παραφράζει ως γοητεία, ενώ στην πραγματικότητα είναι ο ασκός του Αιόλου που έχει ανοίξει παρασέρνοντας τον σε μια μεθυστική γοητεία, όπου ναρκωμένος της παραδίνεται, ακόμα κι αν καραδοκεί ο όλεθρος να τον συντρίψει. Η σχέση του με τη Δάφνη στον ψυχικό του κόσμο έχει αποκτήσει ρήγματα που γίνονται χαράδρες στις οποίες τον κατακρημνίζει η έλξη που προκαλεί πάνω του ο Αλκιβιαδης και δεν αντιστέκεται στη πτώση του. Έχει πάρει απόφαση πως έχει επιλέξει αυτό που επιθυμεί περισσότερο, ετούτες τις δεδομένες στιγμές και όταν το σκέφτεται νιώθει ένα ηδονικό ρίγος να σαλεύει στην τρύπα του, γιατί ο Αλκιβιάδης του έχει δείξει πως σέβεται τις επιθυμίες του. με αποδοχή, κατανόηση και ανταπόκριση. 
Έχει περάσει σχεδόν μια βδομάδα που αναχώρησε το πλοίο και ο Παυσανίας νιώθει έλλειψη οικειότητας, που την προσλαμβάνει ως συναισθηματική και ταυτόχρονα και σωματική απόσταση να τους χωρίζει με τον Αλκιβιάδη. Νιώθει απομάκρυνση στη σχέση τους,. Ο Αλκιβιάδης δεν ανταποκρίνεται δεν δείχνει το ενδιαφέρον και τα ίδια συναισθήματα που του εκδήλωνε πριν από την παραμονή του πλοίου στην Ολλανδία και την έλευση της Δάφνης. Αν και βρίσκονται στον ίδιο χώρο και πολύ συχνά είναι δίπλα του τον νιώθει απόμακρο και ταυτόχρονα τον αισθάνεται, συναισθηματικά, χίλια μίλια μακριά. Μπορεί να τον βλέπει αλλά δεν μπορεί να νιώσει την επιθυμητή παρουσία του. Μπορεί να του μιλήσει αλλά όχι όπως θα ήθελε. Δυσκολεύεται. Είναι σαν ξαφνικά να υπήρξε ένας τοίχος μεταξύ τους. Ένας τοίχος που κτίστηκε ξαφνικά, και αναρωτιέται πως μπορεί να τον περάσει. Αυτός ο τοίχος για τον Παυσανία εμπεριέχει τη συναισθηματική παραμέληση του, που πέρασε αναμεταξύ τους από την «πίσω πόρτα» υπονομεύοντας σιωπηλά την επικοινωνία, και τη ζεστασιά στη σχέση τους.
Τα βράδια στην καμπίνα του, προσπαθει να μετρήσει την κίνηση του ρολογιού, καθώς η νύχτα λιγοστεύει και σώνεται. Τα σεντόνια του δροσερά μα το στήθος του έκαιγε. Τεντωνόταν και έτριβε την κοιλιά του πάνω στο λευκό ύφασμα μα δεν ήταν αρκετό να ικανοποιήσει τη φούντωση του. Χυνόταν ο πόθος και έκαιγε το διψασμένο κορμί του που παλλόταν και δεν μπορούσε να χειραγωγήσει την καύλα του. Σκεφτόταν γυμνό τον Αλκιβιάδη μέσα στο ντους και ανατρίχιαζε. Του καρφωνόταν η ιδέα ότι και ο Αλκιβιάδης χαϊδευόταν μέσα στο ντους κάτω από το νερό. Φανταζόταν το προικισμένο χάρισμα του να το  σκουπίζει με την πετσέτα και αυτή η ιδέα του άρεσε. Ψιθύριζε  το όνομα του! «Τον θέλω!». Είναι το πρώτο πράγμα που ξέρει όταν ξεκίνησαν τη σεξουαλική τους σχέση. Μια σχέση που σαν βασικό θεμέλιο έχει το σεξ, τον πόθο και την επιθυμία συνεύρεσης. Με τον Αλκιβιάδη επιθυμεί να έχουν αμοιβαία αισθήματα μεταξύ τους. Να τον θέλει όπως τον θέλει και αυτός. Όπως «διψάει» και αυτός για ένα άγγιγμα του και όταν τα σκέφτεται όλα αυτά τον ανατριχιάζουν και  τον κάνουν να θέλει να γίνει ένα μαζί του. Έχει μια βασική ανάγκη και επιθυμία για συνεύρεση μαζί του όταν ο ερωτισμός του χτυπάει κόκκινο καμπανάκι και αργά, αισθησιακά βάζει φωτιά στο κορμί του!
Προς τι η αναμονή; Ο έρωτας και το σεξ δε χρειάζονται ταμπού!  Με θέλει σίγουρα, κι εγώ το ίδιο! Να με σφίξει δυνατά, μελωδία να γίνει και να γλιστρά πάνω μου σαν αεράκι δροσερό την ώρα που καίγεται το κορμί μου για τον έρωτα του, γιατί η σεξουαλική συνεύρεση είναι μια όμορφη ανάγκη.
Τι θα έκανε που τον ήθελε τόσο πολύ! Και ο κόμπος είχε φτάσει στο χτένι. Δεν άντεξε όρμησε στην καμπίνα του και πήγε και ξάπλωσε δίπλα του. «Τι θέλεις;» τον ρωτάει ο Αλκιβιαδης.
«Είναι μέρες τώρα σου ψιθυρίζω τον έρωτα μου, αλλά εσύ κάνεις ότι δεν ακούς.» Η φράση του είχε μέσα της τρομερή απόγνωση. «Όταν σε βλέπω θέλω μόνο αυτό. Να με πάρεις στην αγκαλιά σου και να με γαμήσεις» του λέει χωρίς να ντρέπεται
Ο Αλκιβιάδης δεν του απάντησε αμέσως. Το σκεφτόταν. Η καρδιά του Παυσανία πήγαινε να σπάσει από την αγωνία. Και όταν του μίλησε, ένιωσε ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου! «Έλα ξάπλωσε,» του λέει «Θα γίνει κι αυτό όταν πρέπει.»
«Αγκάλιασε με ξανά Σφίξε με δυνατά» και με τα χέρια του έψαχνε την ανδρική υπόσταση του Αλκιβιάδη.  Αρχίζουν τα φιλιά. Δυνατά παθιασμένα. Τον θέλει τόσο πολύ που έχει ξεχάσει τη ζήλια του. (Τον ζήλευε που έμαθε πως ο Αλκιβιαδης πηδούσε μια Σλαβοκροάτησα στο Ρότερνταμ.)
Ακούμπησε τα χείλια του στην πλάτη του. Παράλληλα, μετρούσε την ραχοκοκαλιά του με τη γλώσσα του. Ο Αλκιβιαδης έστρεψε το βλέμμα του στο ταβάνι. Στέναξε όταν ένιωσε τη γλώσσα του Παυσανία, ανάμεσα στα πόδια του, στον ιστό του κορμιού του.
«Σε θέλω ακόμα πιο πολύ,» του ψιθυρίζει ο Παυσανίας και ο Αλκιβιαδης τέντωσε κι άλλο το κορμί του και δεν κρατήθηκε. Γύρισε τον Παυσανία μπρούμυτα  και άρχισε να τον φιλάει και να να τον μουσκεύει απόλυτα αφοσιωμένος, στην πίσω τρύπα του! Τώρα, για τον Αλκιβιάδη δεν υπήρχε τίποτα άλλο στο  δωμάτιο πάρα η πίσω τρύπα του Παυσανία. Εκείνη την στιγμή, επάνω στο κρεβάτι ο Παυσανίας άρχισε να βογκάει από ηδονική ευχαρίστηση. Νιώθει τον πούτσο του Αλκιβιάδη να σηκώνεται. Ανυπομονεί να μπει μέσα του. Δε θέλει τίποτε άλλο από αυτόν, μόνο αυτό. Ότι και να σκεφτόταν πριν τα πήρε ο άνεμος. Μπήκε μέσα του. Βρήκε την αδυναμία του. Ο Παυσανίας ένιωθε τις ωθήσεις του. Τρεις βαθιές, μια πιο κοφτή, σύντομη, και μετά πάλι βαθιά. Ζούσαν στο κέντρο του κόσμου. Έκαναν ό,τι κάνουν οι άνθρωποι όσο υπάρχουν στη γη. Έκαναν κάτι εντελώς δικό τους. Χτίζανε το κώδικα τους, εκατοστό το εκατοστό που βυθίζονταν μέσα στα γυμνά κορμιά τους όταν και οι δυο τους χάνονταν μες στην ηδονή. Ο Αλκιβιαδης γύρισε ανάσκελα.Ο Παυσανίας σκαρφάλωσε πάνω του. Νιώθει ξανά να του ανοίγει ο κώλος του. Είναι ξανά μέσα του ο πούτσος του Αλκιβιάδη. Τον νιώθει να μπαίνει μέσα όλος. Τι απόλαυση. Πήρε τα ηνία. Κάνει αυτό που ήθελε! Να τον γαμάει ο Αλκιβιαδης που τον γουστάρει. Η μορφή της Δάφνης στριφογυρίζει μερικές στιγμές στο μυαλό του αλλά δε νοιώθει ενοχές! Του αρέσει τόσο πολύ που έχει τον πούτσο του Αλκιβιάδη μέσα του ενώ ταυτόχρονα θέλει και κάτι παραπάνω.! Καλπάζουν και οι δυο, καθώς ακούγανε το τραγούδι των σειρήνων, που όχι μόνον το ακούγανε αλλά και το τραγουδούσαν. Ο Αλκιβιαδης δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Τον κοιτούσε και τα δάχτυλά του έτριβαν τις θηλές του Παυσανία που ένιωθε ότι θα εκραγεί και θα γεμίσει η καμπίνα φως. Το κρεβάτι έτριζε και οι μέρες τους έγιναν ξανά φωτεινές. Ο Αλκιβιάδης το αποτελείωνε υπέροχα. Καθώς είχε φυτέψει ολότελα τον πούτσο του μέσα του, πήρε μια ανάσα, τον χούφτωσε σφιχτά από τα καπούλια του και έδωσε άλλη μια δυναμική ώθηση στη λεκάνη του, αναγκάζοντάς τον Παυσανία να κοντράρει με όση δύναμη μπορούσε να βρει σ’ εκείνη την υπέρτατη στιγμή ηδονής, ώστε να νιώσει ολόκληρο το μεγαλειώδες καυλί του να τον κυριεύει και να τον κατακτά διαμέσου της κερκόπορτας του πλέον εθισμένου στον πούτσο του κώλο του Παυσανία.
«Σ’ αρέσει ακόμα;» τον ρώτησε, χωρίς να μειώσει τη δύναμη με την οποία τον διατρυπούσε.
«Μ’ έχεις κάνει λιώμα...» του λέει, δυσκολευόμενος πραγματικά να βρει κάτι άλλο να πει.
«Λατρεύω το πως φαίνεται από εδώ πίσω ο τουρλωμένος, παλουκωμένος κώλος σου και η πλάτη σου... Νιώθω ότι ο πούτσος μου έχει φτάσει ως εδώ» του είπε σε μια έξαρση ειλικρίνειας, αγγίζοντας ένα σημείο ψηλά, ανάμεσα στις ωμοπλάτες του.
«Ως το λαιμό μου έφτασε, αγόρι μου, γι’ αυτό και βόγκηξα έτσι. Κι εγώ λατρεύω να νιώθω τ’ αρχίδια σου να παρενοχλούν τα δικά μου» του απαντάει, σηκώνοντας το δεξί του χέρι από το στρώμα και χουφτώνοντας με λαιμαργία τους δυο σάκους των αρχιδιών τους που αιωρούνταν πλάι-πλάι ανάμεσα στα μισάνοιχτα μπούτια του Παυσανία.
Έχοντας πλέον τον πλήρη έλεγχο του κώλου ο Αλκιβιαδης, σα γνήσιος άντρας ξεκίνησε το επόμενο στάδιο του έρωτά τους. Την παλινδρόμηση του πούτσου του μέσα κι έξω από την υγρή, ξεχειλωμένη κωλοτρυπίδα του Παυσανία. Ξεκίνησε τραβώντας έξω την πούτσα του αργά, υποβάλλοντας στα σωθικά του Παυσανία σε μια αβάσταχτη αναρρόφηση. Καθώς έβγαινε έξω, τα τοιχώματα του εντέρου του μαζεύαν πανικόβλητα, προσπαθώντας να αναπληρώσουν τον αχανή ελεύθερο χώρο που άφηνε πίσω της η απομακρυνόμενη πούτσα. Ταυτόχρονα τα εσωτερικά και τα εξωτερικά χείλη της κωλοτρυπίδας του εξασκούνταν τώρα στην κανονική τους λειτουργία, δηλαδή στην «εξαγωγή»’ μιας ζωντανής κουράδας, μόνο που η εξαγωγή αυτή γινόταν εξαναγκαστικά και όχι με τη δική τους θέληση.
Ο Αλκιβιάδης σταμάτησε να τραβάει έξω την πούτσα του, μόλις έφτασε στα όρια του πουτσοκέφαλου του.  Αυτή τη φορά η διείσδυση ήταν γλυκιά μεν, αλλά ταυτόχρονα και λιγότερο τρυφερή. Ο Παυσανίας χαμογέλασε μέσα στην απόλαυση του, καθώς αντιλαμβανόταν ότι ήταν η «τρύπα» και ο Αλκιβιάδης ήταν ο γαμιάς του. Η αμέριστη προσοχή που είχε δείξει στην αρχική του διείσδυση είχε πάει περίπατο, ενώ το μπήξιμο που ακολούθησε ήταν καρφωτό. Ο Παυσανίας μούγκρισε από καύλα, το ίδιο και ο Αλκιβιάδης. Και το τροπάρι αυτό συνεχίστηκε ακάθεκτο, προς μεγάλη τους απόλαυση. Ο Παυσανίας αυτοσχεδίαζε, κάνοντας διάφορα κόλπα με τον κώλο του, σφίγγοντας και χαλαρώνοντας αναλόγως του ρυθμού.  Μέσα στη ζάλη της ηδονής και των φερορμονών που εκκρίνονταν ποτάμια στον οργανισμό του, που και που ερχόταν μια αδύναμη εικόνα της Δάφνης και τον έβαζε σε σκέψεις για το αν αυτό που έκανε ήταν σωστό ή όχι. Αν ήταν φυσικό ή αφύσικο. Εκείνες τις στιγμές έκλεινε τα μάτια, φανταζόταν τον εαυτό του έξω από το σώμα του, να κοιτάει το κορμί μου πεσμένο στα τέσσερα στο στο κρεβάτι της καμπίνας του  Αλκιβιάδη, μέσα σ’ αυτό το κρησφύγετο της απόλαυσης, να ταλαντεύεται στο ρυθμό που επέβαλε ο «άνδρας» του πίσω του, χρησιμοποιώντας το μεγάλο, γυαλιστερό, λεκιασμένο και γλιστερό καυλί του για να παραβιάζει ασύστολα τα φυσικά όρια της κωλοτρυπίδας του και το άδυτο του κωλάντερου του...
Και οι εικόνες αυτές τον καύλωναν ακόμη περισσότερο! Του άρεσε τόσο πολύ να βρίσκεται σ’ αυτή τη θέση. Δε θα έκανε τίποτε για να αλλάξει όλα αυτά και δε θα μετάνιωνε ποτέ του για ότι έγινε. Άλλωστε η σταθερά καυλωμένη και αιωρούμενη κάτω από την κοιλιά του πούτσα του αποδείκνυε του λόγου το αληθές. Είχε χάσει εντελώς το χρόνο όλη αυτή την ώρα που ο Αλκιβιάδης τον γαμούσε με σταθερό ρυθμό, γονατιστός πίσω του. Απλά είχαν περάσει μόνο μερικά λεπτά, μα αυτός νόμιζε ότι ήταν ώρες απόλαυσης. Παρεμπιπτόντως, θα μπορούσε να είχε χύσει από ώρα, μα κάποιο προφανώς νοσηρό ένστικτο του έλεγε να κρατηθεί, να μην αφήσει την εκσπερμάτωση να πάει χαμένη. Πάνω που το σκεπτόταν αυτό, ο Αλκιβιάδης σταμάτησε την ταλάντωση, στη θέση που είχε το καυλί του ολόκληρο μέσα του. 
«Τελειώνεις;» τον ρώτησε μη θέλοντας να δείξει την απογοήτευση του.
«Ορίστε;» τον ρώτησε ο Αλκιβιάδης σα να τον είχε ξυπνήσει από λήθαργο.
«Λέω... αν τελειώνεις, μη βγεις από μέσα μου ακόμα. Θέλω να τελειώσω κι εγώ!» του λέει χαμηλόφωνα ο Παυσανίας.
«Όχι, αγορίνα μου, δεν τελείωσα. Παίρνω μια ανάσα. Η τρύπα σου είναι τόσο σφιχτή και υγρή, που νιώθω ότι έχω τον πούτσο μου μέσα σ’ ένα ζουμερό γαλακτομπούρεκο. Θα μπορούσα να έχω τελειώσει ώρα τώρα, μα κρατιέμαι, αφού είσαι υπέροχη γκόμενα.» του απάντησε.
Του Παυσανία του άρεσε αυτή η θηλυκή κατάληξη... Ίσως να ήταν τυχαίο, ίσως σκόπιμο, μα εκείνον τον έκανε να νιώθει υπέροχα. Ήταν του Αλκιβιάδη το γυναικάκι του, το κορίτσι του, η κοπέλα του, η ερωμένη του. Βίωνε και πάλι τόσο έντονα αυτή τη φαντασίωση του που πλέον ήταν πραγματικότητα, ακόμη κι αν ο πόνος της ατελείωτης στύσης και της εξαναγκασμένης συγκράτησης του οργασμού του, του θύμιζε ότι ήταν άνδρας και μάλιστα δεσμευμένος με την Δάφνη.
«Κι εσύ είσαι υπέροχος!» του ανταπαντάει ο Παυσανίας.
«Θέλεις... θέλεις να σου τον παίξω;» τον ρώτησε ο Αλκιβιάδης.
«Μα τι λες;» του λέει ο Παυσανίας. «Αν μου αγγίξεις μόνο τον πούτσο αυτή τη στιγμή, θα εκραγώ!»
Γέλασαν κι οι δυο,  φυσικά και ελεύθερα. Πήγε να ξεκινήσει πάλι το γαμήσι του κώλου του, όμως κάτι τού έφταιγε.
«Έχεις κάποιο πρόβλημα, σε εμποδίζω εγώ σε κάτι;» τον ρωτάει αμέσως ο Παυσανίας, αφού δεν ήθελε να τους ενοχλεί απολύτως τίποτε.
«Όχι. Απλά με πόνεσαν τα γόνατά μου…» του λέει.
Είχαν πονέσει και του Παυσανία, αλλά δε τον ένοιαζε καθόλου.
«Θέλεις να αλλάξουμε στάση;» τον ρώτησε, αλλά ήλπιζε να του απαντήσει αρνητικά.
«Όχι... ίσως... αν σταθώ λίγο ποιο όρθιος είναι εντάξει» και λέγοντας αυτό, ανασηκώθηκε από τη γονατιστή θέση στα πόδια του, προσπαθώντας να ξεμουδιάσει!
Ένας ίλιγγος απόλαυσης κυρίευσε, τον Παυσανία χωρίς να ξέρει το γιατί. Δε μούγκρισε, ούτε βόγκηξε, αφού σχεδόν του είχε κοπεί η ανάσα από τα κύματα ηδονής που πήγαζαν από την κορυφή του πούτσου του και διαχεόντουσαν σε όλο του το κορμί. Κάθε τρίχα του είχε ανασηκωθεί ερεθισμένη, οι θηλές του, τα ακροδάχτυλα του, τα χείλη του είχαν μουδιάσει από την ένταση και η πούτσα του παλλόταν σε δονήσεις εκσπερμάτωσης, μα χωρίς να χύνει.
Ο Αλκιβιάδης είχε ανασηκωθεί πίσω του, λυγίζοντας τα γόνατα του και φέρνοντας την πούτσα του σε διαγώνια θέση προς την κωλοτρυπίδα του Παυσανία, με κατεύθυνση από πάνω προς τα κάτω, και όλη αυτή η κίνηση έγινε χωρίς να βγάλει από μέσα του το καυλί του. Η καρδιά του Παυσανία χτυπούσε σε τρελούς ρυθμούς. Είχε μείνει άφωνος.
«Έλα, είσαι καλά; Τι έπαθες; Μάλλον δε σου αρέσει έτσι, ε;» το ρωτάει ο Αλκιβιάδης.
Δεν είχε λόγια να του απαντήσει. Ούτε ανάσα καν. Ενστικτωδώς το σώμα του πήρε μόνο του τη θέση που του άρμοζε. Λύγισε τους αγκώνες και σχεδόν ακούμπησε το στήθος του στο στρώμα αφήνοντας να προεξέχει μόνο ο κώλος του, που είχε βαθιά φυτεμένο μέσα του το σκήπτρο της απόλαυσης του Αλκιβιάδη του. Το μόνο που κατάφερα να ψελλίσω ήταν!
«Γάμησε με... σε παρακαλώ... γάμησε με, τώρα...»
Δεν κράτησε πολύ η συνέχεια. Με βαθιές, κοφτές και δυναμικές κινήσεις άρχισε να βγάζει και να βάζει μέσα του τον πούτσο του. πιέζοντας ανελέητα  τον προστάτη μου. Η ανάσα του Παυσανία επανήλθε, μόνο και μόνο όμως για να διοχετεύσει αέρα στις κραυγές ηδονής και απόγνωσης ταυτόχρονα. Τραγουδιστές κραυγές, υψίφωνες, κοφτές όπως και τα παλινδρομικά βυθίσματα του άνδρα του. Κάθε του βύθισμα χτύπαγε καίρια πάνω στις ευαίσθητες περιοχές του προστάτη του, αυτού του τόσο παρεξηγημένου αδένα, χαρίζοντας του πρωτόγνωρες απολαύσεις και κλιμακώνοντας τον οργασμό του. Κάθε του βύθισμα ήταν σα να συσσωρευόταν ακόμη μια δόση σπέρματος στα προπύλαια του σπερματοδόχου σωλήνα της πούτσας του, κάνοντας αναπόφευκτη την επικείμενη εκσπερμάτωση σε αυτή την ανεπανάληπτη πανδαισία συναισθημάτων και απόλυτης ανατροπής φύλου που βίωνε. Και μετά από καμιά δεκαριά βυθίσματα, ήρθε η λύτρωση. Ήταν μια κραυγή απόλαυσης, ανακούφισης, λύτρωσης και απελπισίας μαζί.  Ανακούφιση, ακριβώς επειδή εκτονωνόταν όλη αυτή η ένταση, όλος ο ερεθισμός των τελευταίων λεπτών σε μια και μοναδική δόση σπέρματος που εκτινάχθηκε μέχρι το στήθος και το στόμα του.  Δίκοπο μαχαίρι αυτός ο οργασμός. Εμ ήθελε να τελειώσει, εμ ποθούσε να τον ξαναζήσει μόλις τελειώσει...
Όταν είχε αρχίσει να χύνει, ο κώλος του και το έντερο του παλλόταν στο ρυθμό της εκσπερμάτωσης του. Μα ο κώλος του και το έντερο του υποβαλλόντουσαν ταυτόχρονα στις αδιάκοπες διεισδύσεις του αχόρταγου και ασυγκράτητου πούτσου του Αλκιβιάδη. Αυτό το αγκάλιασμα του κώλου του στον πούτσο ήταν το κερασάκι στην τούρτα της ολοκλήρωσής του Αλκιβιάδη. Συντόνισε λοιπόν τα βυθίσματα του με τις δονήσεις του κώλου μου και μετά από το τέλος της εκσπερμάτωσης του Παυσανία και ενώ ο κώλος του ακόμα δονείτε στο ρυθμό της, ο Αλκιβιάδης άρχισε να κραυγάζει εξίσου άναρθρα με τον Παυσανία. Για όλο αυτό το χρόνο από την πρώτη εκσπερμάτωση του μέχρι και την έκρηξή του, ήμουν ένα κουρέλι στο έλεος του. Τον γαμούσε αλύπητα. Του τον έχωνε τόσο βαθιά που νόμιζε ότι θα του βγει από την κοιλιά και του τον τραβούσε σχεδόν ολόκληρο έξω. Του έσφιγγε τα κωλομέρια με τα δάχτυλά του, αφήνοντάς του σημάδια από το σφίξιμο και μπηξίματα από τα νύχια του. Και όταν ήρθε εκείνη η στιγμή της κραυγής, είχε σφηνώσει το καυλί του τόσο βαθιά μέσα του, που του είχε κόψει την ανάσα. Η κραυγή του Αλκιβιάδη συνοδεύτηκε από αυτό που έκανε τον Παυσανία να επιβεβαιώσει ενδόμυχα ότι ήταν ταγμένος να γίνει η γκόμενα του Αλκιβιάδη. Το έντερο του πλημμύρισε απ’ άκρη σ’ άκρη με το καυτό, πηχτό και πλούσιο σπέρμα του. Κι ύστερα ο Αλκιβιαδης τραβήχτηκε. Και του τον ξανά έχωσε, βογκώντας από ανακούφιση. Μια δεύτερη δόση με το παχύρρευστο σπέρμα, ανακατεμένο με τα υγρά του κώλου του, ξεχείλισε από την κωλοτρυπίδα του και ξεπήδησε προς όλες τις κατευθύνσεις, εκτινάχθηκε προς τα κωλομέρια του, προς τα αρχίδια του, προς τις ιδρωμένες πουτσότριχες του. Ο Αλκιβιάδης δεν ήθελε να σταματήσει να τον γαμάει, παρόλο που ο κώλος του Παυσανία είχε γίνει λίμνη σπέρματος και άλλων σωματικών υγρών. Συνέχισε μια, δυο, τρεις φορές το μέσα - έξω, και έπειτα λύγισε. Γονάτισε. Εξουθενωμένος. Εξαντλημένος. Ευτυχισμένος. Ο Παυσανίας δεν ξέρει τι τον έπιασε, μα χωρίς δεύτερη σκέψη και αφού ο Αλκιβιάδης είχε έξω την πούτσα του και την κρατούσε σφιχτά αδειάζοντας τις τελευταίες σταγόνες σπέρματος πάνω στη μέση του, γύρισε το πρόσωπό του και χούφτωσε το αντικείμενο του πόθου του. 
Ο Αλκιβιαδης τον έπιασε από τους ώμους τρυφερά και ανασήκωσε τον κορμό του, έτσι ώστε να βρεθούνε πρόσωπο με πρόσωπο. Τον κοιτούσε με ένα βλέμμα απόλυτου σεβασμού, εκτίμησης και θαυμασμού. Ήταν σα να του έλεγε: «Ευχαριστώ».

Η σχέση τους συνέχισε αλλά κάποτε χώρισαν! Όχι επειδή δεν τους άρεσε, αλλά επειδή κυριολεκτικά χώρισαν οι δρόμοι τους και ο Αλκιβιάδης ποτέ του δεν ένιωσε την ανάγκη να αναζητήσει σε άλλον μια τέτοια σχέση και να που σήμερα μετά από πολλά-πολλά χρόνια εμφανίζεται απρόσμενα επιθετικά στην ήρεμη οικογενειακή ζωή του ο Παυσανίας να ταράξει τα λιμνάζοντα νερά του.

......................Το Email που έστειλε ο Αλκιβιαδης στον Παυσανία  πολλά χρόνια αργότερα όταν έμαθε ότι ταξιδεύει ακόμη στέλεχος σ' ένα ιδιωτικό Super Yacht στα νερά της Καραϊβικής θάλασσας.
...................Αγαπητέ μου Παυσανία! Έχει περάσει, πολύς καιρός από τότε που όλα αυτά μας συνέβησαν, μα σήμερα το παρελθόν γύρισε πίσω χτυπώντας την πόρτα μου χωρίς άδεια, κι όλα ζωντανεύουν τις στιγμές που ήθελα να θυμάμαι αλλά ήταν κρυμμένες κάπου στο ασυνείδητο μου, και εκείνες που ήθελα να ξεχάσω και μένουν ζωντανές μέσα στη μνήμη μου!
Η νοσταλγία μου είναι συναίσθημα που εκδηλώνεται μέσα μου με επιθυμία για το παρελθόν, για μια περίοδο με ευχάριστες αναμνήσεις που ζήσαμε μαζί. Νοσταλγία που καιροφυλακτεί στις σκοτεινές γωνίες του μυαλού μου και ξαναβγαίνει στην επιφάνεια και εισβάλει στο παρόν τις στιγμές που έχω αφεθεί νωχελικά στις αναμνήσεις μου.................................
Το παρελθόν δεν αλλάζει αν και μακρινό πονάει και ποτέ δεν θα πάρω την απάντηση του! Σήμερα μετά από τέσσερις δεκαετίες σε μια συνηθισμένη πτήση με το αεροπλάνο και με προορισμό το Μπαχρέιν θυμάμαι!Το Μπαχρέιν είναι μια ψηφίδα του παζλ αυτών που ζήσαμε μαζί! Είναι ένας τόπος που επαναφέρει στη μνήμη μου με συναισθηματική φόρτιση γεγονότα και παραστάσεις που συνέβησαν και ανήκουν στο παρελθόν! Τα ενθυμούμε και ένα πολύ οδυνηρό παράπονο βασανίζει τα σωθικά μου! Ταξιδεύοντας με τη φαντασία μου στα πιο βρώμικα κομμάτια του μυαλού μου ένιωθα εντελώς μπερδεμένος για αυτό που σήμερα επιθυμούσα!
Καταλαβαίνεις γιατί μιλάω. Σου μιλάω για τη σεξουαλική μας δραστηριότητα, γι' αυτή που ταμπού και προκαταλήψεις δε χωράνε και για τον δικό μου ανεκπλήρωτο κρυφό μου πόθο. Ήμουν ο ενεργητικός και ήσουν ο δεκτικός σύντροφος στη ρομαντική σεξουαλική μας σχέση. Σήμερα υποβόσκει μέσα μου ένα απωθημένο. Ποιο ώριμος ηλικιακά μου αρέσει να με σκέφτομαι ότι συμμετέχω τόσο τον ενεργητικό ρόλο όσο και τον παθητικό στο σεξ μαζί σου και μπορούσαμε κάλλιστα να εναλλασσόταν μεταξύ μας οι σεξουαλικές καταστάσεις. Αυτός είναι ο ανεκπλήρωτος κρυφός μου πόθος η εναλλαγή από ενεργητικός σε παθητικός κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής μας συνεύρεσης να με γαμούσες και εσύ με τη σειρά σου όπως σε γαμούσα και εγώ. Για μένα, straigtht άντρας είναι αυτός που «τον έχει πάρει» έστω και μια φορά, και δεν του άρεσε, εν αντιθέσει όποιος τον έχει πάρει και του άρεσε τόσο που καταλαβαίνει ότι είναι bi sexual. Είμαι σίγουρος ότι οι περισσότεροι άνδρες θα θελαν να το δοκιμάσουν, αλλά ο φόβος μην χαρακτηριστούν «gay» τους κρατάει μακριά.
Γενικότερα καλό είναι στο σεξ να δοκιμάσεις τα πάντα. Όσα σου χαρίζουν κρυφούς οργασμούς που κανείς άλλος δεν ξέρει. Γιατί αυτή η απόλαυση να μου μείνει ένα όνειρο;
Θα μου πεις είχα διάφορες δικαιολογίες του τύπου: «Ντρέπομαι», «τι θα γίνει αν μαθευτεί»», «δε θέλω να ξεφτιλιστώ»,
Αλήθεια; Χωράει ντροπή στο σεξ; Είναι ντροπή το σεξ;
Σκέψου, πως με το να ντρέπεσαι το σεξ σε κάθε μορφή του, δίνεις δικαιολογία στον κάθε σεξιστή να σε ισοπεδώσει. Αν φοβάσαι πως θα μαθευτεί ένα έχω να πω. Ε και; Το γούσταρες, το έκανες. Αν σου άρεσε ξανακάν’το. Αν δε σου άρεσε τουλάχιστον τώρα ξέρεις. Αυτούς που θα σε κράξουν άστους βυθισμένους στον πουριτανισμό τους.
Εξάλλου, ρόδα είναι και γυρίζει. Μπορεί κάποτε αυτοί να βρεθούν στη θέση σου και μάλιστα σε ακατάλληλη στιγμή της ζωής τους. 
Εσύ όμως δεν έχεις να φοβάσαι. Το έκανες. Πάει το απωθημένο που σε βασάνιζε ως φαντασίωση στο μυαλό σου.
Δεν ξεχνώ πως υπάρχει και η περίπτωση να μην πετύχει και να μην σ’αρέσει. Δεν είναι για όλους κάποια πράγματα. 
Αλλά αν δεν το κάνω και εγώ εις πως θα μάθω. Γι αυτό τώρα θα σου πω τι θα ήθελα να μου κάνεις και εσύ ότι μου ζητούσες να σου κάνω εγώ! Αδικία δεν είναι η δική σου τρύπα να έχει νιώσει τόση χαρά και η δική μου να έχει μένει άνυδρη και απότιστη




... Δεν ξέρω γιατί, αλλά τα τελευταία χρόνια και μόνο η σκέψη σου με κάνει πάντα να καυλώνω. Νομίζω δε θα μπορούσα να σου πω όχι σε τίποτα. Στο μυαλό μου οι σκέψεις μου κάνουνε όργια αλλά μεχρι χθες δεν αποφάσιζα να στο πω γιατί είχα έναν ενδοιασμό για το μετά. Δεν είχα αρκετή αυτοπεποίθηση για να στο ζητήσω να με γαμήσεις και εσύ όπως σε γαμούσα και εγώ. Όποτε σκέφτομαι τα  καταπληκτικά σου χέρια, με τα μακριά δάχτυλα, φαντάζομαι να με χαϊδεύουν, να παίζουν με τις θηλές μου, να μου τα χώνεις στο στόμα η να μου βάζεις κωλοδάχτυλο και εκείνες τις στιγμές ο πούτσος μου σηκώνεται και η τρύπα μου χαλαρώνει και σε ζητάει. Δεν μπορούσα πια να κρατήσω τις σεξουαλικές μου ορμές και το αίσθημα αυτό με έκανε να ξεπεράσω κάθε ντροπή και είπα πως θα το ρισκάρω. Ούτε μπορώ να σου περιγράψω τώρα που στα γράφω τι σκέφτομαι. Φαντάζομαι ότι είμαστε οι δυο μας εκεί στο στενό κρεβάτι της κουκέτας στο πλοίο. Να φιλιόμαστε με πάθος να μου βγάζεις τα ρούχα, να με ξαπλώνεις με προσοχή στο κρεβάτι να συνεχίζεις να με φιλάς στο στόμα με γλωσσόφιλα. Να κατεβαίνεις στο στήθος μου και να φιλάς τα βυζιά μου, πιπιλώντας τις θηλές μου που είχαν πρηστεί από την καύλα, για πολύ ώρα. Εγώ να κατεβαίνω στο καυλωμένο καυλί σου, και χωρίς να χάσω χρόνο τον βάζω στο στόμα. Κόλλησα τα χείλη μου στο πουτσοκέφαλο σου και έπαιξα με τη γλώσσα πάνω στην τρυπούλα του για να καταλάβω επιτέλους τη γεύση του και να σου δείξω ότι πόσο πολύ αυτό το υπέροχο καυλί το ήθελα να γεμίζει την τρύπα μου. Έριξα το βλέμμα μου προς τα πάνω και σε είδα με κλειστά μάτια και με χείλη μισάνοιχτα να προσπαθείς να συγκεντρωθείς στην αναπνοή σου! Όσο σου τον γλείφω, τόσο αυτός διογκώνεται και σκληραίνει. Χωρίς να σταματήσω καθόλου τον βάζω όλο και πιο βαθιά στο στόμα μου, κατάφερα να φτάσω τα χείλη μου ως τις πουτσότριχες σου και να σε  απογειώσω στη καύλα. Σάλια δικά μου και τα πρώτα υγρά από την καύλα που έβγαζες συνεχώς, έκαναν το τσιμπούκι πιο εύκολο, ενώ τα αρχίδια σου άρχιζαν να γεμίζουν. Μου άρεσε τόσο πολύ που δεν ξέρω πόση ώρα στο έκανα. Είχα χάσει το χρόνο να παίρνω τσιμπούκι τον πούτσο σου. Ο πούτσος σου ήταν κάγκελο, τον έβλεπα και σκεφτόμουν πως θα  καταφέρω να πάρω αυτό το παλούκι μέσα μου. Θα μου ξέσκιζε τον κώλο, αλλά τον ήθελα, και θα τον έπαιρνα.  Πόσο ήθελα εκείνες τις στιγμές να νιώσω τον καυλωμένο πούτσο σου μέσα μου! Nα με γαμήσεις! Δεν ξέρω αν κάποτε θα μου δόσεις μια τέτοια ευχαρίστηση, όπως σου έδωσα εγώ αλλά πάντα ελπίζω σε αυτή την ευκαιρία.
Φαντάζομαι να με γυρίζεις ανάποδα και άρχισες να μου φιλάς τον αυχένα, τους ώμους, να  μου δαγκώνεις την πλάτη να κατεβαίνεις στη «ραχοκοκαλιά» μου γλείφοντας! Μου κρατούσες τα χέρια ακίνητα στο πλάι, ανοιχτά και ανέβαινες ξανά στο λαιμό μου. Με φιλούσες στο πλάι, μου δάγκωνες το αυτί, τους ώμους και πάλι την πλάτη ενώ εγώ είχα χαθεί πια στην καύλα, βογκούσα, φώναζα, σου έλεγα πόσο μου αρέσει. Μου ανοίγεις τα κωλομάγουλα και αρχίζεις να μου γλείφεις την κωλοτρυπίδα. Τα έχασα από τη γλύκα και ήθελα να μη σταματήσεις ποτέ. Μετά από ώρα σε νιώθω ότι έρχεσαι από πάνω μου με καβαλάς και ανάμεσα στα κωλομέρια μου νιώθω το σκληρό καυλί σου. Με ανασηκώνεις και μου βάζεις ένα διπλό μαξιλάρι κάτω από την κοιλιά μου ώστε να έχεις την κωλότρυπα μου ψηλά έτοιμη για να την πολιορκήσεις με τον πολιορκητικό κριό σου, τον εξοπλισμένο με το πυροβόλο κανόνι σου να διαρρήξει τις πύλες και τα τείχη της κωλοτρυπίδας μου! Ο κώλος μου υψώθηκε και τα «στρογγυλά» μου κωλομέρια έμοιαζαν με μικρά  βουνά που σε περίμεναν να τα εξερευνήσεις και να εισβάλλεις ορμητικά στη χαράδρα μου. Τα άνοιξες και έχωσες τι γλώσσα σου μέσα. Η γλώσσα σου με έκαιγε, γλιστρούσε γύρο-γύρο και μου σάλιωνε την τρύπα, χωνόταν μέσα και με γαμούσε, την ένοιωθα σαν μικρό καυλί να χώνεται σκληρή μέσα μου. Αφού την σάλιωσες καλά και άρχισες να μου βάζεις δάχτυλο σιγά σιγά. 
«Έτσι πουστράκο μου, θα σου ανοίξω λίγο την τρύπα με τα δάχτυλα και μετά θα φας και την πούτσα.μου»
Άρχισες να μου γαργαλάς την τρύπα με το δάχτυλό σου, φτύνοντας. Εγώ πετάχτηκα από την ανατριχίλα. Μια σφαλιάρα όμως στο μάγουλο με πάγωσε, εξηγώντας μου ποιος τώρα έκανε κουμάντο.
«Σκάσε και μην κουνιέσαι.»
Πριν συνέλθω, το δάχτυλο ήδη πίεζε τη σούφρα μου και το γαργαλητό αντικαταστάθηκε από ένα πόνο.
« Αχ τι μου κάνεις;»
«Τι φαντάζεσαι; Σου ανοίγω τη σούφρα καυλιάρη μου. Θα γαμήσω το αντρικό κωλαράκι μαλάκα μου. Θα σε σκίσω και θα θες κι άλλο.»
«Μη Παυσανία! Μη πονάει…» και αντί να σταματήσεις χώνεις και δεύτερο δάκτυλο. Νόμιζα ότι όλο μου το κορμί ήταν στη σούφρα μου και ανάσαινα δυνατά λες και η ανάσα μου θα έβγαζε έξω τα δάχτυλα. Εσύ όμως τα έχωνες κι άλλο μέσα.
«Είδες πουτανάκι μου; Είδες πως τα ρουφάει η τρυπούλα που θέλει να γαμηθεί; Τι στενό μουνάκι είσαι εσύ;» και άρχισες να παίζει τα δάχτυλα σου στην τρύπα μου . Με γάμαγες με τα δάχτυλά του. Τώρα είχαν μπει ως το τέρμα μέσα. Ο πόνος είχε υποχωρήσει, η αίσθηση όμως ήταν ακόμα άβολη. Τα  γλιστρούσες μέσα, τα άφηνες να συνηθίσω την αίσθηση και μετά τα έβαζες και τα έβγαζες σιγά σιγά, Η τρύπα μου άνοιγε όλο και περισσότερο. 
«Είδες πόσο έτοιμη πουτανίτσα είσαι Μωρό μου, που μου κάνεις το βαρβάτο αρσενικό; ; Μόνος σου κωλοκουνιέσαι ξεκωλιάρη. Έλα τώρα να φας και την πούτσα μου.»
Η τρυπά μου δε κρατιόταν άλλο, ήταν έτοιμη και ανυπόμονη να δεχθεί τον πούτσο σου που τον αναζητούσε να την ανακουφίσει από τις καύλες της! Να νιώσω το παλούκι σου μέσα στην κωλότρυπα μου να την οργώνει ηδονικά και τα χέρια σου να χαϊδεύουν τα βυζιά μου. Ο πούτσος σου ήταν έτοιμος. Τον είχα σαλιώσει πολύ καλά όταν τον είχα πάρει βαθιά στο στόμα μου και τον ένοιωθα να μου γεμίζει το λαρύγγι μου. Κάποια στιγμή νιώθω το καυλί σου να ψάχνει τη κωλοτρυπίδα μου, ενώ απολαμβάνω τα χάδια σου και τα φιλιά σου. Μου ακουμπάς την τρύπα με το καυλί σου και θέλω να σου φωνάξω να μου τον βάλεις μέσα. Δεν προχωράς ακόμη ενώ εγώ καίγομαι. Η κωλοτρυπίδα μου έχει πάρει φωτιά και περιμένω σαν μάνικα της πυροσβεστικής την πούτσα σου να με σβήσει. «Τι έγινε; Δε με θέλει;» Αναρωτιέμαι! 
Δεν έχει περάσει ούτε ένα λεπτό αλλά εμένα μου φαίνεται για ώρες. Είναι που δε μου μιλάς κιόλας και η αγωνία μου χτυπάει κόκκινο ότι ίσως να το μετάνιωσες. Με ανακούφιση το νιώθω να μου την σαλιώνεις περιμετρικά, να την ανοίγεις με το πουτσοκέφαλο και να μπαίνεις μέσα της σιγά – σιγά. Δεν βιάζεσαι και καταλαβαίνω με ικανοποίηση πως τελικά έχεις εμπειρία από πρωκτικό γαμήσι. 
 Νιώθω τη κωλοτρυπίδα μου να ανοίγει και το πουτσοκέφαλο να βρίσκει το δρόμο του μέσα της αργά-αργά, ηδονικά. Ανασηκώνω τους γλουτούς μου και παίρνω θέση για να απολαύσω την αίσθηση του να μπαίνει μέσα μου. Μου τον βάζεις βασανιστικά αργά και ανυπομονώ να τον απολαύσω ολόκληρο. Ένοιωθα ένα μικρό τσούξιμο αλλά ταυτόχρονα και μια γλύκα, τόση που δεν ήθελα να τελειώσει. Πλέον το σκληρό καυλί σου ήταν μέσα μου σχεδόν ως τη ρίζα του. Επιτέλους είναι όλος μέσα μου. Μόλις το καυλί σου μπήκε όλο μέσα ξαπλώνεις πάνω μου και αρχίζεις να με φιλάς στο λαιμό και στα αυτιά να μου χαϊδεύεις τα βυζιά με δύναμη αλλά ταυτόχρονα και τόσο τρυφερά, αυτό με καυλώνει περισσότερο.
Ενώ με εμβόλιζες σταθερά και βαθιά εγώ ανταποκρινόταν κι όσο μπορούσα τούρλωνα το κωλαράκι σου επάνω σου για να διευκολύνω το έμβολο σου να με διαπεράσει. Όλα άρχισαν να παίρνουν πιο γρήγορο ρυθμό και εγώ είχα αφεθεί και απολάμβανα όλο αυτό που μου συνέβαινε και νομίζω ότι τότε κατάλαβα ότι αυτό ήταν που ήθελα να κάνω στο κρεβάτι μαζί σου από την πρώτη στιγμή που σε γνώρισα.. Συνεχίζεις να με γαμάς αρκετή ώρα πότε δυνατά και πότε πιο σιγά. Όλα μου αρέσουν. Δε μιλάω καθόλου ούτε διαμαρτύρομαι. Σκέφτομαι ότι επιτέλους έχω το καυλί σου στο κώλο μου και το απολαμβάνω. Νιώθω τη κωλοτρυπίδα μου να σου ρουφάει το πούτσο και σφίγγει να τον κλείσει μέσα όλον. Με γαμούσες πάρα πολύ ώρα και δεν ήθελα να τελειώσεις.  
« Δεν θέλω μωρό μου να τελειώσεις με τίποτα. Θέλω να με γαμάς μέχρι να ξημερώσει.» σου λέω.
«Τόσο λίγο;…»  μου λες, «σε λίγο ξημερώνει.» 
« Θέλω να με γαμάς συνέχεια,» σου λέω φωνάζοντας δυνατά. «Το άκουσες Μωρό μου θέλω να είσαι συνέχεια μέσα μου.»
 Τραβηχτικές εντελώς, και γύρισες ανάσκελα. Ο πούτσος σου ήταν κάγκελο, τον χούφτωσα και άρχισα να σου τον παίζω, να σκληρύνει ακόμα πιο πολύ. Τον έβλεπα και σκεφτόμουν πως κατάφερα να πάρω αυτό το παλούκι μέσα μου Τον κράτησα όρθιο και κάθισα πάνω του βάζοντας τον στην ευθεία της τρύπας μου. Προσπαθώ με τη κωλοτρυπίδα μου να βρω τον πούτσο σου και τον χώσω μέσα. Κατεβαίνω με την ορθάνοικτη κωλοτρυπίδα μου πάνω στο καυλί σου. Μόλις το ακουμπάω νιώθω να με ανοίγει. Έχω καρφωθεί πάνω του και ρουφάω με τη τρύπα μου το καυλί σου. Μόλις μπαίνει λίγο νιώθω τα χέρια σου να με κρατάνε από τα κωλομέρια. Με αφήνεις να κατέβω αργά. Ο πόνος όσο χώνετε ο πούτσος σου στο κώλο μου γίνετε καύλα. Θέλω κι άλλο. Μπαίνεις αργά, όμορφα και γλυκά!. Δεν ξέρω πόσος έχει μπει αλλά μου φαίνεται ατελείωτος. Συνεχίζεις να μπαίνεις και νιώθω ένα τεράστιο παλούκι να μπαίνει μέσα μου. Δε θέλω να τελειώσει. Θέλω να με ξεσκίσει. Νιώθω τα χέρια σου να με αφήνουν και ο κώλος μου ακουμπάει πάνω σου. Τελείωσε; θέλω κι άλλο τόσο. Παρ’ όλα αυτά τον νιώθω τεράστιο, χοντρό όπως δεν τον έχω νιώσει με άλλον γαμιά ποτέ. Με πιάνεις από τη μέση και με τα μαγικά σου χέρια μου ζητάς να αρχίσω να ανεβοκατεβαίνω πάνω σου. Αρχίζω να ανεβοκατεβαίνω και η απόλαυση είναι τεράστια. Κάθε φορά που κατεβαίνω μου φαίνεται τεράστιος. Τι καύλα είναι αυτή. Όταν ανεβαίνω νιώθω κενό αλλά όχι άδειο, η αίσθηση του παλουκιού του είναι εκεί μέχρι να τον ξαναβάλω. Όταν κατεβαίνω νιώθω να γεμίζει το κενό με πούτσο τη μία φορά, με παλούκι την άλλη δεν ξέρω την επόμενη. Χαλάρωσα και αφέθηκα εντελώς καθώς τον πήρα όλο μέσα και ένιωθα απέραντη καύλα. Εσύ μου έτριβες τις θηλές μου και με χάιδευες. Κρατώντας τον μέσα μου γύρισα έχοντας τον πούτσο σου σαν άξονα και βρέθηκα με την πλάτη γυρισμένη σε σε 'σενα.  Έσκυψα λίγο μπροστά, στηρίχθηκα στα μπούτια σου και συνέχισα να ανεβοκατεβαίνω στη θέση αυτή για να μπορεί να βλέπεις όπως ήσουν ξαπλωμένος τον πούτσο σου να με γαμάει. Σηκώθηκες εντελώς και με έστησες στα τέσσερα πάνω στο κρεβάτι, όρθιος πίσω μου, χαμήλωσες, ακούμπησες την τρύπα του και μου τον «ξανάχωσες». Συνέχισες να με γαμάς έτσι, δυναμώνοντας την ένταση. Με κρατούσες από την μέση και με κάρφωνες με το  κοντάρι του, τραβιόσουν εντελώς και τον «ξανακάρφωνες» με δύναμη. Το σώμα σου χτυπούσε με δύναμη πάνω στον κώλο μου και ο πούτσος σου χανόταν μέσα μου. Γαμούσες όμορφα το ένιωθα να βγαίνεις και να μπαίνεις μέσα μου και πέθαινα από  καύλα. Νόμιζα ότι δε μπορούσες να ξεκολλήσεις από πίσω μου όταν ένιωσα να σταματάς να μπαινοβγαίνεις και μόνο να σπρώχνεις με μεγαλύτερη πίεση να μπεις πιο βαθιά μέσα μου. Είχα καυλώσει τόσο που βογκούσα από ηδονή και καύλα.. Βρισκόμουν σε απόλυτη έκσταση. Βρισκόμουν σε τρελή καύλα. Το απολαμβάνω μέχρι τέλους.  Είχα παραδοθεί. Εσύ είχες μεταμορφωθεί σε ένα τυπικό αρσενικό που βάζει κάτω το θήραμά του και το ξεσκίζει στο γαμήσι. 
«Χύνω το κωλί σου, καύλα μου!» μου έλεγες και με αργές ψωλιές εκτόξευες στο κωλάντερο μου πηχτές καυτές ριπές σπέρματος και σε νιώθω να χύνεις σχεδόν ασταμάτητα. Η καύλα μου χτυπάει κόκκινο, το κωλαράκι μου τεντωνόταν αχόρταγο να ρουφήξει το καυτό σπέρμα σου. Δεν ξέρω εάν υπάρχει ομορφότερη αίσθηση από αυτή. Χωρίς να το περιμένω ο πούτσος μου αρχίζει να χύνει και η ηδονή μου είναι απίστευτη. Η απόλυτη ηδονή. Ένας  πούτσος στον κώλο μου να χύνει για μένα και ένα χύσιμο από εμένα μετά από τόση καύλα να γεμίζει τα σεντόνια.
 Η κωλοτρυπίδα μου γέμισε με τα καυτά χύσια. Τρομερή αίσθηση. Τελειώνεις αλλά δεν τον βγάζεις έξω. Στέκεσαι για λίγο έτσι μέσα μου. Σου έχει πέσει. Τον νιώθω να βγαίνει σιγά σιγά και οι συσπάσεις του εντέρου μου, βοηθούσαν την ξεχειλωμένη κωλοτρυπίδα μου, που σιγά-σιγά προσπαθούσε να πάρει σχήμα. Ξαπλώνεις δίπλα μου. Με χαϊδεύεις στο μάγουλο και λιώνω. Παραμένω ξαπλωμένος μπρούμυτα γυμνός με το χαμόγελο της ευτυχίας ζωγραφισμένο στα χείλια μου ενώ από την κωλοτρυπίδα μου έβγαιναν τα ψωλοχύματα που λίγα λεπτά πριν είχες αφήσει μέσα της. Εσύ δίπλα μου ιδρωμένος, αφού με είχες γαμήσει με πάθος απλά με χάιδευες σε όλη την πλάτη και τα κωλομάγουλα μου.
«Σ’ ευχαριστώ!» σου λέω, «ήταν ότι πιο όμορφο και καυλωτικό έχω κάνει μέχρι σήμερα»,
Μένουμε λίγο αγκαλιά χωρίς να μιλάμε, και ετοιμάζεσαι να σηκωθείς! 
«Είναι ώρα να φεύγουμε» μου λες.
Εγώ όμως σε θέλω πάλι. Τώρα, αργότερα, αύριο, πάντως σε θέλω πάλι.
«Όχι καύλα μου τώρα που με έχεις ανάψει πολύ.  Θέλω πάλι να μου σκίσεις την κωλάρα καυλιάρη μου, θέλω να με γαμήσεις, να νιώσω και πάλι την ψωλή σου στον πάτο μου.»
Και να που αγκαλιαζόμαστε πάλι και φιλιόμαστε συνέχεια. Κάποια στιγμή ξαπλώνω ανάσκελα, να χαλαρώσω εντελώς και σε νιώθω να με πιάνεις απαλά από τα πόδια να τα βάζεις στους ώμους σου και σύντομα νιώθω το καυτό καυλί σου, να ζωντανεύει και πάλι μέσα στη ζεστή μου κωλότρυπα που τον δέχτηκε με απόλαυση και ηδονική αποκορύφωση των αισθήσεων! Μέσα μου γίνεται μια άρρηκτη ταύτιση του πόνου με την ηδονή και η Ουρανία Αφροδίτη ωχριά μπροστά στον μαζοχιστή Ερμαφρόδιτο. Συνεχίζεις να με  εμβολίζεις μέσα μου, ενώ χωρίς να το καταλάβω έχω αρχίσει να παίζω με το δικό μου καυλί. Μπαινοβγαίνεις μέσα μου και συνεχίζω να τον παίζω με ικανοποίηση. Τι έγινε και μου αρέσει τόσο πολύ αυτό; Με όλο τον πούτσο σου μέσα μου μου διπλώνεις τα πόδια στου ώμους μου. Σκύβεις στο αυτί μου, το γλείφεις. «Συνέχισε να τον παίζεις,» μου ψιθυρίζεις.
Αυτό με τρελαίνει περισσότερο. Νιώθω να κάνεις κινήσεις, μέσα έξω. Συνεχίζω να τον παίζω. Όλο και πιο γρήγορα. Συνεχίζεις να γλείφεις και να δαγκώνεις απαλά το λοβό του αυτιού μου και με ρωτάς ψιθυριστά: «Τι είμαι εγώ για σένα;»
«Ααααχχχ τρέλα μου! Ο άντρας μου και γαμιάς μου…» Σου απαντάω δυνατά χωρίς καθόλου σκέψη.
Η καύλα στο πούτσο μου ξανάρχεται. Η απόλυτη ηδονή είναι εδώ. Ένας τεράστιος πούτσος μέσα μου και τα χύσια μου να έρχονται με φόρα. Τα νιώθω να κυριεύουν το πούτσο μου. Δεν έχει σκληρύνει καθόλου αλλά είναι έτοιμος να χύσει για δεύτερη φορά σήμερα. Εσύ ο αποκλειστικός γαμιάς μου κουνιέσαι μέσα μου και με γαμούσες κυριολεκτικά όπως ξέρεις μόνο εσύ ότι τώρα μου αρέσει. Αργά και καυλωτικά. Είμαι έτοιμος να χύσω. Τον παίζω γρήγορα και αρχίζω να χύνω. Έχυσα για δεύτερη φορά σήμερα όχι πολλά χύσια. Τρελή ηδονή. Τι ατελείωτη καύλα! Παίρνω τα χύσια μου και ασυναίσθητα τα απλώνω πάνω στα βυζιά μου.
«Θέλεις και τα δικά μου,» Μου λες πάλι ψιθυριστά.
«Σαν τρελός…» σου απαντάω.
Συνεχίζεις να κουνιέσαι μέσα μου. Ανασηκώθηκες με γυρίζεις και με φέρνεις από πάνω σου να καθίσω πάνω στο καυλωμένο παλούκι σου! Άλλη αίσθηση μόλις κάθισα πάνω σου. Δεν θέλω να βγει από μέσα μου. Αρχίζω πάλι να ανεβοκατεβαίνω και να σου γαμάω τον πούτσο σου με την κωλοτρυπίδα μου. Σε έβλεπα από κάτω μου και καύλωνα να σε χρησιμοποιώ σαν εργαλείο μου, για της δικές μου ανάγκες. Τόσο καυλωμένο το παλούκι σου δεν το είχα νιώσει ξανά, έφτανε ως το κωλάντερο μου, με ξέσκιζε και το απολάμβανα. Άρχισα να χαϊδεύω το κορμί μου, να παίζω με της καυλωμένες μου θηλές, ενώ εσύ με κοίταζες αμίλητος που κορυφωνόμουν επάνω σου. Η ανάσα σου έβγαινε βαριά. Η αίσθηση είναι υπέροχη καθώς ο σφιγκτήρας μου ανοιγοκλείνει και το καυλί σου έτρεμε, το ένιωθα. Όταν είναι όλος μέσα μου με τρελαίνει. Θέλω να με γαμάς όλο το βράδυ. «Αλκιβιάδη, δεν αντέχω, θα χύσω…» μου λες και πράγματι αμέσως μετά αρχίζεις να σφίγγεσαι και νιώθω το καυλί σου να πάλλεται και τα ζεστά υγρά σου να με πλημμυρίζουν. Συνεχίζεις για λίγο να κουνιέσαι μέχρι να αδειάσεις τελείως. Με σπρώχνει απαλά και βγαίνεις από μέσα μου. Η κωλοτρυπίδα μου αδειάζει. Είναι κενή και αυτό δε μου αρέσει καθόλου.
Read More

Social Profiles

Twitter Facebook Google Plus LinkedIn RSS Feed Email

From November 2024

Flag Counter

Labels

biographies (14) fiction (3) Historical (96) Legend (8) My Memories (1) Poetry (3) Science (22) Sosial (13) Space (4) youtube (1)

Blog Archive

Blog Total View

OnLine Opinions..

Click to Open Click to Open Click to Open Click to Open antinews

Αναγνώστες

BTemplates.com

Theme Download

Το DNA μας, είναι ένας ταξιδιώτης από μια παμπάλαια χώρα που ζει μέσα σε όλους μας. Όλοι είμαστε συνδεδεμένοι, μέσω των μητέρων μας, με μια χούφτα γυναίκες που έζησαν πριν από δεκάδες χιλιάδες χρόνια.

Copyright © Seafarer97 | Powered by Blogger
Design by Lizard Themes - Published By Gooyaabi Templates | Blogger Theme by Lasantha - PremiumBloggerTemplates.com