Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια.
Η Ατλαντίδα (στα Αρχαία Ελληνικά: Ἀτλαντὶς νῆσος) είναι ένα μυθικό νησί που πρωτοαναφέρθηκε στους διαλόγους του Πλάτωνα «Τίμαιος» και «Κριτίας».
Στην περιγραφή του Πλάτωνα, η Ατλαντίδα, που βρίσκεται «πέρα από τις Ηράκλειες στήλες», ήταν μια ναυτική δύναμη που είχε κατακτήσει πολλά μέρη της δυτικής Ευρώπης και της Λυβικής, περίπου 9.000 χρόνια πριν τον Σόλωνα (δηλαδή κατά το 9560 π.Χ.). Μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια να εισβάλει στην Αθήνα, η Ατλαντίδα βυθίστηκε μυστηριωδώς στο πέλαγος «σε μια μόνο ημέρα και νύχτα ατυχίας».
Επειδή είναι μια ιστορία που ενσωματώνεται στους διαλόγους του Πλάτωνα, η Ατλαντίδα θεωρείται γενικά ως παραβολή που κατασκευάστηκε από τον Πλάτωνα για να εξηγήσει τις πολιτικές του θεωρίες. Αν και η ιστορία του Πλάτωνα φαίνεται σαφής στους περισσότερους μελετητές, μερικοί προτείνουν ότι η περιγραφή του είναι εμπνευσμένη από παλαιότερες παραδόσεις. Κάποιοι υποστηρίζουν πως ο Πλάτωνας βασίστηκε σε προηγούμενα γεγονότα, όπως την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης ή τον Τρωικό πόλεμο, ενώ άλλοι επιμένουν ότι έλαβε έμπνευση από πιο σύγχρονα γεγονότα όπως την καταστροφή της Ελίκης το 373 π.Χ. και την αποτυχημένη εισβολή της Σικελίας το 415-413 π.Χ.
Η πιθανή ύπαρξη μιας αληθινής Ατλαντίδας ήταν θέμα που συζητήθηκε ενεργά κατά την κλασσική αρχαιότητα, αλλά συνήθως το απέρριπταν και το διακωμωδούσαν. Η ιστορία έμεινε βασικά άγνωστη κατά τον Μεσαίωνα και ξανά ανακαλύφτηκε στις αρχές των σύγχρονων χρόνων. Η περιγραφή του Πλάτωνα ενέπνευσε τις ουτοπιστικές δουλειές πολλών Αναγεννησιακών συγγραφέων, όπως τη «Νέα Ατλαντίδα» του Φράνσις Μπέικον. Ακόμα και σήμερα, η Ατλαντίδα εμπνέει τη μοντέρνα λογοτεχνία, από επιστημονική φαντασία ως κωμικά βιβλία ως και ταινίες. Το όνομά της είναι τώρα συνώνυμο με όλους τους αρχαίους αλλά εξελιγμένους (και χαμένους) πολιτισμούς.
Πλάτωνας [Επεξεργασία]
Οι διάλογοι Τίμαιος και Κριτίας, που γράφτηκαν το 360 π.Χ. είναι οι πρώτες γνωστές αναφορές στην Ατλαντίδα. Για άγνωστους λόγους ο Πλάτωνας ποτέ δεν ολοκλήρωσε τον Κριτία, εντούτοις ο μελετητής Benjamin Jowett, μεταξύ άλλων, υποστηρίζει ότι ο Πλάτωνας αρχικά σκόπευε να γράψει και ένα τρίτο διάλογο με τον τίτλο «Ερμοκράτης». Ο John V. Luce υποθέτει ότι ο Πλάτωνας – αφού περιέγραψε την αρχή του κόσμου και της ανθρωπότητας στον Τίμαιο, καθώς επίσης και την αλληγορική τέλεια κοινωνία της αρχαίας Αθήνας και της επιτυχούς υπεράσπισης της ενάντια της εχθρικής Ατλαντίδας στον Κριτία - θα έκανε κύριο θέμα του Ερμοκράτη τη στρατηγική του Ελληνιστικού πολιτισμού κατά τη σύγκρουσή του με τους βάρβαρους. Ο Πλάτωνας έγραψε για την Ατλαντίδα στον Τίμαιο:
Πολλές μεγάλες και θαυμάσιες πράξεις καταγράφονται στις ιστορίες μας για το κράτος σας. Αλλά μια από αυτές ξεπερνά όλες τις υπόλοιπες στο μεγαλείο και την ανδρείk . Οι ιστορίες μιλούν για μια τρανή δύναμη που απρόκλητη εκστράτευε έναντι Ευρώπης και Ασίας, και στην οποία η πόλη σας κατάφερε να θέσει τέλος. Αυτή η δύναμη ξεπρόβαλε από τον «Πέλαγος του Άτλαντα» («Ατλαντικό»), και τότε ο πέλαγος αυτός ήταν πλεύσιμος, και είχε ένα νησί που βρισκόταν μπροστά από τα στενά που εσείς αποκαλείτε Ηράκλειες Στήλες. Το νησί ταυτόχρονα ήταν από Λιβύη και μεγαλύτερο από την Ασία, και ήταν ο δρόμος προς άλλα νησιά, που αν από αυτά περνούσες μπορούσες να φτάσεις στην απέναντι ήπειρο που περιέβαλε τον αληθινό ωκεανό – γιατί η θάλασσα εντός των Ηράκλειων Στηλών είναι μόνο ένα λιμάνι με στενό λαιμό και η άλλη είναι αληθινή θάλασσα της οποίας η περιβάλλουσα γη μπορεί όντως να αποκαλεστεί άπειρη. Τώρα, σε αυτή τη νήσο της Ατλαντίδας ήταν μια μεγάλη και απίστευτη αυτοκρατορία...
Τα τέσσερα πρόσωπα που λαμβάνουν μέρος στους δυο αυτούς διαλόγους είναι οι πολιτικοί Κριτίας και Ερμοκράτης και οι φιλόσοφοι Σωκράτης και Τίμαιος, όμως ο μόνος που αναφέρει την Ατλαντίδα είναι ο Κριτίας. Ενώ πιθανότατα όλοι αυτοί οι άνθρωποι έζησαν πραγματικά, οι διάλογοι όπως καταγράφηκαν μπορεί να ήταν εφεύρεση του Πλάτωνα. Στις γραπτές του δουλειές, ο Πλάτωνας κάνει εκτενή χρήση των Σωκρατικών διαλόγων προκειμένου να συζητηθούν οι αντίθετες θέσεις μέσα στα πλαίσια μιας υπόθεσης.
Ο Τιμαίος αρχίζει με μια εισαγωγή, που ακολουθείται από μια περιγραφή της δημιουργίας και της δομής του σύμπαντος και των αρχαίων πολιτισμών. Στην εισαγωγή, ο Σωκράτης διαλογίζεται πάνω στη τέλεια κοινωνία, όπως περιγράφεται στην Πολιτεία του Πλάτωνα, και διερωτάται αν αυτός και οι φιλοξενούμενοί του μπορούν να θυμηθούν μια ιστορία που μιλά για μια τέτοια ακριβώς κοινωνία. Ο Κριτίας αναφέρει μια πραγματική, όπως ισχυρίζεται, τέτοια ιστορία και συνεχίζει pido να την αφηγηθεί όπως καταγράφηκε στον διάλογο Κριτίας. Στη ιστορία του, η Αθήνα φαίνεται να συμβολίζει την «τέλεια κοινωνία» και η Ατλαντίδα τον αντίπαλό της, που αντιπροσωπεύει την ίδια την αντίθεση των «τέλειων» γνωρισμάτων που περιγράφονται στην Πολιτεία. Ο Κριτίας υποστηρίζει ότι η ιστορία του προέρχεται από μια επίσκεψη του Αθηναίου νομοθέτη Σόλωνα στη Σαΐδα της Αιγύπτου, όπου γνώρισε ένα ιερέα που του μετάφρασε την ιστορία στα Ελληνικά από Αιγυπτιακά ιερογλυφικά γραμμένα πάνω σε παπύρους. Κατά τον Πλούταρχο, ο ιερέας ονομαζόταν Σόνχις, αλλά λόγω της μεγάλης χρονικής περιόδου μεταξύ Πλούταρχου και του υποτιθέμενου γεγονότος, αυτός ο προσδιορισμός είναι ανεπιβεβαίωτος.
Σύμφωνα με τον Κριτία, οι παλιοί Ελληνικοί θεοί διαίρεσαν τη Γη ώστε ο καθένας να έχει το μέρισμα του. Ο Ποσειδώνας πήρε το νησί της Ατλαντίδας. Το νησί ήταν μεγαλύτερο από τη Λιβύη και τη Μικρά Ασία μαζί, αλλά κατόπιν βυθίστηκε από ένα σεισμό και δεν έμεινε τίποτε άλλο παρά αδιάβατο λασπόνερο, που εμπόδιζε το ταξίδι σε οποιοδήποτε μέρος του ωκεανού. Οι Αιγύπτιοι περιέγραψαν την Ατλαντίδα ως ένα νησί περίπου 700 χλμ. σε πλάτος, αποτελούμενο κυρίως από βουνά στο βόρειο μέρος και κατά μήκος της ακτής, και με μια μεγάλη στενόμακρη πεδιάδα στα νότια που «εκτείνεται σε μια κατεύθυνση 3,000 στάδια (600 χλμ.) και 2,000 στάδια (400 χλμ.) στην άλλη»
Πενήντα στάδια μέσα από την ακτή ήταν ένα «βουνό όχι πολύ υψηλό σε οποιαδήποτε πλευρά». Εδώ ζούσε μια ιθαγενής γυναίκα την οποία ερωτεύτηκε ο Ποσειδώνας και της έκανε πέντε ζευγάρια αρσενικών διδύμων. Ο Άτλαντας, που ήταν ο μεγαλύτερος τους, έγινε βασιλιάς ολόκληρου του νησιού και του ωκεανού (που ονομάστηκε Ατλαντικός σε τιμή του), και του δόθηκε το βουνό της γέννησής του και η περιβάλλουσα περιοχή. Επίσης μυθικός βασιλιάς της Ατλαντίδας αδελφός του Άτλαντα φέρεται ο Αζάης.
Ο Ποσειδώνας χάραξε το βουνό της αγαπημένης του σε παλάτι, και το εσώκλεισε με τρεις κυκλικές τάφρους αυξανόμενου πλάτους (1-3 στάδια) που είχαν δακτυλίους γης ανάλογους σε μέγεθος. Οι κάτοικοι του νησιού τότε έκτισαν γέφυρες προς τα βόρεια του βουνού για να το ενώσουν με το υπόλοιπο νησί. Τότε άνοιξαν ένα μεγάλο κανάλι προς τη θάλασσα, έσκαψαν τούνελ παράλληλα με τις γέφυρες για να περνούν τα πλοία και χάραξαν αποβάθρες πάνω στους πέτρινους τοίχους των τάφρων. Κάθε πέρασμα προς την πόλη φρουρούνταν με πύλες και πύργους, και τείχη περιτριγύριζαν κάθε δακτύλιο γης. Τα τείχη ήταν κατασκευασμένα από κόκκινη, λευκή και μαύρη πέτρα που έβγαλαν από τις τάφρους, και ήταν επικαλυμμένα με μπρούντζο, κασσίτερο και ορείχαλκο αντίστοιχα.
Κατά τον Κριτία, 9.000 χρόνια πριν τον Πλάτωνα, ένας πόλεμος ξέσπασε μεταξύ αυτών εντός και εκτός των Ηράκλειων Στηλών (πιθανότατα τα στενά του Γιβραλτάρ). Η Ατλαντίδα είχε κατακτήσει μέρη της Λιβύης μέχρι και την Αίγυπτο και της Ευρώπης μέχρι τη Τυρρηνία, και υπέβαλε τους ανθρώπους τους στη δουλεία. Οι Αθηναίοι οδήγησαν μια συμμαχία ενάντια στην αυτοκρατορία της Ατλαντίδας, και καθώς η συμμαχία αδυνατούσε, οι Αθηναίοι επικράτησαν μόνοι και ελευθέρωναν κατακτημένες περιοχές. «Όμως αργότερα έγιναν δυνατοί σεισμοί και πλημμύρες, και σε μια μόνο δεινή ημέρα και νύχτα όλοι οι πολεμιστές βυθίστηκαν μέσα στη γη, και ομοίως η νήσος της Ατλαντίδας χάθηκε στα βάθη της θάλασσας».
Το μυστήριο της Ατλαντίδας αποτελεί τον πιο πολυσυζητημένο ίσως μύθο. Κανείς ωστόσο δεν μπορεί να αποδείξει ότι υπήρξε και πού ακριβώς βρισκόταν. Παρόλα αυτά, ορισμένοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η καταστροφή του Μινωικού πολιτισμού και της αρχαίας Θήρας ταυτίζεται με τη χαμένη Ατλαντίδα.
Οι πρώτες γραπτές αναφορές για την Ατλαντίδα πηγάζουν από τον Αθηναίο φιλόσοφο Πλάτωνα (427-347 π.Χ.) ο οποίος μας αφηγείται ότι οι Ατλαντες ήταν ένας λαός με υπερφυσικές ικανότητες και θεϊκή καταγωγή, που ζούσαν ειρηνικά σε ένα εύφορο νησί πέρα από τις Πύλες των Ηρακλειδών. Στην αρχαιότητα, οι Ηράκλειες Πύλες ήταν τα στενά του Γιβραλτάρ, άρα πιθανότατα βρισκόταν κάπου ανάμεσα στην Ευρώπη και την Αμερική. Όπως θα δούμε όμως παρακάτω, νεότερα στοιχεία έρχονται να ανατρέψουν τις αρχικές θεωρίες.
Όλα αυτά τα διδάχθηκε από τον Αιγύπτιο ιερέα Σάις, σε ένα ταξίδι στη μακρινή Αίγυπτο και τα αφηγήθηκε στους μαθητές του Κριτία και Τιμαίο, στο έργο «Ατλαντικός Λόγος». Ανάμεσα στα σπουδαία και θαυμαστά που άκουσε, ήταν ότι οι Ατλαντες σταδιακά άρχισαν να χάνουν τη θεϊκή τους δύναμη. Όταν κυριεύτηκαν από ανθρώπινες αδυναμίες αποφάσισαν να στραφούν ενάντια σε άλλους εύπορους λαούς με σκοπό την υποταγή. Γι΄ αυτό ταξίδεψαν προς τη Μεσόγειο, ώσπου συναντήθηκαν με τους παντοδύναμους και γενναίους Αθηναίους, από τους οποίους ηττήθηκαν για πρώτη φορά. Μετά από εξαντλητικές όμως μάχες, οι Αθηναίοι τελικά λύγισαν. Οι θεοί τότε εξοργίστηκαν με τους Ατλαντες, κι αποφάσισαν να τους τιμωρήσουν με παντοτινό αφανισμό. Τόσο μεγάλη ήταν η οργή, που τους κατάστρεψαν μέσα σε μία μόνο νύχτα, αφήνοντας πίσω μόνο μάζες από λάσπη και πυκνούς καπνούς.
Τι κοινό έχει η Σαντορίνη με τη χαμένη Ατλαντίδα; Η αρχαία Θήρα ήταν ένας τέλειος επίγειος παράδεισος, που καταστράφηκε περίπου το 1.500 π.Χ., μαζί με ένα πλήθος από γειτονικά παράλια, συμπαρασύροντας λαμπρά δείγματα πολιτισμού του Αιγαίου. Η περιγραφή της ταιριάζει απόλυτα με τα λεγόμενα του Πλάτωνα για τη μυθική χώρα των Ατλάντων που καταστράφηκε ολοσχερώς, χωρίς να αφήσει ίχνος πίσω της.
Στην επιστολή προς Κριτία εξηγείται το πώς δημιουργήθηκε η Ατλαντίδα και γιατί είχε σχήμα κυκλικό σαν δαχτυλίδι, με θάλασσα κι ένα μικρό νησάκι στη μέση (έτσι ακριβώς όπως ήταν η αρχαία Θήρα, λίγο πριν από τη μεγάλη έκρηξη). «Όταν οι θεοί μοιράστηκαν τη γη, ο Ποσειδώνας έλαβε την Ατλαντίδα και την παρέδωσε στους γιους του τους ημίθεους για να την καλλιεργήσουν. Ένας από αυτούς παντρεύτηκε την Λευκίππη και έκαναν την Κλειτώ, που την ερωτεύτηκε ο Ποσειδώνας και θέλησε να την κάνει για πάντα δικιά του. Τότε διάλεξε ένα μέρος και το προστάτεψε με κυκλικές ζώνες από εύφορη γη και θάλασσα ώστε να της εξασφαλίσει παραδεισένια ζωή (σαν να βλέπουμε στο χάρτη την Κρήτη μαζί με την αρχαία Καλλίστη)».
Το όνομα Ατλαντίδα προέρχεται πιθανότατα από το μυθικό γίγαντα Ατλαντα, που κρατούσε στους ώμους του ολόκληρη τη γη και τον ουρανό. Σύμφωνα με τις ανακαλύψεις των Αμερικανών γεωλόγων Χάικεν και ΜακΚόϋ που έγιναν στη Σαντορίνη το 1990, όλα παραπέμπουν στη διάσημη τοιχογραφία που βρέθηκε στο δυτικό κτίριο του Ακρωτηρίου. Εδώ βλέπουμε μια παραλία της αρχαίας Θήρας με εύπορη ζωή πάνω σ΄ ένα κεντρικό νησάκι που βρεχόταν από θάλασσα γύρω-γύρω. Έτσι ακριβώς όπως περιέγραφε και ο Πλάτωνας τη χαμένη Ατλαντίδα. Και το νησάκι αυτό υποστηρίζεται ότι εξαφανίστηκε από μια μεγάλη έκρηξη που προκάλεσε φοβερούς σεισμούς και καπνούς. Κατά τον Πλάτωνα οι καπνοί εκτοξεύονταν στον ουρανό, 40 χιλιόμετρα ψηλά. Αν ήταν πράγματι έτσι, τότε σίγουρα φαινόταν από τις ακτές της Ανατολικής και Κεντρικής Μεσογείου. Οι άνθρωποι παρακολουθούσαν σαστισμένοι τα καμώματα της φύσης, θαρρώντας ότι έβλεπαν τον ίδιο τον Ατλαντα να κρατά τον ουρανό στους ώμους του.
Όμως ο Αιγύπτιος ιερέας μίλησε για ένα νησί μεγάλο όσο η Λιβύη και η Ασία μαζί, που βρισκόταν έξω από τις Ηράκλειες Πύλες και όλα αυτά συνέβησαν 9.000 χρόνια πριν από το ταξίδι του Πλάτωνα στην Αίγυπτο. Οι άνθρωποι, όμως, δεν είχαν ανακαλύψει ολόκληρο τον κόσμο, παρά μόνο λίγα χιλιόμετρα γύρω από τα παράλια της Μικράς Ασίας. Ίσως ακόμη και οι Ηράκλειες Πύλες να μην βρίσκονταν στα στενά του Γιβραλτάρ, αλλά να ήταν απλώς ένα στενό πέρασμα στο Αιγαίο, προς τον «έξω κόσμο». Πράγματι είχαν σχηματιστεί στενά περάσματα γης γύρω από τη Θήρα, ύστερα από τις απανωτές εκρήξεις του ηφαιστείου. Επίσης δεν έχει διευκρινιστεί αν ο Πλάτωνας έγραφε ότι το νησί ήταν «μείζον» = μεγαλύτερο από την Ασία και τη Λιβύη ή «μέσον» = ανάμεσα στη Λιβύη και τη Ασία. Αν η πραγματική λέξη είναι «Μέσον» τότε η Ατλαντίδα ήταν κάπου ανάμεσα στην Ασία και τη Λιβύη, άρα οδηγούμαστε και πάλι στη Θήρα.
Τέλος, όσον αφορά τη χρονική διαφορά ανάμεσα στον Πλάτωνα (9.000 χρόνια πριν) και τη μεγάλη Μινωική έκρηξη (1600-1500 π.Χ.), αξίζει να σημειώσουμε ότι στην αρχαία Αίγυπτο επικρατούσε διαφορετικό ημερολογιακό σύστημα από εκείνο των Ελλήνων, καθώς οι Αιγύπτιοι πρόσεθεταν ένα επιπλέον μηδενικό. Σύμφωνα λοιπόν με τους αστρολογικούς υπολογισμούς του Πλάτωνα, η καταστροφή της Ατλαντίδας είχε συμβεί μόλις 900 χρόνια πριν. Ο Πλάτωνας έζησε το 300 π.Χ., και αν όλα αυτά συνέβησαν 900 χρόνια νωρίτερα, τότε οι ιστορικές αναδρομές καταλήγουν ούτε λίγο ούτε πολύ στα χρόνια της μεγάλης έκρηξης του ηφαιστείου της Θήρας. Ακόμη, σύμφωνα με τον Έλληνα ηφαιστειολόγο Δ. Γαλανόπουλο, λίγο πριν από τη μεγάλη έκρηξη, η Θήρα είχε κυκλικές ζώνες γης που ενώνονταν μεταξύ τους με στενές διώρυγες. Εξ άλλου, το γεγονός ότι δεν βρέθηκε κανένα ζωντανό αποτύπωμα στις ανασκαφές του Ακρωτηρίου, μαρτυρά ότι οι κάτοικοι της Θήρας είχαν φροντίσει έγκαιρα να τραπούν σε φυγή, προς αναζήτηση νέας πατρίδας.
Το μυστήριο της χαμένης Ατλαντίδας είναι απλώς ένας μύθος, με αμέτρητα αναπάντητα ερωτήματα. Πιθανότατα να μην υπήρξε ποτέ αυτή η χώρα. Παρόλα αυτά, η θεωρία για την ηφαιστειακή καταστροφή της Σαντορίνης εξακολουθεί να βασίζεται σε πραγματικές πηγές που θυμίζουν τον «Π
Η Ατλαντίδα (στα Αρχαία Ελληνικά: Ἀτλαντὶς νῆσος) είναι ένα μυθικό νησί που πρωτοαναφέρθηκε στους διαλόγους του Πλάτωνα «Τίμαιος» και «Κριτίας».
Στην περιγραφή του Πλάτωνα, η Ατλαντίδα, που βρίσκεται «πέρα από τις Ηράκλειες στήλες», ήταν μια ναυτική δύναμη που είχε κατακτήσει πολλά μέρη της δυτικής Ευρώπης και της Λυβικής, περίπου 9.000 χρόνια πριν τον Σόλωνα (δηλαδή κατά το 9560 π.Χ.). Μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια να εισβάλει στην Αθήνα, η Ατλαντίδα βυθίστηκε μυστηριωδώς στο πέλαγος «σε μια μόνο ημέρα και νύχτα ατυχίας».
Επειδή είναι μια ιστορία που ενσωματώνεται στους διαλόγους του Πλάτωνα, η Ατλαντίδα θεωρείται γενικά ως παραβολή που κατασκευάστηκε από τον Πλάτωνα για να εξηγήσει τις πολιτικές του θεωρίες. Αν και η ιστορία του Πλάτωνα φαίνεται σαφής στους περισσότερους μελετητές, μερικοί προτείνουν ότι η περιγραφή του είναι εμπνευσμένη από παλαιότερες παραδόσεις. Κάποιοι υποστηρίζουν πως ο Πλάτωνας βασίστηκε σε προηγούμενα γεγονότα, όπως την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης ή τον Τρωικό πόλεμο, ενώ άλλοι επιμένουν ότι έλαβε έμπνευση από πιο σύγχρονα γεγονότα όπως την καταστροφή της Ελίκης το 373 π.Χ. και την αποτυχημένη εισβολή της Σικελίας το 415-413 π.Χ.
Η πιθανή ύπαρξη μιας αληθινής Ατλαντίδας ήταν θέμα που συζητήθηκε ενεργά κατά την κλασσική αρχαιότητα, αλλά συνήθως το απέρριπταν και το διακωμωδούσαν. Η ιστορία έμεινε βασικά άγνωστη κατά τον Μεσαίωνα και ξανά ανακαλύφτηκε στις αρχές των σύγχρονων χρόνων. Η περιγραφή του Πλάτωνα ενέπνευσε τις ουτοπιστικές δουλειές πολλών Αναγεννησιακών συγγραφέων, όπως τη «Νέα Ατλαντίδα» του Φράνσις Μπέικον. Ακόμα και σήμερα, η Ατλαντίδα εμπνέει τη μοντέρνα λογοτεχνία, από επιστημονική φαντασία ως κωμικά βιβλία ως και ταινίες. Το όνομά της είναι τώρα συνώνυμο με όλους τους αρχαίους αλλά εξελιγμένους (και χαμένους) πολιτισμούς.
Πλάτωνας [Επεξεργασία]
Οι διάλογοι Τίμαιος και Κριτίας, που γράφτηκαν το 360 π.Χ. είναι οι πρώτες γνωστές αναφορές στην Ατλαντίδα. Για άγνωστους λόγους ο Πλάτωνας ποτέ δεν ολοκλήρωσε τον Κριτία, εντούτοις ο μελετητής Benjamin Jowett, μεταξύ άλλων, υποστηρίζει ότι ο Πλάτωνας αρχικά σκόπευε να γράψει και ένα τρίτο διάλογο με τον τίτλο «Ερμοκράτης». Ο John V. Luce υποθέτει ότι ο Πλάτωνας – αφού περιέγραψε την αρχή του κόσμου και της ανθρωπότητας στον Τίμαιο, καθώς επίσης και την αλληγορική τέλεια κοινωνία της αρχαίας Αθήνας και της επιτυχούς υπεράσπισης της ενάντια της εχθρικής Ατλαντίδας στον Κριτία - θα έκανε κύριο θέμα του Ερμοκράτη τη στρατηγική του Ελληνιστικού πολιτισμού κατά τη σύγκρουσή του με τους βάρβαρους. Ο Πλάτωνας έγραψε για την Ατλαντίδα στον Τίμαιο:
Πολλές μεγάλες και θαυμάσιες πράξεις καταγράφονται στις ιστορίες μας για το κράτος σας. Αλλά μια από αυτές ξεπερνά όλες τις υπόλοιπες στο μεγαλείο και την ανδρείk . Οι ιστορίες μιλούν για μια τρανή δύναμη που απρόκλητη εκστράτευε έναντι Ευρώπης και Ασίας, και στην οποία η πόλη σας κατάφερε να θέσει τέλος. Αυτή η δύναμη ξεπρόβαλε από τον «Πέλαγος του Άτλαντα» («Ατλαντικό»), και τότε ο πέλαγος αυτός ήταν πλεύσιμος, και είχε ένα νησί που βρισκόταν μπροστά από τα στενά που εσείς αποκαλείτε Ηράκλειες Στήλες. Το νησί ταυτόχρονα ήταν από Λιβύη και μεγαλύτερο από την Ασία, και ήταν ο δρόμος προς άλλα νησιά, που αν από αυτά περνούσες μπορούσες να φτάσεις στην απέναντι ήπειρο που περιέβαλε τον αληθινό ωκεανό – γιατί η θάλασσα εντός των Ηράκλειων Στηλών είναι μόνο ένα λιμάνι με στενό λαιμό και η άλλη είναι αληθινή θάλασσα της οποίας η περιβάλλουσα γη μπορεί όντως να αποκαλεστεί άπειρη. Τώρα, σε αυτή τη νήσο της Ατλαντίδας ήταν μια μεγάλη και απίστευτη αυτοκρατορία...
Τα τέσσερα πρόσωπα που λαμβάνουν μέρος στους δυο αυτούς διαλόγους είναι οι πολιτικοί Κριτίας και Ερμοκράτης και οι φιλόσοφοι Σωκράτης και Τίμαιος, όμως ο μόνος που αναφέρει την Ατλαντίδα είναι ο Κριτίας. Ενώ πιθανότατα όλοι αυτοί οι άνθρωποι έζησαν πραγματικά, οι διάλογοι όπως καταγράφηκαν μπορεί να ήταν εφεύρεση του Πλάτωνα. Στις γραπτές του δουλειές, ο Πλάτωνας κάνει εκτενή χρήση των Σωκρατικών διαλόγων προκειμένου να συζητηθούν οι αντίθετες θέσεις μέσα στα πλαίσια μιας υπόθεσης.
Ο Τιμαίος αρχίζει με μια εισαγωγή, που ακολουθείται από μια περιγραφή της δημιουργίας και της δομής του σύμπαντος και των αρχαίων πολιτισμών. Στην εισαγωγή, ο Σωκράτης διαλογίζεται πάνω στη τέλεια κοινωνία, όπως περιγράφεται στην Πολιτεία του Πλάτωνα, και διερωτάται αν αυτός και οι φιλοξενούμενοί του μπορούν να θυμηθούν μια ιστορία που μιλά για μια τέτοια ακριβώς κοινωνία. Ο Κριτίας αναφέρει μια πραγματική, όπως ισχυρίζεται, τέτοια ιστορία και συνεχίζει pido να την αφηγηθεί όπως καταγράφηκε στον διάλογο Κριτίας. Στη ιστορία του, η Αθήνα φαίνεται να συμβολίζει την «τέλεια κοινωνία» και η Ατλαντίδα τον αντίπαλό της, που αντιπροσωπεύει την ίδια την αντίθεση των «τέλειων» γνωρισμάτων που περιγράφονται στην Πολιτεία. Ο Κριτίας υποστηρίζει ότι η ιστορία του προέρχεται από μια επίσκεψη του Αθηναίου νομοθέτη Σόλωνα στη Σαΐδα της Αιγύπτου, όπου γνώρισε ένα ιερέα που του μετάφρασε την ιστορία στα Ελληνικά από Αιγυπτιακά ιερογλυφικά γραμμένα πάνω σε παπύρους. Κατά τον Πλούταρχο, ο ιερέας ονομαζόταν Σόνχις, αλλά λόγω της μεγάλης χρονικής περιόδου μεταξύ Πλούταρχου και του υποτιθέμενου γεγονότος, αυτός ο προσδιορισμός είναι ανεπιβεβαίωτος.
Σύμφωνα με τον Κριτία, οι παλιοί Ελληνικοί θεοί διαίρεσαν τη Γη ώστε ο καθένας να έχει το μέρισμα του. Ο Ποσειδώνας πήρε το νησί της Ατλαντίδας. Το νησί ήταν μεγαλύτερο από τη Λιβύη και τη Μικρά Ασία μαζί, αλλά κατόπιν βυθίστηκε από ένα σεισμό και δεν έμεινε τίποτε άλλο παρά αδιάβατο λασπόνερο, που εμπόδιζε το ταξίδι σε οποιοδήποτε μέρος του ωκεανού. Οι Αιγύπτιοι περιέγραψαν την Ατλαντίδα ως ένα νησί περίπου 700 χλμ. σε πλάτος, αποτελούμενο κυρίως από βουνά στο βόρειο μέρος και κατά μήκος της ακτής, και με μια μεγάλη στενόμακρη πεδιάδα στα νότια που «εκτείνεται σε μια κατεύθυνση 3,000 στάδια (600 χλμ.) και 2,000 στάδια (400 χλμ.) στην άλλη»
Πενήντα στάδια μέσα από την ακτή ήταν ένα «βουνό όχι πολύ υψηλό σε οποιαδήποτε πλευρά». Εδώ ζούσε μια ιθαγενής γυναίκα την οποία ερωτεύτηκε ο Ποσειδώνας και της έκανε πέντε ζευγάρια αρσενικών διδύμων. Ο Άτλαντας, που ήταν ο μεγαλύτερος τους, έγινε βασιλιάς ολόκληρου του νησιού και του ωκεανού (που ονομάστηκε Ατλαντικός σε τιμή του), και του δόθηκε το βουνό της γέννησής του και η περιβάλλουσα περιοχή. Επίσης μυθικός βασιλιάς της Ατλαντίδας αδελφός του Άτλαντα φέρεται ο Αζάης.
Ο Ποσειδώνας χάραξε το βουνό της αγαπημένης του σε παλάτι, και το εσώκλεισε με τρεις κυκλικές τάφρους αυξανόμενου πλάτους (1-3 στάδια) που είχαν δακτυλίους γης ανάλογους σε μέγεθος. Οι κάτοικοι του νησιού τότε έκτισαν γέφυρες προς τα βόρεια του βουνού για να το ενώσουν με το υπόλοιπο νησί. Τότε άνοιξαν ένα μεγάλο κανάλι προς τη θάλασσα, έσκαψαν τούνελ παράλληλα με τις γέφυρες για να περνούν τα πλοία και χάραξαν αποβάθρες πάνω στους πέτρινους τοίχους των τάφρων. Κάθε πέρασμα προς την πόλη φρουρούνταν με πύλες και πύργους, και τείχη περιτριγύριζαν κάθε δακτύλιο γης. Τα τείχη ήταν κατασκευασμένα από κόκκινη, λευκή και μαύρη πέτρα που έβγαλαν από τις τάφρους, και ήταν επικαλυμμένα με μπρούντζο, κασσίτερο και ορείχαλκο αντίστοιχα.
Κατά τον Κριτία, 9.000 χρόνια πριν τον Πλάτωνα, ένας πόλεμος ξέσπασε μεταξύ αυτών εντός και εκτός των Ηράκλειων Στηλών (πιθανότατα τα στενά του Γιβραλτάρ). Η Ατλαντίδα είχε κατακτήσει μέρη της Λιβύης μέχρι και την Αίγυπτο και της Ευρώπης μέχρι τη Τυρρηνία, και υπέβαλε τους ανθρώπους τους στη δουλεία. Οι Αθηναίοι οδήγησαν μια συμμαχία ενάντια στην αυτοκρατορία της Ατλαντίδας, και καθώς η συμμαχία αδυνατούσε, οι Αθηναίοι επικράτησαν μόνοι και ελευθέρωναν κατακτημένες περιοχές. «Όμως αργότερα έγιναν δυνατοί σεισμοί και πλημμύρες, και σε μια μόνο δεινή ημέρα και νύχτα όλοι οι πολεμιστές βυθίστηκαν μέσα στη γη, και ομοίως η νήσος της Ατλαντίδας χάθηκε στα βάθη της θάλασσας».
Το μυστήριο της Ατλαντίδας αποτελεί τον πιο πολυσυζητημένο ίσως μύθο. Κανείς ωστόσο δεν μπορεί να αποδείξει ότι υπήρξε και πού ακριβώς βρισκόταν. Παρόλα αυτά, ορισμένοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η καταστροφή του Μινωικού πολιτισμού και της αρχαίας Θήρας ταυτίζεται με τη χαμένη Ατλαντίδα.
Οι πρώτες γραπτές αναφορές για την Ατλαντίδα πηγάζουν από τον Αθηναίο φιλόσοφο Πλάτωνα (427-347 π.Χ.) ο οποίος μας αφηγείται ότι οι Ατλαντες ήταν ένας λαός με υπερφυσικές ικανότητες και θεϊκή καταγωγή, που ζούσαν ειρηνικά σε ένα εύφορο νησί πέρα από τις Πύλες των Ηρακλειδών. Στην αρχαιότητα, οι Ηράκλειες Πύλες ήταν τα στενά του Γιβραλτάρ, άρα πιθανότατα βρισκόταν κάπου ανάμεσα στην Ευρώπη και την Αμερική. Όπως θα δούμε όμως παρακάτω, νεότερα στοιχεία έρχονται να ανατρέψουν τις αρχικές θεωρίες.
Όλα αυτά τα διδάχθηκε από τον Αιγύπτιο ιερέα Σάις, σε ένα ταξίδι στη μακρινή Αίγυπτο και τα αφηγήθηκε στους μαθητές του Κριτία και Τιμαίο, στο έργο «Ατλαντικός Λόγος». Ανάμεσα στα σπουδαία και θαυμαστά που άκουσε, ήταν ότι οι Ατλαντες σταδιακά άρχισαν να χάνουν τη θεϊκή τους δύναμη. Όταν κυριεύτηκαν από ανθρώπινες αδυναμίες αποφάσισαν να στραφούν ενάντια σε άλλους εύπορους λαούς με σκοπό την υποταγή. Γι΄ αυτό ταξίδεψαν προς τη Μεσόγειο, ώσπου συναντήθηκαν με τους παντοδύναμους και γενναίους Αθηναίους, από τους οποίους ηττήθηκαν για πρώτη φορά. Μετά από εξαντλητικές όμως μάχες, οι Αθηναίοι τελικά λύγισαν. Οι θεοί τότε εξοργίστηκαν με τους Ατλαντες, κι αποφάσισαν να τους τιμωρήσουν με παντοτινό αφανισμό. Τόσο μεγάλη ήταν η οργή, που τους κατάστρεψαν μέσα σε μία μόνο νύχτα, αφήνοντας πίσω μόνο μάζες από λάσπη και πυκνούς καπνούς.
Τι κοινό έχει η Σαντορίνη με τη χαμένη Ατλαντίδα; Η αρχαία Θήρα ήταν ένας τέλειος επίγειος παράδεισος, που καταστράφηκε περίπου το 1.500 π.Χ., μαζί με ένα πλήθος από γειτονικά παράλια, συμπαρασύροντας λαμπρά δείγματα πολιτισμού του Αιγαίου. Η περιγραφή της ταιριάζει απόλυτα με τα λεγόμενα του Πλάτωνα για τη μυθική χώρα των Ατλάντων που καταστράφηκε ολοσχερώς, χωρίς να αφήσει ίχνος πίσω της.
Στην επιστολή προς Κριτία εξηγείται το πώς δημιουργήθηκε η Ατλαντίδα και γιατί είχε σχήμα κυκλικό σαν δαχτυλίδι, με θάλασσα κι ένα μικρό νησάκι στη μέση (έτσι ακριβώς όπως ήταν η αρχαία Θήρα, λίγο πριν από τη μεγάλη έκρηξη). «Όταν οι θεοί μοιράστηκαν τη γη, ο Ποσειδώνας έλαβε την Ατλαντίδα και την παρέδωσε στους γιους του τους ημίθεους για να την καλλιεργήσουν. Ένας από αυτούς παντρεύτηκε την Λευκίππη και έκαναν την Κλειτώ, που την ερωτεύτηκε ο Ποσειδώνας και θέλησε να την κάνει για πάντα δικιά του. Τότε διάλεξε ένα μέρος και το προστάτεψε με κυκλικές ζώνες από εύφορη γη και θάλασσα ώστε να της εξασφαλίσει παραδεισένια ζωή (σαν να βλέπουμε στο χάρτη την Κρήτη μαζί με την αρχαία Καλλίστη)».
Το όνομα Ατλαντίδα προέρχεται πιθανότατα από το μυθικό γίγαντα Ατλαντα, που κρατούσε στους ώμους του ολόκληρη τη γη και τον ουρανό. Σύμφωνα με τις ανακαλύψεις των Αμερικανών γεωλόγων Χάικεν και ΜακΚόϋ που έγιναν στη Σαντορίνη το 1990, όλα παραπέμπουν στη διάσημη τοιχογραφία που βρέθηκε στο δυτικό κτίριο του Ακρωτηρίου. Εδώ βλέπουμε μια παραλία της αρχαίας Θήρας με εύπορη ζωή πάνω σ΄ ένα κεντρικό νησάκι που βρεχόταν από θάλασσα γύρω-γύρω. Έτσι ακριβώς όπως περιέγραφε και ο Πλάτωνας τη χαμένη Ατλαντίδα. Και το νησάκι αυτό υποστηρίζεται ότι εξαφανίστηκε από μια μεγάλη έκρηξη που προκάλεσε φοβερούς σεισμούς και καπνούς. Κατά τον Πλάτωνα οι καπνοί εκτοξεύονταν στον ουρανό, 40 χιλιόμετρα ψηλά. Αν ήταν πράγματι έτσι, τότε σίγουρα φαινόταν από τις ακτές της Ανατολικής και Κεντρικής Μεσογείου. Οι άνθρωποι παρακολουθούσαν σαστισμένοι τα καμώματα της φύσης, θαρρώντας ότι έβλεπαν τον ίδιο τον Ατλαντα να κρατά τον ουρανό στους ώμους του.
Όμως ο Αιγύπτιος ιερέας μίλησε για ένα νησί μεγάλο όσο η Λιβύη και η Ασία μαζί, που βρισκόταν έξω από τις Ηράκλειες Πύλες και όλα αυτά συνέβησαν 9.000 χρόνια πριν από το ταξίδι του Πλάτωνα στην Αίγυπτο. Οι άνθρωποι, όμως, δεν είχαν ανακαλύψει ολόκληρο τον κόσμο, παρά μόνο λίγα χιλιόμετρα γύρω από τα παράλια της Μικράς Ασίας. Ίσως ακόμη και οι Ηράκλειες Πύλες να μην βρίσκονταν στα στενά του Γιβραλτάρ, αλλά να ήταν απλώς ένα στενό πέρασμα στο Αιγαίο, προς τον «έξω κόσμο». Πράγματι είχαν σχηματιστεί στενά περάσματα γης γύρω από τη Θήρα, ύστερα από τις απανωτές εκρήξεις του ηφαιστείου. Επίσης δεν έχει διευκρινιστεί αν ο Πλάτωνας έγραφε ότι το νησί ήταν «μείζον» = μεγαλύτερο από την Ασία και τη Λιβύη ή «μέσον» = ανάμεσα στη Λιβύη και τη Ασία. Αν η πραγματική λέξη είναι «Μέσον» τότε η Ατλαντίδα ήταν κάπου ανάμεσα στην Ασία και τη Λιβύη, άρα οδηγούμαστε και πάλι στη Θήρα.
Τέλος, όσον αφορά τη χρονική διαφορά ανάμεσα στον Πλάτωνα (9.000 χρόνια πριν) και τη μεγάλη Μινωική έκρηξη (1600-1500 π.Χ.), αξίζει να σημειώσουμε ότι στην αρχαία Αίγυπτο επικρατούσε διαφορετικό ημερολογιακό σύστημα από εκείνο των Ελλήνων, καθώς οι Αιγύπτιοι πρόσεθεταν ένα επιπλέον μηδενικό. Σύμφωνα λοιπόν με τους αστρολογικούς υπολογισμούς του Πλάτωνα, η καταστροφή της Ατλαντίδας είχε συμβεί μόλις 900 χρόνια πριν. Ο Πλάτωνας έζησε το 300 π.Χ., και αν όλα αυτά συνέβησαν 900 χρόνια νωρίτερα, τότε οι ιστορικές αναδρομές καταλήγουν ούτε λίγο ούτε πολύ στα χρόνια της μεγάλης έκρηξης του ηφαιστείου της Θήρας. Ακόμη, σύμφωνα με τον Έλληνα ηφαιστειολόγο Δ. Γαλανόπουλο, λίγο πριν από τη μεγάλη έκρηξη, η Θήρα είχε κυκλικές ζώνες γης που ενώνονταν μεταξύ τους με στενές διώρυγες. Εξ άλλου, το γεγονός ότι δεν βρέθηκε κανένα ζωντανό αποτύπωμα στις ανασκαφές του Ακρωτηρίου, μαρτυρά ότι οι κάτοικοι της Θήρας είχαν φροντίσει έγκαιρα να τραπούν σε φυγή, προς αναζήτηση νέας πατρίδας.
Το μυστήριο της χαμένης Ατλαντίδας είναι απλώς ένας μύθος, με αμέτρητα αναπάντητα ερωτήματα. Πιθανότατα να μην υπήρξε ποτέ αυτή η χώρα. Παρόλα αυτά, η θεωρία για την ηφαιστειακή καταστροφή της Σαντορίνης εξακολουθεί να βασίζεται σε πραγματικές πηγές που θυμίζουν τον «Π
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου