Η Ασπασία (περ. 470 – περ. 400 π.Χ.) ήταν μια γυναίκα από τη Μίλητο,
διάσημη για το δεσμό που διατηρούσε με τον επιφανή Αθηναίο πολιτικό
Περικλή. Ελάχιστα πράγματα είναι γνωστά για τη ζωή της. Πέρασε το
μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής της στην Αθήνα, και υπάρχει η
πιθανότητα να επηρέασε διαμέσου του Περικλή την πολιτική του αθηναϊκού
κράτους. Στο όνομά της αναφέρονται στα έργα τους οι Πλάτων, Αριστοφάνης, Ξενοφών και άλλοι συγγραφείς της εποχής.
Ορισμένοι από αυτούς υποστηρίζουν πως η Ασπασία διατηρούσε οίκο ανοχής, ενώ ήταν πόρνη και η ίδια. Ωστόσο οι σύγχρονοι μελετητές είναι επιφυλακτικοί ως προς αυτό το ζήτημα, δεδομένου ότι πολλοί από τους αρχαίους συγγραφείς που προαναφέρθηκαν ήταν κωμικοί ποιητές που σαν στόχο είχαν την δυσφήμιση του Περικλή. Ορισμένοι μελετητές αμφισβητούν ακόμη και την παράδοση βάσει της οποίας η Ασπασία ήταν εταίρα, θεωρώντας πως στην πραγματικότητα το ζεύγος ήταν παντρεμένο.
Η Ασπασία απέκτησε με τον Περικλή ένα γιο, ο οποίος επίσης ονομάστηκε Περικλής. Ο τελευταίος αργότερα έγινε στρατηγός του αθηναϊκού στρατού και εκτελέστηκε μετά τη Ναυμαχία των Αργινουσών. Μετά το θάνατο του Περικλή του Πρεσβύτερου, πιστεύεται πως η Ασπασία έγινε εταίρα του Λυσικλή, ενός άλλου Αθηναίου πολιτικού και στρατιωτικού.
Γεννήθηκε στην ιωνική πόλη της Μιλήτου, στη σημερινή επαρχία του Αϊδινίου, στην Τουρκία. Ελάχιστα είναι γνωστά για την οικογένειά της πέρα από το ότι ο πατέρας της ονομαζόταν Αξίοχος. Εντούτοις, θεωρείται ότι καταγόταν από εύπορη οικογένεια, καθώς η Ασπασία κατείχε εξαιρετική μόρφωση. Ορισμένες πηγές αναφέρουν ότι ήταν αιχμάλωτη πολέμου από την Καρύα, η οποία και υποδουλώθηκε. Γενικά αυτή η άποψη θεωρείται λανθασμένη.
Δεν είναι γνωστές οι συνθήκες υπό τις οποίες ταξίδεψε στην Αθήνα. Η ανακάλυψη μιας ταφικής επιγραφής που χρονολογείται τον 4ο αιώνα π.Χ., η οποία αναφέρει τα ονόματα Αξίοχος και Ασπάσιος, οδήγησε τον ιστορικό Πίτερ Κ. Μπίκνελ σε μια προσπάθεια αναδημιουργίας του οικογενειακού περιβάλλοντος της Ασπασίας και τις πιθανές σχέσεις του με την Αθήνα. Η θεωρία του τη συνδέει με τον Αλκιβιάδη Β' των Σκαμβονιδών, ο οποίος εξοστρακίστηκε από την Αθήνα το 460 π.Χ. και ίσως έζησε τα χρόνια της εξορίας του στη Μίλητο. Ο Μπίκνελ εικάζει ότι, μετά την αποπομπή του, ο Αλκιβιάδης μετέβη στη Μίλητο, όπου και παντρεύτηκε την κόρη κάποιου άνδρα που ονομαζόταν Αξίοχος. Τελικά ο Αλκιβιάδης επέστρεψε στην Αθήνα με τη νέα του σύζυγο και τη μικρότερη αδερφή της, την Ασπασία. Ο Μπίκνελ υποστηρίζει προς το πρώτο παιδί αυτού του γάμου ονομαζόταν Αξίοχος (θείος του διάσημου Αλκιβιάδη), ενώ το δεύτερο Ασπάσιος. Επίσης, εικάζει ότι ο Περικλής γνωρίστηκε με την Ασπασία επειδή διατηρούσε στενές σχέσεις με το σπιτικό του Αλκιβιάδη.
Σύμφωνα με τις αμφισβητήσιμες αναφορές των αρχαίων συγγραφέων και ορισμένων σύγχρονων μελετητών, στην Αθήνα η Ασπασία έγινε εταίρα και πιθανώς ιδιοκτήτρια οίκου ανοχής. Οι εταίρες ήταν επαγγελματίες που αναλάμβαναν την ψυχαγωγία ανδρών της ανώτερης τάξης, καθώς επίσης και παλλακίδες. Πέρα από την εξωτερική τους ομορφιά, διέφεραν από τις άλλες Αθηναίες στο γεγονός ότι ήταν μορφωμένες (συχνά σε υψηλό επίπεδο, όπως η Ασπασία), ήταν ανεξάρτητες και πλήρωναν φόρους. Ίσως ήταν ό,τι πιο κοντινό μπορεί να φανταστεί κανείς στις απελευθερωμένες γυναίκες, και η Ασπασία, η οποία εξελίχτηκε σε λαμπερή προσωπικότητα της αθηναϊκής κοινωνίας, ήταν πιθανώς ένα προφανές παράδειγμα. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, η Ασπασία συγκρινόταν με την διαβόητη Θαργηλία, μια άλλη ξακουστή εταίρα από την αρχαία Ιωνία.
Όντας ξένη και ίσως εταίρα, η Ασπασία ήταν ελεύθερη από τις νομικές δεσμεύσεις που κατά παράδοση καθήλωναν τις παντρεμένες γυναίκες στα σπίτια τους, κι έτσι της επιτρεπόταν να συμμετέχει στη δημόσια ζωή της πόλης. Έγινε ερωμένη του επιφανούς πολιτικού Περικλή στις αρχές της δεκαετίας του 440 π.Χ. Μετά το διαζύγιό του από την πρώτη του σύζυγο (περ. 445 π.Χ.), η Ασπασία άρχισε να συγκατοικεί μαζί του, αν και δεν υπάρχει κοινά αποδεκτή άποψη για το αν παντρεύτηκαν ή όχι. Ο γιος τους, Περικλής, είχε έρθει στον κόσμο γύρω στο 440 π.Χ. Η Ασπασία θα πρέπει να ήταν πολύ νέα, αν κρίνει κανείς από το γεγονός πως χάρισε ένα παιδί στο Λυσικλή περίπου το 428 π.Χ.
Στους κοινωνικούς κύκλους η Ασπασία ήταν γνωστή για την ικανότητά της στο λόγο και τις συμβουλές της, παρά απλά για τη φυσική της ομορφιά. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, το σπίτι της έγινε κέντρο πολιτισμού στην πόλη των Αθηνών, προσελκύοντας επιφανείς συγγραφείς και στοχαστές, ανάμεσα στους οποίους και το φιλόσοφο Σωκράτη. Ο βιογράφος αναφέρει ότι παρά την «ανήθικη» ζωή της, οι Αθηναίοι έφερναν μαζί τις συζύγους τους για να ακούν τις συζητήσεις της.
Ο Περικλής, η Ασπασία και το φιλικό τους περιβάλλον δεν ήταν απρόσβλητοι από επιθέσεις, καθώς στην Αθηναϊκή Δημοκρατία ένας άνδρας που πρωτοστατούσε στην πολιτική ζωή, δεν κατείχε την ιδιότητα του απόλυτου μονάρχη. Η σχέση της με τον Περικλή και η επακόλουθη ανάμειξή της στην πολιτική ζωή ξεσήκωσε πολλές αντιδράσεις. Ο Ντόναλντ Κάγκαν, ιστορικός στο Πανεπιστήμιο Γέιλ, πιστεύει ότι η Ασπασία δεν ήταν καθόλου δημοφιλής την περίοδο που ακολούθησε το Σαμιακό Πόλεμο. Το 440 π.Χ., η Σάμος βρισκόταν σε πόλεμο με τη Μίλητο για την Πριήνη, μια αρχαία πόλη της Ιωνίας στα πόδια των λόφων της Μυκάλης. Χάνοντας τον πόλεμο, Μιλήσιοι απεσταλμένοι ζήτησαν από τους Αθηναίους να μεσολαβήσουν υπέρ τους στη διαμάχη τους με τη Σάμο. Όταν οι Αθηναίοι διέταξαν και τις δύο πλευρές να προχωρήσουν σε παύση πυρός και να τους παραχωρήσουν τη διαιτησία του ζητήματος, οι Σαμιώτες αρνήθηκαν. Σαν αποτέλεσμα, ο Περικλής πέρασε ένα διάταγμα το οποίο είχε σαν αποτέλεσμα τη διεξαγωγή πολεμικής εκστρατείας κατά της Σάμου. Η εκστρατεία αποδείχτηκε πολύ δύσκολη και οι Αθηναίοι υπέφεραν από βαριές απώλειες προτού καταφέρουν να υποτάξουν τελικά τη Σάμο. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, κυκλοφόρησε η φήμη ότι η Ασπασία, η οποία γεννήθηκε στη Μίλητο, υποκίνησε έναν πόλεμο που ο Περικλής δεν επιθυμούσε, και τελικά το έκανε για να την ευχαριστήσει.
Ο φιλόσοφος Σωκράτης αναζητεί τον Αλκιβιάδη στο σπίτι της Ασπασίας. Έργο του Jean-Léon Gérôme (1861).
Πριν το ξέσπασμα του Πελοποννησιακού Πολέμου (431 π.Χ. – 404 π.Χ.), ο Περικλής, κάποιοι από τους στενούς του συνεργάτες και η Ασπασία αντιμετώπισαν μια σειρά προσωπικών και νομικών επιθέσεων. Ιδιαίτερα η Ασπασία, κατηγορήθηκε ότι διέφθειρε νεαρά κορίτσια προκειμένου να ικανοποιήσει τις διαστροφές του Περικλή. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο στο έργο του "Βίοι Παράλληλοι/Περικλής", δικάστηκε για ασέβεια, με δημόσιο κατήγορο τον κωμικό ποιητή Έρμιππο. Αυτές οι κατηγορίες δεν ήταν, πιθανώς, τίποτε περισσότερο από αστήριχτες συκοφαντίες, ωστόσο η όλη εμπειρία άφησε τον μεγάλο Αθηναίο πολιτικό με μεγάλη πικρία. Παρόλο που η Ασπασία αθωώθηκε χάρη σε ένα ασυνήθιστο συναισθηματικό ξέσπασμα του Περικλή, ο φίλος του γλύπτης Φειδίας πέθανε στη φυλακή. Ένας άλλος φίλος του, ο Αναξαγόρας, δέχτηκε επίθεση από την Εκκλησία του Δήμου για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Ο Κάγκαν θεωρεί πιθανό το ενδεχόμενο η ίδια η αφήγηση της δίκης και της αθώωσης της Ασπασίας να είναι πλαστή, «στην οποία πραγματικές συκοφαντίες, υποψίες και χυδαία αστεία μετατράπηκαν σε μια φανταστική δικαστική διαμάχη». Ο Άντονυ Τζ. Ποντλέκι, Καθηγητής των Κλασικών στο Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας του Καναδά (University of British Columbia), ισχυρίζεται ότι ο Πλούταρχος ή η πηγή του παρεξήγησαν κάποια σκηνή από ένα θεατρικό έργο. Ο Κάγκαν καταλήγει πως ακόμη και να πιστέψει κανείς τις ιστορίες αυτές, η Ασπασία βγήκε άθικτη με ή χωρίς τη βοήθεια του Περικλή.
Στην κωμωδία «Αχαρνης», ο κωμικός Αριστοφάνης κατηγορεί την Ασπασία για τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Υποστηρίζει ότι το Μεγαρικό Διάταγμα που εξέδωσε ο Περικλής, το οποίο απαγόρευσε στα Μέγαρα τη διεξαγωγή εμπορίου με τους Αθηναίους και τους συμμάχους τους, ήταν πράξη εκδίκησης επειδή κάποιοι Μεγαρείς απήγαγαν πόρνες από τον οίκο της Ασπασίας. Η απόδοση ευθυνών στην Ασπασία για τον Πελοποννησιακό Πόλεμο από τον Αριστοφάνη ίσως αντικατοπτρίζει αναμνήσεις από το προγενέστερο επεισόδιο με τον πόλεμο ανάμεσα στη Μίλητο και τη Σάμο. Ο Πλούταρχος αναφέρει επίσης τα σατιρικά σχόλια και άλλων κωμικών ποιητών, όπως ο Εύπολις και ο Κρατίνος. Σύμφωνα με τον Ποντλέσκι, ο τύραννος της Σάμου, Δούρις, φέρεται να υποστηρίζει την άποψη πως η Ασπασία ευθύνεται για το ξέσπασμα τόσο του Σαμιακού, όσο και του Πελοποννησιακού Πολέμου.
Η Ασπασία ονομάστηκε κατά καιρούς «Νέα Ομφάλη» , «Δηιάνειρα», «Ήρα» και «Ελένη». Επιπρόσθετες επιθέσεις κατά του ζεύγους αναφέρει ο Αθήναιος. Ακόμη και ο γιος του Περικλή, ο Ξάνθιππος, ο οποίος είχε βλέψεις στην πολιτική, δεν δίστασε να κακολογήσει τον πατέρα του για την προσωπική του ζωή.
Τελευταία χρόνια και θάνατος
Το 429 π.Χ., χρονιά κατά την οποία η Αθήνα δοκιμαζόταν από φοβερό λοιμό, ο Περικλής στάθηκε μάρτυρας του θανάτου τόσο της αδερφής του, όσο και των δύο νόμιμων παιδιών του από την πρώτη του σύζυγο, του Ξανθίππου και του πολυαγαπημένου του Πάραλου. Με το ηθικό ιδιαίτερα πεσμένο, έπεσε σε βαθιά θλίψη, και ούτε η συντροφιά της Ασπασίας μπόρεσε να τον παρηγορήσει. Λίγο πριν το θάνατό του, οι Αθηναίοι επέτρεψαν μια αλλαγή στο νόμο που αφορούσε την ιδιότητα του Αθηναίου Πολίτη του 451 π.Χ., ο οποίος επέτρεψε στο γιο του από την Ασπασία, τον Περικλή, που ήταν κατά το ήμισυ Αθηναίος, να αποκτήσει πλήρη πολιτικά δικαιώματα και να γίνει κληρονόμος του. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός πως ήταν ο Περικλής εκείνος που είχε προτείνει το νόμο βάσει του οποίου πλήρη πολιτικά δικαιώματα είχαν μονάχα τα άτομα που είχαν και τους δύο γονείς Αθηναίους. Ο Περικλής απεβίωσε εξαιτίας του λοιμού το φθινόπωρο του 429 π.Χ.
Ο Πλούταρχος μεταφέρει πληροφορίες του Αισχίνη του Σωκρατικού, ο οποίος έγραψε ένα διάλογο με θέμα την Ασπασία (σήμερα χαμένο), σύμφωνα με τις οποίες μετά το θάνατο του Περικλή η Ασπασία έζησε στο πλευρό του Λυσικλή, με τον οποίο απέκτησε έναν ακόμη γιο, και τον οποίο έκανε τον πρώτο άνδρα της πόλης. Ο Λυσικλής σκοτώθηκε πάνω στο καθήκον το 428 π.Χ. Με το θάνατο του Λυσικλή σταματούν οι αναφορές των συγχρόνων της συγγραφέων. Είναι άγνωστο, για παράδειγμα, αν ήταν ακόμη εν ζωή όταν ο γιος της, Περικλής, εξελέγη στρατηγός ή όταν εκτελέστηκε μετά τη Ναυμαχία των Αργινουσών. Ο θάνατός της τοποθετείται περίπου το 401 - 400 π.Χ. από τους ιστορικούς, εξαιτίας της εκτίμησης ότι είχε ήδη πεθάνει όταν εκτελέστηκε ο Σωκράτης το 399 π.Χ., μια χρονολόγηση που προκύπτει από τη δομή της «Ασπασίας» του Αισχίνη.
Αναφορές σε λογοτεχνικά και αρχαία φιλοσοφικά έργα
Η Ασπασία εμφανίζεται στα φιλοσοφικά κείμενα του Πλάτωνα, του Ξενοφώντα, του Αισχίνη του Σωκρατικού και του Αντισθένη. Ορισμένοι μελετητές εικάζουν ότι ο Πλάτων εντυπωσιάστηκε τόσο από την ευστροφία της, ώστε βάσισε τη Διοτίμα, χαρακτήρα του «Συμποσίου» του σε εκείνη. Υπάρχουν ωστόσο και άλλοι που θεωρούν τη Διοτίμα υπαρκτό πρόσωπο. Σύμφωνα με τον Τσάρλς Καν, Καθηγητή της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, η Διοτίμα είναι από πολλές απόψεις η απάντηση του Πλάτωνα στην Ασπασία του Αισχίνη.
Στο «Μενέξενο», ο Πλάτων διακωμωδεί τη σχέση της Ασπασίας με τον Περικλή και αναφέρεται σε μια ειρωνική ρήση του Σωκράτη, ότι η Ασπασία δίδαξε πολλούς ρήτορες. Η πρόθεση του Σωκράτη είναι να αμαυρώσει τη φήμη του Περικλή ως ρήτορα, υποστηρίζοντας ειρωνικά πως, από τη στιγμή που τον δίδαξε η Ασπασία, ο Αθηναίος πολιτικός θα ήταν ανώτερος στη ρητορική από κάποιον που τον δίδαξε ο Αντιφών. Επίσης αποδίδει τη συγγραφή του περίφημου «Επιταφίου» του Περικλή στη Ασπασία και κατακρίνει την ευλάβεια των συγχρόνων του στο πρόσωπο του Περικλή. Ο Καν υποστηρίζει ότι ο Πλάτων ασπάστηκε την άποψη του Αισχύνη ότι η Ασπασία δίδαξε τη ρητορική στον Περικλή και το Σωκράτη. Η Ασπασία του Πλάτωνα και η «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη αποτελούν δυο εξαιρέσεις στην αντίληψη πως οι γυναίκες δεν έχουν ρητορικές ικανότητες, αν και οι δύο αυτοί φανταστικοί χαρακτήρες δεν μας λένε κάτι για την πραγματική θέση της γυναίκας στην Αρχαία Αθήνα. Όπως παρατηρεί η Μάρθα Λ. Ρόουζ, Καθηγήτρια Ιστορίας στο Κρατικό Πανεπιστήμιο Τρούμαν: «μοναχά στις κωμωδίες τα σκυλιά καταφεύγουν στα δικαστήρια, τα πουλιά κυβερνούν και οι γυναίκες δημηγορούν».
Ο Ξενοφών αναφέρει σε δύο περιστάσεις την Ασπασία στα σωκρατικά του έργα: στα «Απομνημονεύματα» και στον «Οικονομικό». Και στις δύο περιπτώσεις ο Σωκράτης προτείνει στον Κριτόβουλο να τη συμβουλευτεί. Στα «Απομνημονεύματα» ο Σωκράτης αναφέρει μια ρήση της Ασπασίας, ότι το πρόσωπο που κάνει ένα συνοικέσιο θα πρέπει να αναφέρει με ειλικρίνεια τα καλά χαρακτηριστικά ενός άνδρα. Στον «Οικονομικό» ο Σωκράτης παραδέχεται ότι η Ασπασία κατέχει περισσότερες γνώσεις σχετικά με τη διαχείριση ενός σπιτιού και την οικονομική σχέση ανάμεσα στους δύο συζύγους.
Τόσο ο Αισχίνης ο Σωκρατικός, όσο και ο Αντισθένης, ονόμασαν από έναν σωκρατικό διάλογο «Ασπασία», αν και σήμερα δεν σώζονται παρά λίγα αποσπάσματα. Οι κύριες πηγές μας για την «Ασπασία» του Αισχύνη είναι οι Αθήναιος, Πλούταρχος και Κικέρων. Στο διάλογο, ο Σωκράτης προτείνει στον Καλλία να στείλει το γιο του, Ιππόνικο στην Ασπασία για καθοδήγηση. Όταν ο Καλλίας αντιτίθεται στην προοπτική μιας γυναίκας δασκάλας, ο Σωκράτης απαντά ότι η Ασπασία επηρέασε θετικά τον Περικλή και, μετά το θάνατό του, το Λυσικλή. Σε ένα απόσπασμα του διαλόγου που διασώζει στα λατινικά ο Κικέρων, η Ασπασία εμφανίζεται ως «θηλυκός Σωκράτης», συμβουλεύοντας αρχικά τη σύζυγο του Ξενοφώντα και κατόπιν τον ίδιο (ο συγκεκριμένος Ξενοφών δεν είναι ο διάσημος ιστορικός) σχετικά με την απόκτηση αρετής διαμέσου της αυτογνωσίας. Ο Αισχίνης παρουσιάζει την Ασπασία ως δασκάλα και εμπνευστή της τελειότητας, συνδέοντας τις αρετές αυτές με την ιδιότητά της, ως εταίρα.
Ο Ρότζερ Τζαστ, Καθηγητής της κοινωνικής ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κεντ, πιστεύει ότι η Ασπασία ήταν ένα εξαιρετικό πρόσωπο, αλλά το παράδειγμά της είναι από μόνο του αρκετό για να τονίσει το γεγονός ότι για να γίνει μια γυναίκα ισάξια πνευματικά και κοινωνικά ενός άντρα έπρεπε να ήταν εταίρα. Σύμφωνα με την Προύντενς Άλλεν, φιλόσοφο και διδάσκουσα, η Ασπασία προχώρησε την προοπτική να γίνει μια γυναίκα φιλόσοφος ένα βήμα παραπέρα από την ποιήτρια Σαπφώ...
Ορισμένοι από αυτούς υποστηρίζουν πως η Ασπασία διατηρούσε οίκο ανοχής, ενώ ήταν πόρνη και η ίδια. Ωστόσο οι σύγχρονοι μελετητές είναι επιφυλακτικοί ως προς αυτό το ζήτημα, δεδομένου ότι πολλοί από τους αρχαίους συγγραφείς που προαναφέρθηκαν ήταν κωμικοί ποιητές που σαν στόχο είχαν την δυσφήμιση του Περικλή. Ορισμένοι μελετητές αμφισβητούν ακόμη και την παράδοση βάσει της οποίας η Ασπασία ήταν εταίρα, θεωρώντας πως στην πραγματικότητα το ζεύγος ήταν παντρεμένο.
Καὶ ταῦτα μὲν δὴ σμικρὰ κἀπιχώρια, πόρνην δὲ Σιμαίθαν ἰόντες Μεγαράδε νεανίαι κλέπτουσι μεθυσοκότταβοι` κᾆθ᾽ οἱ Μεγαρῆς ὀδύναις πεφυσιγγωμένοι ἀντεξέκλεψαν Ἀσπασίας πόρνα δύο` κἀντεῦθεν ἀρχὴ τοῦ πολέμου κατεῤῥάγη Ἕλλησι πᾶσιν ἐκ τριῶν λαικαστριῶν. ἐντεῦθεν ὀργῇ Περικλέης οὑλύμπιος ἤστραπτ᾽ ἐβρόντα ξυνεκύκα τὴν Ἑλλάδα, ἐτίθει νόμους ὥσπερ σκόλια γεγραμμένους, ὡς χρὴ Μεγαρέας μήτε γῇ μήτ᾽ ἐν ἀγορᾷ μήτ᾽ ἐν θαλάττῃ μήτ᾽ ἐν οὐρανῷ μένειν. Από την κωμωδία του Αριστοφάνη, Αχαρνείς (523–534) |
Η Ασπασία απέκτησε με τον Περικλή ένα γιο, ο οποίος επίσης ονομάστηκε Περικλής. Ο τελευταίος αργότερα έγινε στρατηγός του αθηναϊκού στρατού και εκτελέστηκε μετά τη Ναυμαχία των Αργινουσών. Μετά το θάνατο του Περικλή του Πρεσβύτερου, πιστεύεται πως η Ασπασία έγινε εταίρα του Λυσικλή, ενός άλλου Αθηναίου πολιτικού και στρατιωτικού.
Γεννήθηκε στην ιωνική πόλη της Μιλήτου, στη σημερινή επαρχία του Αϊδινίου, στην Τουρκία. Ελάχιστα είναι γνωστά για την οικογένειά της πέρα από το ότι ο πατέρας της ονομαζόταν Αξίοχος. Εντούτοις, θεωρείται ότι καταγόταν από εύπορη οικογένεια, καθώς η Ασπασία κατείχε εξαιρετική μόρφωση. Ορισμένες πηγές αναφέρουν ότι ήταν αιχμάλωτη πολέμου από την Καρύα, η οποία και υποδουλώθηκε. Γενικά αυτή η άποψη θεωρείται λανθασμένη.
Δεν είναι γνωστές οι συνθήκες υπό τις οποίες ταξίδεψε στην Αθήνα. Η ανακάλυψη μιας ταφικής επιγραφής που χρονολογείται τον 4ο αιώνα π.Χ., η οποία αναφέρει τα ονόματα Αξίοχος και Ασπάσιος, οδήγησε τον ιστορικό Πίτερ Κ. Μπίκνελ σε μια προσπάθεια αναδημιουργίας του οικογενειακού περιβάλλοντος της Ασπασίας και τις πιθανές σχέσεις του με την Αθήνα. Η θεωρία του τη συνδέει με τον Αλκιβιάδη Β' των Σκαμβονιδών, ο οποίος εξοστρακίστηκε από την Αθήνα το 460 π.Χ. και ίσως έζησε τα χρόνια της εξορίας του στη Μίλητο. Ο Μπίκνελ εικάζει ότι, μετά την αποπομπή του, ο Αλκιβιάδης μετέβη στη Μίλητο, όπου και παντρεύτηκε την κόρη κάποιου άνδρα που ονομαζόταν Αξίοχος. Τελικά ο Αλκιβιάδης επέστρεψε στην Αθήνα με τη νέα του σύζυγο και τη μικρότερη αδερφή της, την Ασπασία. Ο Μπίκνελ υποστηρίζει προς το πρώτο παιδί αυτού του γάμου ονομαζόταν Αξίοχος (θείος του διάσημου Αλκιβιάδη), ενώ το δεύτερο Ασπάσιος. Επίσης, εικάζει ότι ο Περικλής γνωρίστηκε με την Ασπασία επειδή διατηρούσε στενές σχέσεις με το σπιτικό του Αλκιβιάδη.
Σύμφωνα με τις αμφισβητήσιμες αναφορές των αρχαίων συγγραφέων και ορισμένων σύγχρονων μελετητών, στην Αθήνα η Ασπασία έγινε εταίρα και πιθανώς ιδιοκτήτρια οίκου ανοχής. Οι εταίρες ήταν επαγγελματίες που αναλάμβαναν την ψυχαγωγία ανδρών της ανώτερης τάξης, καθώς επίσης και παλλακίδες. Πέρα από την εξωτερική τους ομορφιά, διέφεραν από τις άλλες Αθηναίες στο γεγονός ότι ήταν μορφωμένες (συχνά σε υψηλό επίπεδο, όπως η Ασπασία), ήταν ανεξάρτητες και πλήρωναν φόρους. Ίσως ήταν ό,τι πιο κοντινό μπορεί να φανταστεί κανείς στις απελευθερωμένες γυναίκες, και η Ασπασία, η οποία εξελίχτηκε σε λαμπερή προσωπικότητα της αθηναϊκής κοινωνίας, ήταν πιθανώς ένα προφανές παράδειγμα. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, η Ασπασία συγκρινόταν με την διαβόητη Θαργηλία, μια άλλη ξακουστή εταίρα από την αρχαία Ιωνία.
Όντας ξένη και ίσως εταίρα, η Ασπασία ήταν ελεύθερη από τις νομικές δεσμεύσεις που κατά παράδοση καθήλωναν τις παντρεμένες γυναίκες στα σπίτια τους, κι έτσι της επιτρεπόταν να συμμετέχει στη δημόσια ζωή της πόλης. Έγινε ερωμένη του επιφανούς πολιτικού Περικλή στις αρχές της δεκαετίας του 440 π.Χ. Μετά το διαζύγιό του από την πρώτη του σύζυγο (περ. 445 π.Χ.), η Ασπασία άρχισε να συγκατοικεί μαζί του, αν και δεν υπάρχει κοινά αποδεκτή άποψη για το αν παντρεύτηκαν ή όχι. Ο γιος τους, Περικλής, είχε έρθει στον κόσμο γύρω στο 440 π.Χ. Η Ασπασία θα πρέπει να ήταν πολύ νέα, αν κρίνει κανείς από το γεγονός πως χάρισε ένα παιδί στο Λυσικλή περίπου το 428 π.Χ.
Στους κοινωνικούς κύκλους η Ασπασία ήταν γνωστή για την ικανότητά της στο λόγο και τις συμβουλές της, παρά απλά για τη φυσική της ομορφιά. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, το σπίτι της έγινε κέντρο πολιτισμού στην πόλη των Αθηνών, προσελκύοντας επιφανείς συγγραφείς και στοχαστές, ανάμεσα στους οποίους και το φιλόσοφο Σωκράτη. Ο βιογράφος αναφέρει ότι παρά την «ανήθικη» ζωή της, οι Αθηναίοι έφερναν μαζί τις συζύγους τους για να ακούν τις συζητήσεις της.
Ο Περικλής, η Ασπασία και το φιλικό τους περιβάλλον δεν ήταν απρόσβλητοι από επιθέσεις, καθώς στην Αθηναϊκή Δημοκρατία ένας άνδρας που πρωτοστατούσε στην πολιτική ζωή, δεν κατείχε την ιδιότητα του απόλυτου μονάρχη. Η σχέση της με τον Περικλή και η επακόλουθη ανάμειξή της στην πολιτική ζωή ξεσήκωσε πολλές αντιδράσεις. Ο Ντόναλντ Κάγκαν, ιστορικός στο Πανεπιστήμιο Γέιλ, πιστεύει ότι η Ασπασία δεν ήταν καθόλου δημοφιλής την περίοδο που ακολούθησε το Σαμιακό Πόλεμο. Το 440 π.Χ., η Σάμος βρισκόταν σε πόλεμο με τη Μίλητο για την Πριήνη, μια αρχαία πόλη της Ιωνίας στα πόδια των λόφων της Μυκάλης. Χάνοντας τον πόλεμο, Μιλήσιοι απεσταλμένοι ζήτησαν από τους Αθηναίους να μεσολαβήσουν υπέρ τους στη διαμάχη τους με τη Σάμο. Όταν οι Αθηναίοι διέταξαν και τις δύο πλευρές να προχωρήσουν σε παύση πυρός και να τους παραχωρήσουν τη διαιτησία του ζητήματος, οι Σαμιώτες αρνήθηκαν. Σαν αποτέλεσμα, ο Περικλής πέρασε ένα διάταγμα το οποίο είχε σαν αποτέλεσμα τη διεξαγωγή πολεμικής εκστρατείας κατά της Σάμου. Η εκστρατεία αποδείχτηκε πολύ δύσκολη και οι Αθηναίοι υπέφεραν από βαριές απώλειες προτού καταφέρουν να υποτάξουν τελικά τη Σάμο. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, κυκλοφόρησε η φήμη ότι η Ασπασία, η οποία γεννήθηκε στη Μίλητο, υποκίνησε έναν πόλεμο που ο Περικλής δεν επιθυμούσε, και τελικά το έκανε για να την ευχαριστήσει.
Πριν το ξέσπασμα του Πελοποννησιακού Πολέμου (431 π.Χ. – 404 π.Χ.), ο Περικλής, κάποιοι από τους στενούς του συνεργάτες και η Ασπασία αντιμετώπισαν μια σειρά προσωπικών και νομικών επιθέσεων. Ιδιαίτερα η Ασπασία, κατηγορήθηκε ότι διέφθειρε νεαρά κορίτσια προκειμένου να ικανοποιήσει τις διαστροφές του Περικλή. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο στο έργο του "Βίοι Παράλληλοι/Περικλής", δικάστηκε για ασέβεια, με δημόσιο κατήγορο τον κωμικό ποιητή Έρμιππο. Αυτές οι κατηγορίες δεν ήταν, πιθανώς, τίποτε περισσότερο από αστήριχτες συκοφαντίες, ωστόσο η όλη εμπειρία άφησε τον μεγάλο Αθηναίο πολιτικό με μεγάλη πικρία. Παρόλο που η Ασπασία αθωώθηκε χάρη σε ένα ασυνήθιστο συναισθηματικό ξέσπασμα του Περικλή, ο φίλος του γλύπτης Φειδίας πέθανε στη φυλακή. Ένας άλλος φίλος του, ο Αναξαγόρας, δέχτηκε επίθεση από την Εκκλησία του Δήμου για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Ο Κάγκαν θεωρεί πιθανό το ενδεχόμενο η ίδια η αφήγηση της δίκης και της αθώωσης της Ασπασίας να είναι πλαστή, «στην οποία πραγματικές συκοφαντίες, υποψίες και χυδαία αστεία μετατράπηκαν σε μια φανταστική δικαστική διαμάχη». Ο Άντονυ Τζ. Ποντλέκι, Καθηγητής των Κλασικών στο Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας του Καναδά (University of British Columbia), ισχυρίζεται ότι ο Πλούταρχος ή η πηγή του παρεξήγησαν κάποια σκηνή από ένα θεατρικό έργο. Ο Κάγκαν καταλήγει πως ακόμη και να πιστέψει κανείς τις ιστορίες αυτές, η Ασπασία βγήκε άθικτη με ή χωρίς τη βοήθεια του Περικλή.
Στην κωμωδία «Αχαρνης», ο κωμικός Αριστοφάνης κατηγορεί την Ασπασία για τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Υποστηρίζει ότι το Μεγαρικό Διάταγμα που εξέδωσε ο Περικλής, το οποίο απαγόρευσε στα Μέγαρα τη διεξαγωγή εμπορίου με τους Αθηναίους και τους συμμάχους τους, ήταν πράξη εκδίκησης επειδή κάποιοι Μεγαρείς απήγαγαν πόρνες από τον οίκο της Ασπασίας. Η απόδοση ευθυνών στην Ασπασία για τον Πελοποννησιακό Πόλεμο από τον Αριστοφάνη ίσως αντικατοπτρίζει αναμνήσεις από το προγενέστερο επεισόδιο με τον πόλεμο ανάμεσα στη Μίλητο και τη Σάμο. Ο Πλούταρχος αναφέρει επίσης τα σατιρικά σχόλια και άλλων κωμικών ποιητών, όπως ο Εύπολις και ο Κρατίνος. Σύμφωνα με τον Ποντλέσκι, ο τύραννος της Σάμου, Δούρις, φέρεται να υποστηρίζει την άποψη πως η Ασπασία ευθύνεται για το ξέσπασμα τόσο του Σαμιακού, όσο και του Πελοποννησιακού Πολέμου.
Η Ασπασία ονομάστηκε κατά καιρούς «Νέα Ομφάλη» , «Δηιάνειρα», «Ήρα» και «Ελένη». Επιπρόσθετες επιθέσεις κατά του ζεύγους αναφέρει ο Αθήναιος. Ακόμη και ο γιος του Περικλή, ο Ξάνθιππος, ο οποίος είχε βλέψεις στην πολιτική, δεν δίστασε να κακολογήσει τον πατέρα του για την προσωπική του ζωή.
Τελευταία χρόνια και θάνατος
Το 429 π.Χ., χρονιά κατά την οποία η Αθήνα δοκιμαζόταν από φοβερό λοιμό, ο Περικλής στάθηκε μάρτυρας του θανάτου τόσο της αδερφής του, όσο και των δύο νόμιμων παιδιών του από την πρώτη του σύζυγο, του Ξανθίππου και του πολυαγαπημένου του Πάραλου. Με το ηθικό ιδιαίτερα πεσμένο, έπεσε σε βαθιά θλίψη, και ούτε η συντροφιά της Ασπασίας μπόρεσε να τον παρηγορήσει. Λίγο πριν το θάνατό του, οι Αθηναίοι επέτρεψαν μια αλλαγή στο νόμο που αφορούσε την ιδιότητα του Αθηναίου Πολίτη του 451 π.Χ., ο οποίος επέτρεψε στο γιο του από την Ασπασία, τον Περικλή, που ήταν κατά το ήμισυ Αθηναίος, να αποκτήσει πλήρη πολιτικά δικαιώματα και να γίνει κληρονόμος του. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός πως ήταν ο Περικλής εκείνος που είχε προτείνει το νόμο βάσει του οποίου πλήρη πολιτικά δικαιώματα είχαν μονάχα τα άτομα που είχαν και τους δύο γονείς Αθηναίους. Ο Περικλής απεβίωσε εξαιτίας του λοιμού το φθινόπωρο του 429 π.Χ.
Ο Πλούταρχος μεταφέρει πληροφορίες του Αισχίνη του Σωκρατικού, ο οποίος έγραψε ένα διάλογο με θέμα την Ασπασία (σήμερα χαμένο), σύμφωνα με τις οποίες μετά το θάνατο του Περικλή η Ασπασία έζησε στο πλευρό του Λυσικλή, με τον οποίο απέκτησε έναν ακόμη γιο, και τον οποίο έκανε τον πρώτο άνδρα της πόλης. Ο Λυσικλής σκοτώθηκε πάνω στο καθήκον το 428 π.Χ. Με το θάνατο του Λυσικλή σταματούν οι αναφορές των συγχρόνων της συγγραφέων. Είναι άγνωστο, για παράδειγμα, αν ήταν ακόμη εν ζωή όταν ο γιος της, Περικλής, εξελέγη στρατηγός ή όταν εκτελέστηκε μετά τη Ναυμαχία των Αργινουσών. Ο θάνατός της τοποθετείται περίπου το 401 - 400 π.Χ. από τους ιστορικούς, εξαιτίας της εκτίμησης ότι είχε ήδη πεθάνει όταν εκτελέστηκε ο Σωκράτης το 399 π.Χ., μια χρονολόγηση που προκύπτει από τη δομή της «Ασπασίας» του Αισχίνη.
Αναφορές σε λογοτεχνικά και αρχαία φιλοσοφικά έργα
Η Ασπασία εμφανίζεται στα φιλοσοφικά κείμενα του Πλάτωνα, του Ξενοφώντα, του Αισχίνη του Σωκρατικού και του Αντισθένη. Ορισμένοι μελετητές εικάζουν ότι ο Πλάτων εντυπωσιάστηκε τόσο από την ευστροφία της, ώστε βάσισε τη Διοτίμα, χαρακτήρα του «Συμποσίου» του σε εκείνη. Υπάρχουν ωστόσο και άλλοι που θεωρούν τη Διοτίμα υπαρκτό πρόσωπο. Σύμφωνα με τον Τσάρλς Καν, Καθηγητή της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, η Διοτίμα είναι από πολλές απόψεις η απάντηση του Πλάτωνα στην Ασπασία του Αισχίνη.
ἐπεὶ δ' Ἀσπασία χαριζόμενος δοκεῖ πρᾶξαι τὰ πρὸς Σαμίους, ἐνταῦθα ἂν εἴη καιρὸς διαπορῆσαι μάλιστα περὶ τῆς ἀνθρώπου, τίνα τέχνην ἢ δύναμιν τοσαύτην ἔχουσα τῶν τε πολιτικῶν τοὺς πρωτεύοντας ἐχειρώσατο καὶ τοῖς φιλοσόφοις οὐ φαῦλον οὐδ' ὀλίγον ὑπὲρ αὑτῆς παρέσχε λόγον. Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Περικλής (XXIV) |
Στο «Μενέξενο», ο Πλάτων διακωμωδεί τη σχέση της Ασπασίας με τον Περικλή και αναφέρεται σε μια ειρωνική ρήση του Σωκράτη, ότι η Ασπασία δίδαξε πολλούς ρήτορες. Η πρόθεση του Σωκράτη είναι να αμαυρώσει τη φήμη του Περικλή ως ρήτορα, υποστηρίζοντας ειρωνικά πως, από τη στιγμή που τον δίδαξε η Ασπασία, ο Αθηναίος πολιτικός θα ήταν ανώτερος στη ρητορική από κάποιον που τον δίδαξε ο Αντιφών. Επίσης αποδίδει τη συγγραφή του περίφημου «Επιταφίου» του Περικλή στη Ασπασία και κατακρίνει την ευλάβεια των συγχρόνων του στο πρόσωπο του Περικλή. Ο Καν υποστηρίζει ότι ο Πλάτων ασπάστηκε την άποψη του Αισχύνη ότι η Ασπασία δίδαξε τη ρητορική στον Περικλή και το Σωκράτη. Η Ασπασία του Πλάτωνα και η «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη αποτελούν δυο εξαιρέσεις στην αντίληψη πως οι γυναίκες δεν έχουν ρητορικές ικανότητες, αν και οι δύο αυτοί φανταστικοί χαρακτήρες δεν μας λένε κάτι για την πραγματική θέση της γυναίκας στην Αρχαία Αθήνα. Όπως παρατηρεί η Μάρθα Λ. Ρόουζ, Καθηγήτρια Ιστορίας στο Κρατικό Πανεπιστήμιο Τρούμαν: «μοναχά στις κωμωδίες τα σκυλιά καταφεύγουν στα δικαστήρια, τα πουλιά κυβερνούν και οι γυναίκες δημηγορούν».
Ο Ξενοφών αναφέρει σε δύο περιστάσεις την Ασπασία στα σωκρατικά του έργα: στα «Απομνημονεύματα» και στον «Οικονομικό». Και στις δύο περιπτώσεις ο Σωκράτης προτείνει στον Κριτόβουλο να τη συμβουλευτεί. Στα «Απομνημονεύματα» ο Σωκράτης αναφέρει μια ρήση της Ασπασίας, ότι το πρόσωπο που κάνει ένα συνοικέσιο θα πρέπει να αναφέρει με ειλικρίνεια τα καλά χαρακτηριστικά ενός άνδρα. Στον «Οικονομικό» ο Σωκράτης παραδέχεται ότι η Ασπασία κατέχει περισσότερες γνώσεις σχετικά με τη διαχείριση ενός σπιτιού και την οικονομική σχέση ανάμεσα στους δύο συζύγους.
Τόσο ο Αισχίνης ο Σωκρατικός, όσο και ο Αντισθένης, ονόμασαν από έναν σωκρατικό διάλογο «Ασπασία», αν και σήμερα δεν σώζονται παρά λίγα αποσπάσματα. Οι κύριες πηγές μας για την «Ασπασία» του Αισχύνη είναι οι Αθήναιος, Πλούταρχος και Κικέρων. Στο διάλογο, ο Σωκράτης προτείνει στον Καλλία να στείλει το γιο του, Ιππόνικο στην Ασπασία για καθοδήγηση. Όταν ο Καλλίας αντιτίθεται στην προοπτική μιας γυναίκας δασκάλας, ο Σωκράτης απαντά ότι η Ασπασία επηρέασε θετικά τον Περικλή και, μετά το θάνατό του, το Λυσικλή. Σε ένα απόσπασμα του διαλόγου που διασώζει στα λατινικά ο Κικέρων, η Ασπασία εμφανίζεται ως «θηλυκός Σωκράτης», συμβουλεύοντας αρχικά τη σύζυγο του Ξενοφώντα και κατόπιν τον ίδιο (ο συγκεκριμένος Ξενοφών δεν είναι ο διάσημος ιστορικός) σχετικά με την απόκτηση αρετής διαμέσου της αυτογνωσίας. Ο Αισχίνης παρουσιάζει την Ασπασία ως δασκάλα και εμπνευστή της τελειότητας, συνδέοντας τις αρετές αυτές με την ιδιότητά της, ως εταίρα.
Ο Ρότζερ Τζαστ, Καθηγητής της κοινωνικής ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κεντ, πιστεύει ότι η Ασπασία ήταν ένα εξαιρετικό πρόσωπο, αλλά το παράδειγμά της είναι από μόνο του αρκετό για να τονίσει το γεγονός ότι για να γίνει μια γυναίκα ισάξια πνευματικά και κοινωνικά ενός άντρα έπρεπε να ήταν εταίρα. Σύμφωνα με την Προύντενς Άλλεν, φιλόσοφο και διδάσκουσα, η Ασπασία προχώρησε την προοπτική να γίνει μια γυναίκα φιλόσοφος ένα βήμα παραπέρα από την ποιήτρια Σαπφώ...
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου