Συνηθίσαμε να ταυτίζουμε τον αθλητισμό με το αρχαίο ελληνικό πνεύμα. Πρόκειται για ανιστόρητη γενίκευση μιας μόνο πλευράς των αρχαίων αθλητικών αγώνων. Ίσως γιατί οι αρχαίοι Έλληνες λάτρευαν το γυμνό ανθρώπινο σώμα, που το θεωρούσαν το αντιπροσωπευτικότερο δείγμα του κάλλους και στους αγώνες οι αθλητές ήταν ολόγυμνοι. Στην πραγματικότητα στα αρχαία «γυμνάσια» δεν γίνονταν μόνο αθλητικοί αγώνες ή προπονήσεις. Γίνονταν και συζητήσεις ακόμα και γιορτές. Άλλωστε οι αρχαίοι αγώνες (Ολύμπια, Πύθια, Νέμεα και λοιποί) συνδυάζανε πάντοτε τα αθλήματα με την τέχνη. Πολλές τραγωδίες διδάχτηκαν στο πλαίσιο αθλητικών αγώνων.
Φυσικά ορισμένοι αθλητικοί αγώνες (όπως η πάλη, η πυγμαχία και το παγκράτιο) αναπόφευκτα συνοδεύονταν από μεγάλη βιαιότητα, που έβαζε συχνά σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα των αθλητών. Όπως αναφέρει ο Λουκιανός (Ανάχαρσις ή περί γυμνασίων), ο Σκύθης διανοητής, που έζησε πολλά χρόνια στην Ελλάδα και πολλοί τον κατατάσσουν μεταξύ των επτά σοφών, δεν μπορούσε να κατανοήσει αυτή τη βία και η απορία του έγινε ακόμα μεγαλύτερη όταν ο Σόλων τον πληροφόρησε πως οι αθλητές υποφέραν τις κλωτσιές, τις τρικλοποδιές και τα γρονθοκοπήματα του αντιπάλου, όχι γιατί κατέχονταν από μανία, ούτε γιατί προσδοκούσαν χρηματικά έπαθλα ή δώρα αλλά μόνο για τη δόξα και την υστεροφημία.
Στην αρχαϊκή και κλασσική εποχή όχι μόνο δεν υπήρχαν επαγγελματίες αθλητές αλλά ούτε και άλλα έπαθλα, εκτός από κάποιο στεφάνι (από κότινο δηλαδή αγριελιά στα Ολύμπια, από μυρτιά ή άλλα φυτά). Ο Φάυλος ο Κρωτονιάτης, τρεις φορές Πυθιονίκης ήταν πλοίαρχος και ο Δωριεύς ο Ρόδιος από δύο φορές Ολυμπιονίκης και Νεμεονίκης ήταν πολιτικός.
Στους πρώτους αιώνες των αγώνων οι αποδόσεις των αθλητών βασίζονταν στην ειδική διατροφή και στην ασκητική αγωγή τους. Κατά τον Διογένη τον Λαέρτιο (Η 12,13) τη βασική τροφή των αθλητών την αποτελούσαν ξερά σύκα, χλωρό τυρί και πληγούρι. Αργότερα όμως, σύμφωνα με τον Γαληνό (Υγιεινή Γ1) άρχισαν να τρώνε αποκλειστικά κρέας και μερικοί το παράκαναν. Αναφέρεται πως ο αθλητής Αστυδάμας έφαγε μόνος του φαγητό για εννέα άτομα! Με τον καιρό πολλοί αθλητές γίνονταν παχύσαρκοι και δεν μπορούσαν να πάρουν μέρος σε αγώνες.
Πάντως μη θαρρείτε πως οι Έλληνες είχαν σε μεγάλη υπόληψη τους επαγγελματίες αθλητές. Σύμφωνα με τον Αντρέ Μπονάρ, τον συγγραφέα του περισπούδαστου τρίτομου έργου για το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, στην αρχαία Ελλάδα οι πραγματικοί ήρωες ήταν οι σοφοί της. Αυτούς τιμούσε και υπολόγιζε η κοινή γνώμη. Στην αρχαία Ελλάδα οι σοφοί είχαν τη θέση που είχαν οι προφήτες στο Ισραήλ, οι γκουρού στις Ινδίες, οι καλόγεροι στον Μεσαίωνα και οι μπίζνεμαν στη σημερινή Αμερική. Οι περισσότεροι φιλόσοφοι κατέκριναν τον επαγγελματικό αθλητισμό, πως κάνει κακό στο σώμα και στο πνεύμα. Όπως δίδασκε ο Διογένης «η εκγύμναση και η προπόνηση είναι ωφέλιμες ώσπου να κοκκινίσουν τα μάγουλά σου. Τότε πρέπει να σταματάς. Αν συνεχίσεις σου κάνουν κακό και στο σώμα και στο νου».
Ο Ευριπίδης, άνθρωπος σοφός (να θυμηθούμε το δελφικό: σοφός Σοφοκλής, σοφότερος Ευριπίδης, ανδρών δ΄απάντων Σωκράτης σοφότατος), στο έργο του «Αυτόλυκος Σατυρικός» του οποίου έχουν σωθεί μόνο αποσπάσματα το λέει καθαρά.
ΚΑΚΩΝ ΓΑΡ ΟΝΤΩΝ ΜΥΡΙΩΝ ΚΑΘ’ ΕΛΛΑΔΑ
ΟΥΔΕΝ ΚΑΚΙΟΝ ΕΣΤΙΝ ΑΘΛΗΤΩΝ ΓΕΝΟΥΣ.
Δηλαδή: Μύρια κακά υπάρχουν στην Ελλάδα / αλλά το χειρότερο είναι των αθλητών το γένος.
Παρεμπιπτόντως το ρητό «νους υγιής εν σώματι υγιεί» δεν είναι αρχαίο ελληνικό αλλά ρωμαϊκό, που το υιοθέτησαν οι Έλληνες κατά τη Ρωμαιοκρατία. Πρώτος ο Ιουβενάλιος γράφει mens sanus in corpore sano. Δεν υπάρχει παλαιότερη ελληνική μνεία του ρητού.
Μπορεί στην αρχαιότητα να μην υπήρχαν φαρμακοδιεγερτικές ουσίες, έδιναν όμως στους αθλητές να τρώνε κατά τη διάρκεια των αγώνων ψωμί που ζυμώθηκε με χυμό του φυτού μύκων ο υπνοφόρος δηλαδή με κάποιο οπιούχο υγρό (Φιλόστρατος περί γυμναστικής) ή εκχυλίσμα φυτών πλούσιων σε αλκαλοειδή, όπως η ιππουρίς (Πλίνιος ο νεώτερος). Την απουσία πάντως διεγερτικών ουσιών την αναπλήρωναν με τη δωροδοκία. Η πρώτη περίπτωση δωροδοκίας έγινε την 98η Ολυμπιάδα (το 384 π.Χ.) από τον Θεσσαλό Εύπολο, που δωροδόκησε τους αντιπάλους του Αγήνορα, Πρύτανη και Φορμίωνα, για να τον αφήσουν να τους νικήγσει στην πυγμαχία. Και στους τέσσερις επιβλήθηκαν βαρύτατα πρόστιμα, από τα χρήματα των οποίων κατασκευάστηκαν έξι ορειχάλκινα άγάλματα του Δία. Τα αγάλματα αυτά και πολλά άλλα, ανάλογης προέλευσης, είδε ο Παυσανίας ( ) περιηγούμενος την Ολυμπία εξακόσια χρόνια μετά, και μνημονεύει τις επιγραφές που διάβασε στα βάθρα τους και οι οποίες προειδοποιούσαν τους Έλληνες να μην επιδιώκουν τη νίκη με δωροδοκίες και απειλούσαν τους παραβάτες με την οργή των θεών και αυστηρά πρόστιμα.
Κλείνω με ένα ευτράπελο επεισόδιο από κάποιους αθλητικούς αγώνες. Στον αγώνα δρόμου, που λεγόταν «στάδιον», γιατί οι αθλητές έτρεχαν 600 μέτρα (όσο ένα στάδιο δηλαδή, που πριν ταυτιστεί με τα γήπεδα ήταν μέτρο μήκους), διαγωνίζονταν πέντε αθλητές. Από την αρχή φάνηκε πως ένας από αυτούς, ονόματι Χάρμος, δεν μπορούσε να πάρει τα πόδια του. Ένας φίλος του για να του δώσει κουράγιο, άρχισε να τρέχει δίπλα του φωνάζοντας.
«Θάρσει Χάρμε!»
Αποτέλεσμα: πέμπτος ήρθε ο φίλος και ο Χάρμος τερμάτισε έκτος!
Γράφει ο Δημ. Γερμιώτης*
* Ο Δημήτρης Γερμιώτης είναι λόγιος
Φυσικά ορισμένοι αθλητικοί αγώνες (όπως η πάλη, η πυγμαχία και το παγκράτιο) αναπόφευκτα συνοδεύονταν από μεγάλη βιαιότητα, που έβαζε συχνά σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα των αθλητών. Όπως αναφέρει ο Λουκιανός (Ανάχαρσις ή περί γυμνασίων), ο Σκύθης διανοητής, που έζησε πολλά χρόνια στην Ελλάδα και πολλοί τον κατατάσσουν μεταξύ των επτά σοφών, δεν μπορούσε να κατανοήσει αυτή τη βία και η απορία του έγινε ακόμα μεγαλύτερη όταν ο Σόλων τον πληροφόρησε πως οι αθλητές υποφέραν τις κλωτσιές, τις τρικλοποδιές και τα γρονθοκοπήματα του αντιπάλου, όχι γιατί κατέχονταν από μανία, ούτε γιατί προσδοκούσαν χρηματικά έπαθλα ή δώρα αλλά μόνο για τη δόξα και την υστεροφημία.
Στην αρχαϊκή και κλασσική εποχή όχι μόνο δεν υπήρχαν επαγγελματίες αθλητές αλλά ούτε και άλλα έπαθλα, εκτός από κάποιο στεφάνι (από κότινο δηλαδή αγριελιά στα Ολύμπια, από μυρτιά ή άλλα φυτά). Ο Φάυλος ο Κρωτονιάτης, τρεις φορές Πυθιονίκης ήταν πλοίαρχος και ο Δωριεύς ο Ρόδιος από δύο φορές Ολυμπιονίκης και Νεμεονίκης ήταν πολιτικός.
Στους πρώτους αιώνες των αγώνων οι αποδόσεις των αθλητών βασίζονταν στην ειδική διατροφή και στην ασκητική αγωγή τους. Κατά τον Διογένη τον Λαέρτιο (Η 12,13) τη βασική τροφή των αθλητών την αποτελούσαν ξερά σύκα, χλωρό τυρί και πληγούρι. Αργότερα όμως, σύμφωνα με τον Γαληνό (Υγιεινή Γ1) άρχισαν να τρώνε αποκλειστικά κρέας και μερικοί το παράκαναν. Αναφέρεται πως ο αθλητής Αστυδάμας έφαγε μόνος του φαγητό για εννέα άτομα! Με τον καιρό πολλοί αθλητές γίνονταν παχύσαρκοι και δεν μπορούσαν να πάρουν μέρος σε αγώνες.
Πάντως μη θαρρείτε πως οι Έλληνες είχαν σε μεγάλη υπόληψη τους επαγγελματίες αθλητές. Σύμφωνα με τον Αντρέ Μπονάρ, τον συγγραφέα του περισπούδαστου τρίτομου έργου για το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, στην αρχαία Ελλάδα οι πραγματικοί ήρωες ήταν οι σοφοί της. Αυτούς τιμούσε και υπολόγιζε η κοινή γνώμη. Στην αρχαία Ελλάδα οι σοφοί είχαν τη θέση που είχαν οι προφήτες στο Ισραήλ, οι γκουρού στις Ινδίες, οι καλόγεροι στον Μεσαίωνα και οι μπίζνεμαν στη σημερινή Αμερική. Οι περισσότεροι φιλόσοφοι κατέκριναν τον επαγγελματικό αθλητισμό, πως κάνει κακό στο σώμα και στο πνεύμα. Όπως δίδασκε ο Διογένης «η εκγύμναση και η προπόνηση είναι ωφέλιμες ώσπου να κοκκινίσουν τα μάγουλά σου. Τότε πρέπει να σταματάς. Αν συνεχίσεις σου κάνουν κακό και στο σώμα και στο νου».
Ο Ευριπίδης, άνθρωπος σοφός (να θυμηθούμε το δελφικό: σοφός Σοφοκλής, σοφότερος Ευριπίδης, ανδρών δ΄απάντων Σωκράτης σοφότατος), στο έργο του «Αυτόλυκος Σατυρικός» του οποίου έχουν σωθεί μόνο αποσπάσματα το λέει καθαρά.
ΚΑΚΩΝ ΓΑΡ ΟΝΤΩΝ ΜΥΡΙΩΝ ΚΑΘ’ ΕΛΛΑΔΑ
ΟΥΔΕΝ ΚΑΚΙΟΝ ΕΣΤΙΝ ΑΘΛΗΤΩΝ ΓΕΝΟΥΣ.
Δηλαδή: Μύρια κακά υπάρχουν στην Ελλάδα / αλλά το χειρότερο είναι των αθλητών το γένος.
Παρεμπιπτόντως το ρητό «νους υγιής εν σώματι υγιεί» δεν είναι αρχαίο ελληνικό αλλά ρωμαϊκό, που το υιοθέτησαν οι Έλληνες κατά τη Ρωμαιοκρατία. Πρώτος ο Ιουβενάλιος γράφει mens sanus in corpore sano. Δεν υπάρχει παλαιότερη ελληνική μνεία του ρητού.
Μπορεί στην αρχαιότητα να μην υπήρχαν φαρμακοδιεγερτικές ουσίες, έδιναν όμως στους αθλητές να τρώνε κατά τη διάρκεια των αγώνων ψωμί που ζυμώθηκε με χυμό του φυτού μύκων ο υπνοφόρος δηλαδή με κάποιο οπιούχο υγρό (Φιλόστρατος περί γυμναστικής) ή εκχυλίσμα φυτών πλούσιων σε αλκαλοειδή, όπως η ιππουρίς (Πλίνιος ο νεώτερος). Την απουσία πάντως διεγερτικών ουσιών την αναπλήρωναν με τη δωροδοκία. Η πρώτη περίπτωση δωροδοκίας έγινε την 98η Ολυμπιάδα (το 384 π.Χ.) από τον Θεσσαλό Εύπολο, που δωροδόκησε τους αντιπάλους του Αγήνορα, Πρύτανη και Φορμίωνα, για να τον αφήσουν να τους νικήγσει στην πυγμαχία. Και στους τέσσερις επιβλήθηκαν βαρύτατα πρόστιμα, από τα χρήματα των οποίων κατασκευάστηκαν έξι ορειχάλκινα άγάλματα του Δία. Τα αγάλματα αυτά και πολλά άλλα, ανάλογης προέλευσης, είδε ο Παυσανίας ( ) περιηγούμενος την Ολυμπία εξακόσια χρόνια μετά, και μνημονεύει τις επιγραφές που διάβασε στα βάθρα τους και οι οποίες προειδοποιούσαν τους Έλληνες να μην επιδιώκουν τη νίκη με δωροδοκίες και απειλούσαν τους παραβάτες με την οργή των θεών και αυστηρά πρόστιμα.
Κλείνω με ένα ευτράπελο επεισόδιο από κάποιους αθλητικούς αγώνες. Στον αγώνα δρόμου, που λεγόταν «στάδιον», γιατί οι αθλητές έτρεχαν 600 μέτρα (όσο ένα στάδιο δηλαδή, που πριν ταυτιστεί με τα γήπεδα ήταν μέτρο μήκους), διαγωνίζονταν πέντε αθλητές. Από την αρχή φάνηκε πως ένας από αυτούς, ονόματι Χάρμος, δεν μπορούσε να πάρει τα πόδια του. Ένας φίλος του για να του δώσει κουράγιο, άρχισε να τρέχει δίπλα του φωνάζοντας.
«Θάρσει Χάρμε!»
Αποτέλεσμα: πέμπτος ήρθε ο φίλος και ο Χάρμος τερμάτισε έκτος!
Γράφει ο Δημ. Γερμιώτης*
* Ο Δημήτρης Γερμιώτης είναι λόγιος
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου